Vintage Story: Νίκος Καζαντζάκης - 66 χρόνια από τον θάνατο του - πως έκλεψε ράσα ο παπά Σταύρος Καρπαθιωτάκης , τον κήδεψε παρά την απαγόρευση & τον έβαλαν φυλακή
Ένας από τους πιο σημαντικούς λογοτέχνες άφησε την τελευταία του πνοή σαν σήμερα, πριν από 66 χρόνια.
Ο Σταύρος Καρπαθιωτάκης το Νοέμβριο του 1957 ήταν στρατιωτικός ιερέας και υπηρετούσε στο Ηράκλειο. Κι όπως είχε πει σε συνέντευξή του στην Ελένη Κατσουλάκη:
«Τον Νοέμβριο του 1957 ήμουνα στρατιώτης και παπάς και υπηρετούσα την θητεία μου στο Ηράκλειο. Μια μέρα πριν την κηδεία του Καζαντζάκη, ο διοικητής κάλεσε όλους τους στρατιωτικούς και έδωσε διαταγή να μην βγει κανείς έξω από το στρατόπεδο στις 5 Νοέμβριου.
Οι αρχές και ο στρατός φοβόνταν μεγάλες φασαρίες, γιατί είχε έρθει εκκλησιαστική διαταγή να μην ταφεί ο Καζαντζάκης. Όταν θα το ‘παιρναν χαμπάρι οι Κρητικοί θα έκαναν μεγάλες φασαρίες. Εγώ σαν παπάς ένιωσα πολύ άσχημα. Η συνείδηση μου με πείραζε πολύ.
Ήμουν παπάς. Δεν άντεχα να πάρω στον λαιμό μου τέτοιο άδικο. Δεν μπορούσα να αρνηθώ τα ιερά μυστήρια σ’ ένα βαφτισμένο Χριστιανό που δεν έκανε ποτέ κάτι ανήθικο ή εγκληματικό. Όσον αφορά τα βιβλία του δεν είμαι εγώ άξιος να τον κρίνω. […] Το ‘σκασα κρυφά από τον στρατό την μέρα της κηδείας.
Πήρα αθόρυβα τα ράσα μου και έτρεξα στον Μαρτινέγκο και τον έθαψα. […] Όλοι νόμισαν ότι με έστειλε η εκκλησία να τον κηδέψω. Είχαν δει και τον Μητροπολίτη Ευγένιο στον Άγιο Μηνά. Δεν ήξερε κανείς τι γινόταν στα παρασκήνια! […] Πέρασα από στρατιωτικό δικαστήριο και μπήκα φυλακή για έξι μήνες».
20 σπουδαίες φράσεις του Νίκου Καζαντζάκη που θα διδάξω στο παιδί μου
Εκείνη την Τρίτη 5 Νοεμβρίου 1957, στην κηδεία του Καζαντζάκη, ο παπά Σταύρος, έσωσε την τιμή της Εκκλησίας. Ο παπα-Σταύρος τιμωρήθηκε επειδή το έσκασε από το στρατόπεδο την ημέρα της κηδείας. Ίσως δεν γνώριζαν τι ακριβώς είχε κάνει τις ώρες που έφυγε από τη μονάδα του, γιατί τότε η τιμωρία του μπορεί να ήταν αυστηρότερη.
Ο Νίκος Καζαντζάκης
Ο Νίκος Καζαντζάκης ήταν Έλληνας συγγραφέας, δημοσιογράφος, πολιτικός, ποιητής και φιλόσοφος, με πλούσιο λογοτεχνικό, ποιητικό και μεταφραστικό έργο.
Αναγνωρίζεται ως ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Έλληνες λογοτέχνες και ως ο περισσότερο μεταφρασμένος παγκοσμίως.
Έγινε ακόμη γνωστότερος μέσω της κινηματογραφικής απόδοσης των έργων του Ο Χριστός ξανασταυρώνεται, Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά και Ο Τελευταίος Πειρασμός.
Ήταν ένας από τους πιο σεβαστούς από τον λαό και από τους πλέον αναγνωρισμένους στο εξωτερικό, συγγραφείς. Από το 1945 έως το 1948, ήταν πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών.
Ο θάνατος του συγγραφέα και η κήδευσή του
Ο «Ζορμπάς» του Καζαντζάκη εκδόθηκε στο Παρίσι το 1947 και με την επανέκδοση του το 1954 βραβεύτηκε ως το καλύτερο ξένο βιβλίο της χρονιάς. Το 1955 ο συγγραφέας μαζί με τον Κακριδή χρηματοδότησαν την έκδοση της δικής τους μετάφρασης της Ιλιάδας, ενώ την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε τελικά στην Ελλάδα ο Τελευταίος Πειρασμός.
Τον επόμενο χρόνο τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Θεάτρου στην Αθήνα για τους τρεις τόμους Θέατρο Α΄, Β΄, Γ΄ και με το Παγκόσμιο Βραβείο Ειρήνης στη Βιέννη, ένα βραβείο το οποίο προερχόταν από το σύνολο των τότε Σοσιαλιστικών χωρών. Καθώς μια από αυτές ήταν η Κίνα, επιχείρησε δεύτερο ταξίδι εκεί τον Ιούνιο του 1957, προσκεκλημένος της κινεζικής κυβέρνησης.
Επέστρεψε με κλονισμένη την υγεία του προσβληθείς από λευχαιμία. Νοσηλεύτηκε στην Κοπεγχάγη της Δανίας και το Φράιμπουργκ (Freiburg im Breisgau) της Γερμανίας, όπου τελικά κατέληξε στις 26 Οκτωβρίου 1957 σε ηλικία 74 ετών. Εντούτοις σύμφωνα με άλλες μαρτυρίες η λευχαιμία εμφανίστηκε στον Καζαντζάκη κατά τον χειμώνα του 1938, 19 χρόνια πριν απ' το τέλος του, το οποίο αποδίδεται σε βαριάς μορφής ασιατική γρίπη.
Η σορός του μεταφέρθηκε στο στρατιωτικό αεροδρόμιο της Ελευσίνας. Στο Φράιμπουργκ μετέβη η δικηγόρος Αγνή Ρουσοπούλου.
Η Ελένη Καζαντζάκη ζήτησε από την Εκκλησία της Ελλάδος να τεθεί η σορός του σε λαϊκό προσκύνημα, επιθυμία την οποία ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος, Θεόκλητος Β΄ απέρριψε με τη δικαιολογία του ότι υπήρχαν σχετικοί φόβοι πρόκλησης επεισοδίων εκ μέρους παραεκκλησιαστικών οργανώσεων. Μάλιστα εστάλησαν σχετικά τηλεγραφήματα προς τον Αρχιεπίσκοπο.
Έτσι, η σορός του συγγραφέα μεταφέρθηκε στο Ηράκλειο.
Συνοδευόταν από τη σύζυγό του, τον Γεώργιο Παπανδρέου και τον Κακριδή. Το αεροσκάφος για τη μεταφορά διέθεσε ο Αριστοτέλης Ωνάσης.
Έπειτα από μεγάλη λειτουργία στον Ναό του Αγίου Μηνά, η οποία εψάλη στις 11 το πρωί παρουσία του Αρχιεπισκόπου Κρήτης Ευγενίου και 17 ακόμη ιερέων, έγινε η ταφή του Νίκου Καζαντζάκη, στην οποία όμως εκείνοι δεν συμμετείχαν κατόπιν απαγόρευσης του Αρχιεπισκόπου.
Η ταφή έγινε στην Τάπια Μαρτινέγκο, πάνω στα βενετσιάνικα τείχη του Ηρακλείου, διότι η ταφή του σε νεκροταφείο απαγορεύτηκε από την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος. Τη σορό συνόδευσαν ο τότε υπουργός Παιδείας Αχιλλέας Κ. Γεροκωστόπουλος και ο στρατιωτικός ιερέας Σταύρος Καρπαθιωτάκης, ο οποίος αργότερα τιμωρήθηκε με ποινή φυλάκισης 20 ημερών, επειδή απουσίαζε από την υπηρεσία του χωρίς άδεια.
Στον τάφο του Νίκου Καζαντζάκη χαράχτηκε, όπως το θέλησε ο ίδιος, η επιγραφή: Δεν ελπίζω τίποτα, δε φοβούμαι τίποτα, είμαι λέφτερος.
Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο
Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr