Story of the day: Ο Κουασιμόδος εκατομμυριούχος & η όμορφη μεσίτρια από το Παρίσι - ο γάμος, το τροχαίο που τον έστειλε, η διαθήκη (φωτό)

Αποκαλύφθηκε το πραγματικό της πρόσωπο

 

Ο Marcel Amphoux δεν ήταν ένας απλός εκατομμυριούχος. Στην πραγματικότητα, αν τον έβλεπε κάποιος θα νομίσει πως είναι χωριάτης. Βλέπετε ο Marcel ζούσε σαν ερημίτης.

Όταν έβγαινε έξω ντυνόταν με φθηνά ρούχα, ήταν αχτένιστος και του λείπανε δόντια. Επίσης δεν ήταν ιδιαίτερα όμορφος. Ο κόσμος δεν ήξερε ποιος είναι και δεν τον πρόσεχε ιδιαίτερα.

Κι ενώ άλλοι εκατομμυριούχοι αρέσκονται στην επίδειξη πλούτου, ο Marcel ήταν πολύ ταπεινός. Ποτέ δεν ονειρεύτηκε την δόξα και τα χρήματα – δεν τα είχε ανάγκη. Ήταν ένας απλός άνδρας με πολύ απλές ανάγκες. Το μόνο που ήθελε στον κόσμο ήταν η αγάπη.

Ταπεινό σπίτι

Ο Marcel, ήταν χαρούμενος και ικανοποιημένος έχοντας μόνο τα βασικά. Ακόμα κι αν μπορούσε να αγοράσει άνετα μια έπαυλη, ζούσε σε μια ταπεινή ξύλινη καλύβα στις γαλλικές Άλπεις. Η καμπίνα δεν είχε σύγχρονες ανέσεις – δεν είχε ούτε ηλεκτρικό ρεύμα και νερό. Ζώντας έτσι, ο Marcel μπόρεσε να εξοικονομήσει πολλά χρήματα. Ο ταπεινός τρόπος ζωής του τον βοήθησε να βάλει στην άκρη μεγάλη περιουσία.

 

 

 

 

Όπως γνωρίζουμε όλοι, οι Γαλλικές Άλπεις είναι ένας τουριστικός παράδεισος. Η περιοχή είναι γεμάτη με πολυτελή ξενοδοχεία και πίστες για σκι. Ο Marcel έτυχε και κληρονόμησε μεγάλα κομμάτια γης στην περιοχή, ειδικά κοντά στο χωριό Puy-Saint-Pierre. Καθώς η περιοχή μάζευε πολλούς τουρίστες κάθε χρόνο, οι τιμές ολοένα και αυξάνονταν, πράγμα που αύξησε και την περιουσία του Marcel. Ο Marcel έκανε την πολύ έξυπνη κίνηση να χτίσει σπίτια και να τα νοικιάσει στους τουρίστες.

Μία γενναιόδωρη ψυχή

Καθώς η περιουσία του Marcel αυξάνονταν χρόνο με το χρόνο, εκείνος δεν άλλαξε στο παραμικρό. Συνέχισε να ζει την ταπεινή ζωή του στην ξύλινη καλύβα του, ζώντας απλά και χωρίς πολυτέλειες. Ποτέ δεν άλλαξε εμφάνιση και διατηρούσε καλές σχέσεις με την οικογένεια και τους φίλους του.

Στην πραγματικότητα, παρά την ταπεινή ζωή του, ο Marcel ήταν πολύ γενναιόδωρος με την οικογένεια και τους φίλους του. Αποφάσισε να χτίσει στην γη του μερικά σαλέ, και άφησε τους φίλους του να ζουν εκεί δωρεάν. Δεν είναι παράδοξο που τον αγαπούσαν όλοι όσοι τον γνώριζαν.

Κάτι που έλειπε

Η γη που του ανήκε βρισκόταν πραγματικά στην τέλεια τοποθεσία. Για τον λόγο αυτό, πολλοί επενδυτές ενδιαφέρθηκαν να την αγοράσουν. Σχεδίαζαν να χτίσουν άλλα καταλύματα εκεί, αλλά ο Marcel αρνήθηκε να την πουλήσει. Επέλεξε να κρατήσει την επιχείρηση με τα ενοικιαζόμενα σαλέ. Καθώς περνούσαν τα χρόνια, η αξία των ακινήτων του ολοένα αυξάνονταν. Ο Marcel δεν άργησε να γίνει ένας από τους πλουσιότερους άνδρες της περιοχής.

Παρά τον πλούτο του, η οικογένεια και οι φίλοι του άρχισαν να ανησυχούν. Γερνούσε και η ερωτική του ζωή δεν ήταν και η καλύτερη, ακόμα κι όταν ήταν νέος. Κάτι περίεργο απομάκρυνε κάθε πιθανό ταίρι, και πλέον τα χρόνια της νιότης του είχαν περάσει. Ανησυχούσαν μήπως ο Marcel δεν βρει ποτέ την αληθινή αγάπη.

Το χτύπημα του έρωτα

Μέχρι που μια μέρα, εμφανίστηκε η Sandrine Devillard, μια επιχειρηματίας από το Παρίσι. Ήθελε να αγοράσει ένα μέρος της περιουσίας του Marcel. Ως συνήθως, ο Marcel αρνήθηκε να πουλήσει. Η Sandrine φάνηκε να ενδιαφέρεται για τον Marcel και τον κάλεσε σε δείπνο. Σκόπευε να μιλήσει για δουλειές, αλλά η νύχτα τελείωσε διαφορετικά και για τους δύο. Ο Έρωτας είχε άλλα σχέδια εκείνο το βράδυ και ο Marcel δεν άργησε να ανοίξει την καρδιά του στη Sandrine.

 

 

Όταν ο Marcel σύστησε την Sandrine στην οικογένεια και τους φίλους του, έμειναν έκπληκτοι. Αν και χάρηκαν που ο Marcel ήταν τόσο χαρούμενος μαζί με την Sandrine, ορισμένοι ήταν επιφυλακτικοί. Η Sandrine ζούσε μία πολυτελή ζωή – ήταν τα άκρα αντίθετα και δεν πίστευαν πως αυτή η σχέση θα κρατήσει για πολύ.

Κινώντας υποψίες

Αλλά αντίθετα με τις άλλες γυναίκες που ενδιαφέρθηκαν για τον Marcel στο παρελθόν, η Sandrine έμεινε στη ζωή του περισσότερο απ’ όσο περίμεναν. Δεν την σταμάτησε ούτε η περίεργη υγιεινή του Marcel ούτε η ερημική ζωή του. Δεν προσπάθησε να τον αλλάξει. Η Sandrine τον αγάπησε όπως ήταν, και για τον Marcel αυτό ήταν αρκετό.

Παρ’ όλα αυτά, όσοι ζούσαν στο ιδιωτικό χωριό του Marcel, ακόμα αμφισβητούσαν τα κίνητρα της Sandrine προς τον Marcel. Ίσα που την γνώριζαν και ήθελαν να προστατεύσουν τον Marcel. Πολλοί θεωρούσαν την Sandrine χρυσοθήρα και μίλησαν στον Marcel για αυτό. Ήταν εμφανές πως έβλεπαν την Sandrine ως εισβολέα και νόμιζαν πως ο Marcel θα είχε προβλήματα.

Ήταν χρυσοθήρας;

Οι φίλοι και η οικογένεια του Marcel είχαν ακούσει πολλές ιστορίες με χρυσοθήρες. Γυναίκες που εξαπατούσαν πλούσιους και ηλικιωμένους άνδρες για να κληρονομήσουν την περιουσία τους αφού πεθάνουν. Ήθελαν ο Marcel να παντρευτεί κάποια που τον αγαπάει πραγματικά. Βλέποντας τα 20 χρόνια που είχαν διαφορά ηλικίας και τον διαφορετικό τρόπο ζωής, δεν πίστευαν πως η Sandrine ήταν κατάλληλη.

 

 

Δεν βοηθούσε και το γεγονός πως η Sandrine πάντα κυκλοφορούσε ντυμένη υπερβολικά καλά. Ήταν πολύ διαφορετική από τις υπόλοιπες γυναίκες του χωριού. Επίσης πάντα πίεζε τον Marcel να βγούνε μαζί έξω. Ήθελε να τους βλέπουν μαζί στο χωριό και όλοι στην περιοχή να γνωρίζουν πως είναι ζευγάρι.

Παλεύοντας για την αγάπη

Παρά τις αντιρρήσεις των φίλων του, ο Marcel αποφάσισε να μείνει με την Sandrine και να παλέψει για την αγάπη τους. Η Sandrine προσπαθούσε επίσης να κερδίσει την αγάπη των χωρικών. Ξεκαθάρισε πως σκοπεύει να περάσει όλη της την ζωή με τον Marcel. Αν και στην αρχή ήταν διστακτικοί με την σχέση τους, η οικογένεια και οι φίλοι του Marcel άρχισαν να πιστεύουν πως η Sandrine αγαπούσε πραγματικά τον Marcel.

H Sandrine ίσως ήταν εκείνη που ο Marcel περίμενε όλη του τη ζωή. Βλέποντας τον Marcel ευτυχισμένο, ήλπιζαν απλά πως είχαν κάνει λάθος. Εξάλλου ήξεραν πως ο Marcel ήταν έξυπνος. Θα έβλεπε τα προειδοποιητικά σημάδια για την Sandrine στην σχέση τους.

Η απρόσμενη εξέλιξη των πραγμάτων

Μια μέρα, ο Marcel σκέφτηκε πόσο έχει αλλάξει η ζωή του από τότε που βρήκε τη Sandrine. Ξαφνικά ήταν σίγουρος για ένα πράγμα- αυτή ήταν η γυναίκα με την οποία ήθελε να περάσει την υπόλοιπη ζωή του. Και προς έκπληξη όλων όσων γνώριζαν τον ερημίτη εκατομμυριούχο, ο Marcel αποφάσισε να κάνει πρόταση γάμου στη Sandrine. Φυσικά, η Sandrine είπε ναι στην πρόταση γάμου που της έκανε.

Όλα όσα συνέβαιναν ήταν εκτός χαρακτήρα για τον Marcel. Ο κύκλος του άρχισε να έχει αμφιβολίες. Αλλά τί μπορούσαν να κάνουν; Ο Marcel είχε τυφλωθεί από έρωτα, και τώρα είχαν αρραβωνιαστεί. Κανένας δεν ήθελε να σχολιάσει τα ακριβά δώρα και τα χρήματα που ζητούσε συνέχεια να της δώσει.

Τα σχόλια της πόλης

Μήπως η Sandrine τον πίεσε να γίνει γρήγορα ο γάμος; Ούτε που ήξεραν αυτήν την γυναίκα. Εμφανίστηκε από το πουθενά, και ευχόντουσαν ο Marcel να μην πάρει βιαστηκά μια τέτοια απόφαση. Και όπως υποψιάζονταν, η ημέρα του γάμου ήρθε γρήγορα, όπως και ο αρραβώνας.

Ο Marcel, αρχικά ήταν θυμωμένος με όλους που δεν έκαναν την Sandrine να νιώθει ευπρόσδεκτη. Έστειλε όλες τις προσκλήσεις για τον γάμο μέσω ταχυδρομείου. Η τελετή θα γινόταν στο παρεκκλήσι του χωριού, και προσκάλεσε τους πάντες. Οι κοντινοί του άνθρωποι σοκαρίστηκαν με το πόσο γρήγορα προχωρούσε η σχέση τους. Όταν έλαβαν τα προσκλητήρια, όλη η πόλη μιλούσε για αυτό.

Η μεγάλη ημέρα

Όταν ήρθε η μεγάλη ημέρα, όλοι οι κάτοικοι του χωριού παραβρέθηκαν στον γάμο. Φόρεσαν τα καλύτερα ρούχα τους και μαζεύτηκαν να υποστηρίζουν τον Marcel. Αν και όλοι πήγαν στον γάμο, πριν ξεκινήσει υπήρχε μεγάλη ένταση στην ατμόσφαιρα. Ορισμένοι ήλπιζαν πως ο Marcel θα αποφάσιζε τελευταία στιγμή να ακυρώσει τον γάμο.

Δεν υπήρχε αμφιβολία ότι δεν ήταν όλοι ευχαριστημένοι κατά την διάρκεια της τελετής. Και δεν ήταν όλοι αρκετά ευγενικοί για να κρατήσουν τα συναισθήματά τους για τον εαυτό τους. Στην πραγματικότητα, ορισμένοι στο ακροατήριο γελούσαν και γιούχαραν τους νεόνυμφους καθώς έβγαιναν από το παρεκκλήσι του χωριού μετά την τελετή του γάμου τους. Η Sandrine ήταν σαφώς ενοχλημένη, αλλά αποφάσισε να κρατήσει το πηγούνι της ψηλά και να συνεχίσει να χαμογελά. Δεν περίμενε η γαμήλια τελετή της να καταλήξει έτσι.

Η θλιμμένη νύφη

Ο Marcel κατάλαβε αμέσως το πόσο θλιμμένη ήταν η Sandrine. Διαβεβαίωσε την Sandrine πως την αγαπούσε και πως ήταν ο έρωτας της ζωής του. Όλα τα άσχημα σχόλια και οι προσβολές δεν είχαν σημασία. Ήταν πλέον παντρεμένοι και κανένας δεν είχε δικαίωμα να τους κρίνει.

Παρά τις διαβεβαιώσεις, η Sandrine δεν μπορούσε να διώξει την θλίψη της. Μία νύφη πρέπει να νιώθει πριγκίπισσα την ημέρα του γάμου της. Αλλά οι κάτοικοι του χωριού της συμπεριφέρονταν σαν να είναι τέρας. Ήταν εμφανές πως οι άνθρωποι την έβλεπαν σαν εχθρό.

Μία δύσκολη ύπαρξη

Από τον γάμο τους, ο κύκλος του Marcel δεν έδειχνε τόσο την δυσαρέσκειά του απέναντι στην Sandrine. Πέρασαν μήνες από τότε που η Sandrine και ο Marcel γνωρίστηκαν, αλλά ο κόσμος συνέχισε να την αποκαλεί χρυσοθήρα. Η Sandrine λύγιζε από τα άσχημα σχόλια και τα περίεργα βλέμματα κάθε φορά που έβγαινε από το σπίτι. Της φαινόταν πολύ δύσκολο να ζει στο χωριό όταν όλοι την μισούσαν.

Η Sandrine έκανε ότι καλύτερο μπορούσε για να ζήσει σε αυτή την κατάσταση. Όταν αυτή και ο Marcel έβγαιναν έξω, έγινε πιο αποφασισμένη να αποδείξει σε όλους πόσο αγαπούσε και λάτρευε τον Marcel. Περήφανη για τη σχέση τους, δημοσίευσε ακόμη και χαριτωμένες φωτογραφίες και selfies μαζί του. Όμως ακόμα κι αν ο Marcel ήταν πάντα χαμογελαστός και φαινόταν χαρούμενος, κανένας από τους χωρικούς δεν φάνηκε να το αναγνωρίζει.

Μία παράξενη συμφωνία

Μία ημέρα, η Sandrine και ο Marcel έκαναν μια δύσκολη συζήτηση. Του είπε πως δεν άντεχε άλλο να ζει σε ένα χωριό όπου όλοι την μισούσαν. Ο Marcel, όπως ήταν φυσικό, δεν ήθελε να μετακομίσει μακριά από την οικογένεια και τους φίλους του. Με το πέρας της συζήτησης, αποφάσισαν να κάνουν μία περίεργη συμφωνία στον γάμο τους.

Αποφάσισαν να μην ζήσουν μαζί. Κι ενώ συνήθως οι νιόπαντροι δεν θέλουν να περάσουν ούτε λεπτό μακριά ο ένας από τον άλλον, η κατάσταση ήταν διαφορετική για τον Marcel και την Sandrine. Και οι δύο δεν είχαν κανένα πρόβλημα με αυτό.

Γάμος εξ αποστάσεως

Όταν όλοι άκουσαν για αυτή τη συμφωνία, το μίσος τους για τη Sandrine έγινε ακόμα μεγαλύτερο. Αν και αγαπούσαν πραγματικά ο ένας τον άλλον, πως μπορούσαν να ζήσουν χώρια; Η συμφωνία τους δεν ήταν απλά η Sandrine να ζήσει για λίγο έξω από το χωριό.

Στην πραγματικότητα, η συμφωνία ήταν η Sandrine να γυρίσει στο Παρίσι ενώ ο Marcel θα έμενε στο χωριό. Όταν οι φίλοι και οι συγγενείς ρώτησαν το γιατί, ο Marcel είπε πως η Sandrine είχε δουλειές στο Παρίσι, ενώ εκείνος έπρεπε να μείνει πίσω για να προσέχει την επιχείρησή του.

Αφήνοντας πίσω την μοναχική ζωή

Η νέα συμφωνία ύψωσε μερικές κόκκινες σημαίες και σύντομα, όλη η πόλη μιλούσε για αυτό. Όταν οι φήμες έφτασαν στη Sandrine, φρόντισε να πει στον κόσμο ότι απλά είχε κάποιες επιχειρηματικές υποχρεώσεις στο Παρίσι. Εκτός αυτού, θα μπορούσε να γυρίσει πίσω στο χωριό όποτε την χρειαζόταν ο Marcel. Το ίδιο μπορούσε να κάνει και ο Marcel. Η απόσταση δεν θα ήταν μεγάλο εμπόδιο.

Οι κάτοικοι του χωριού ήταν πεπεισμένοι πως η Sandrine έφυγε για το Παρίσι για την δεν άντεχε να ζει σε μία απλή ξύλινη καλύβα και πως έβρισκε δύσκολη την ερμητική ζωή του Marcel. Εκείνη ήταν παριζιάνα, και ήθελε πολυτελή ρούχα, ακριβά φαγητά και μία έντονη ζωή με όλες τις ανέσεις. Ποτέ δεν θα μπορούσε να τα έχει στο ήσυχο και απλοϊκό χωριό του Marcel.

Ένα ατυχές συμβάν

Ένα έτος μετά τον γάμο τους, ενώ η Sandrine επισκέφθηκε τον Marcel, έφερε μαζί της μερικούς φίλους. Πήγαν όλοι μαζί μία εκδρομή για να δείξουν στους φίλους της Sandrine τα αξιοθέατα. Δυστυχώς όμως έχασαν τον έλεγχο του αυτοκινήτου τους. Ο Marcel έχασε την ζωή του στο δυστύχημα, ενώ η Sandrine έμεινε χήρα.

Ο πρόωρος θάνατος του Marcel σόκαρε τους πάντες. Όλο το χωριό και οι ντόπιοι της περιοχής θρήνησαν για τον ταπεινό εκατομμυριούχο που τους άγγιξε με την απλότητά του. Πολλοί άνθρωποι προσπάθησαν να βοηθήσουν την χήρα με την κηδεία. Όλοι ήθελαν να δώσουν στον Marcel έναν αξιοπρεπή αποχαιρετισμό. Αποφάσισαν η κηδεία να γίνει στο παρεκκλήσι του χωριού.

Εκείνοι που έβλαψαν τον Marcel

Ο παπάς της περιοχής που λειτουργούσε στο παρεκκλήσι ήταν καλός φίλος του Marcel. Γνώριζε το πόσο καλός άνθρωπος ήταν ο αποθανών. Ο ξαφνικός του θάνατος τάραξε τον παπά, και το θεώρησε καλή ευκαιρία να διδάξει κάτι τους κατοίκους του χωριού.

Κατηγόρησε εκείνους που έβλεπαν τον Marcel σαν κινούμενη τράπεζα. Η λειτουργία του παπά ήταν ανυπόφορη για εκείνους που είχαν εκμεταλλευτεί τον ταπεινό και αξιοπρεπή εκατομμυριούχο. Ο παπάς ήλπιζε πως ορισμένοι θα άλλαζαν μυαλά και θα μετανοούσαν.

Η υστερική χήρα

Η Sandrine δεν πήρε καλά το θάνατο του Marcel. Κατά τη διάρκεια της κηδείας, ήταν υστερική και έκλαιγε όλη την ώρα. Προσπάθησε ακόμη και να μπει μέσα στον τάφο του Marcel όταν κατέβασαν το φέρετρό του. Ήταν εμφανώς διχασμένη και συγκλονισμένη από την απώλεια. Όμως κανένας από τους ντόπιους δεν έδειξε οίκτο ή συμπόνια. Το περιστατικό δεν άλλαξε τη δυσπιστία τους προς αυτήν.

Μόλις υποχώρησε το σοκ και η οδύνη, η οικογένεια και οι φίλοι του Marcel έσπευσαν να κατηγορήσουν την Sandrine για τα χειρότερα. Το ίδιο έκαναν και οι κάτοικοι του χωριού. Ήταν λες και οι ντόπιοι περίμεναν πως και πως να εκθέσουν την Sandrine μια για πάντα. Οι κατηγορίες ήταν εμφανώς υπερβολικές, αλλά επειδή ήταν τόσες πολλές ξεκίνησε μία έρευνα.

Αποκαλύφθηκε το πραγματικό της πρόσωπο

Παρά τις υποψίες, η Sandrine έκανε μια δήλωση. Είπε πως ήταν η μοναδική κληρονόμος της περιουσίας του Marcel. Δήλωσε πως είχε δει την διαθήκη του με τα μάτια της. Και κάνοντας τα πράγματα χειρότερα, η Sandrine είπε πως ήθελε να κάνει έξωση σε όλους όσους ζούσαν στις κατοικίες του Marcel, για να τις εκμεταλλευτεί οικονομικά. Είχε έρθει η ώρα που η νύφη θα έπαιρνε την εκδίκησή της για όλα τα άσχημα πράγματα που βίωσε από τους κατοίκους του χωριού.

Οι ντόπιοι δεν το πήραν καθόλου καλά. Ο Marcel είχε δώσει αυτή τη γη και τα σπίτια ως δώρο στην οικογένεια και τους φίλους του. Πως θα μπορούσε εκείνη να τους διώξει; Ήταν λες και δεν σεβόταν τις επιθυμίες του Marcel. Οι ισχυρισμοί της Sandrine οδήγησαν σε μεγάλες αντιδικίες με την οικογένεια του Marcel. Δεν φαινόταν πως θα μπορούσαν οι δυο μεριές να βρουν μία λύση.

Ζητώντας νομική βοήθεια

Καθώς ξεκίνησαν οι έρευνες για τον θάνατο του Marcel, άρχισαν και οι φήμες στο χωριό πως η Sandrine είχε σχεδιάσει τον θάνατό του από την αρχή. Αν και δεν υπήρχε καμία απόδειξη πως ήταν προμελετημένο, οι περισσότεροι το πίστευαν, γιατί ο Marcel δεν χρησιμοποιούσε ποτέ το αυτοκίνητό του. Επίσης το ότι όλοι οι υπόλοιποι φίλοι της Sandrine στο αμάξι επιβίωσαν, ακουγόταν σαν τεράστια σύμπτωση.

Επειδή κανένα στοιχείο δεν έδειχνε τη Sandrine ως υπαίτια, η οικογένεια του Marcel αποφάσισε να ζητήσει νομική βοήθεια. Οι δικηγόροι ενημέρωσαν ότι αν ο Marcel είχε αμφιβολίες για τη γυναίκα του, θα είχε αφήσει αποδείξεις. Εξάλλου, ο Marcel ήταν σοφός άνθρωπος. Αλλά η αλήθεια ήταν ότι κανείς τους δεν είχε μιλήσει με τον Marcel μετά το γάμο. Ο Marcel ήταν θυμωμένος με τους περισσότερους επειδή δεν μπορούσαν να αποδεχτούν τη Sandrine.

Ψάχνοντας αποδείξεις

Για τον λόγο αυτόν, η οικογένεια του Marcel πήγε στο ξύλινο σπιτάκι του και έψαχνε τα πράγματά του. Ήταν εμφανές πως η Sandrine δεν είχε πατήσει το πόδι της εκεί από τον θάνατό του. Βρήκανε όμως ένα χειρόγραφο σημείωμα πίσω από έναν φάκελο. Οι συγγενείς του παραλίγο να τον παραβλέψουν μέχρι που πρόσεξαν πως είχε υπογραφή δικηγόρου.

Όλοι μαζεύτηκαν και έκπληκτοι είδαν πως το σημείωμα ήταν η διαθήκη του Marcel. Αυτό που τους σόκαρε ήταν πως η Sandrine έλεγε ψέματα από την αρχή. Η γραφή ανήκε σίγουρα στον Marcel, και ήταν ταιριαστό που την έγραψε ταπεινά στο πίσω μέρος ενός χρησιμοποιημένου φακέλου. Αυτή ήταν η απόδειξη που θέλανε για να ξεσκεπάσουν τα σχέδια της Sandrine.

Η πραγματική διαθήκη

Όπως φαίνεται, ο Marcel κατάλαβε κάποια πράγματα και άλλαξε την διαθήκη του. Η διαθήκη έλεγε πως όλη η περιουσία του θα περνούσε στον ξάδερφό του. Όλα τα ακίνητα που είχε παραχωρήσει σε φίλους του θα γινόντουσαν δικά τους και με το νόμο. Οι οικογένεια και οι φίλοι μπορούσαν να κρατήσουν τα σπίτια που τους έχτισε καθώς και τη γύρω γη. Μοίραζε τα υπόλοιπα υπάρχοντά του στην οικογένειά του.

Δεν μπορούσαν να πιστέψουν αυτά που διάβαζαν. Ο Marcel άφησε στους αγαπημένους του το απόλυτο δώρο. Κανένας δεν στενοχωρήθηκε διαβάζοντας την διαθήκη. Όλοι ήταν αιώνια ευγνώμονες στον Marcel.

H ξεκρέμαστη χήρα

Όπως αποδεικνύονταν, η Sandrine δεν αναφέρονταν καν στη διαθήκη. Παρά το μίσος τους απέναντι της, ο Marcel παραβλέποντας τη Sandrine εξέπληξε τους πάντες. Ήξεραν πόσο γενναιόδωρος ήταν ο Marcel και ήταν σίγουροι ότι δεν θα άφηνε την Sandrine με άδεια χέρια, αλλά αυτό το σημείωμα έγραφε το αντίθετο. Υπήρχαν πολλές ερωτήσεις. Τι συνειδητοποίησε ο Marcel που τον έκανε να αλλάξει τη διαθήκη του και να αφήσει έξω τον Sandrine; Πώς κατάλαβε την αληθινά σχέδια της Sandrine;

Όταν αποκαλύφθηκε η διαθήκη, η Sandrine δεν το πήρε καθόλου καλά. Προσέλαβε την δική της ομάδα δικηγόρων για να την επιβεβαιώσει και να την προσβάλει. Ισχυρίστηκε πως ο Marcel ήταν τόσο ερωτευμένος μαζί της, που ήταν αδύνατο να μην άφησε τίποτα στη γυναίκα του. Αμφισβήτησε ακόμα και το πως η διαθήκη ήταν τόσο πρόχειρα γραμμένη στο πίσω μέρος ενός φακέλου. Δεν υπήρχε περίπτωση το έγγραφο να είναι έγκυρο, σύμφωνα με την Desiree.T και το indeedfinance.com.

Δικαιοσύνη και καρμική δικαίωση

Αλλά, όπως προαναφέραμε, η διαθήκη ήταν υπογεγραμμένη από δικηγόρο. Αυτό σήμαινε πως κάθε δικαστήριο θα την θεωρούσε έγκυρη. Η Sandrine όμως δεν έλεγε να κάνει πίσω. Είπε πως πλαστογράφησαν την υπογραφή του. Ήταν μία μακροχρόνια δίκη, αλλά η Sandrine ήταν αποφασισμένη να το πάει μέχρι τέλους. Ωστόσο, το 2016, το δικαστήριο αποφάσισε υπέρ της οικογένειας του Marcel. Η διαθήκη θεωρήθηκε έγκυρη άπαξ και διαπαντός.

Έτσι, οι υποψίες των χωρικών αποδείχθηκαν επιτέλους αληθείς. Χάρηκαν που ο Marcel κατάλαβε τις πραγματικές βλέψεις της Sandrine πριν πεθάνει. Η Sandrine στο τέλος δεν πήρε τίποτα.

Ήταν ισχυρό χτύπημα για την ίδια, και κατάλαβε πως οι προσπάθειές της να ξεγελάσει τον Marcel ήταν μάταιες.

Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr