Κομισιόν: Ανοίγει «παράθυρο» για επαναδιαπραγμάτευση
Τι απαντά η Αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Αθήνα σε κρίσιμα ερωτήματα
Τι απαντά η Αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Αθήνα σε κρίσιμα ερωτήματα
«Παράθυρο» για επαναδιαπραγμάτευση του Μνημονίου με την κυβέρνηση που θα προκύψει μετά τις εκλογές ανοίγει η Κομισιόν, προσδιορίζοντας το πλαίσιο στο οποίο μπορούν κινηθούν οι δύο πλευρές, Ελλάδα και ΕΕ, χωρίς να διαταραχθούν οι σχέσεις ούτε να απειληθεί το μέλλον της Ελλάδας μέσα στην ευρωζώνη.
Απαντώντας σε σειρά γραπτών ερωτημάτων του «Βήματος», η Αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Αθήνα σημειώνει ότι η «η ελληνική κυβέρνηση έχει τη δυνατότητα να ζητήσει την αντικατάσταση επιμέρους μέτρων από άλλα ισοδύναμου αποτελέσματος» και κάνει λόγο για «ενδεχόμενη επιμήκυνση του χρόνου υλοποίησης των δημοσιονομικών στόχων του μνημονίου» η οποία ωστόσο θα απαιτήσει επιπλέον βοήθεια από τα υπόλοιπα κράτη-μέλη.
«Η ΕΕ αναγνωρίζει τις θυσίες των Ελλήνων, που είναι μεγαλύτερες από κάθε άλλο λαό, και επιθυμεί την παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ενωση» σημειώνεται στο κείμενο των απαντήσεων, οι οποίες απηχούν την επίσημη θέση των Βρυξελλών.
Στο ερώτημα αν η Ελλάδα θα συνεχίσει να λαμβάνει οικονομική βοήθεια σε περίπτωση καταγγελίας του μνημονίου, η απάντηση είναι επί της ουσίας αρνητική. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σημειώνει επίσης ότι «εάν η Ελλάδα αποφάσιζε να απορρίψει το μνημόνιο, η οικονομία της, κατά πάσα πιθανότητα, θα κατέρρεε λόγω έλλειψης χρηματοδότησης και η απότομη προσαρμογή που θα επακολουθούσε θα δυσχέραινε την παραμονή της χώρας στο ευρώ». Ωστόσο ξεκαθαρίζει ότι «δεν υπάρχει ούτε η νομική δυνατότητα, αλλά ούτε και η πρόθεση να εκδιώξει η Ευρωπαϊκή Ένωση οποιοδήποτε κράτος μέλος από την ευρωζώνη».
Οι απαντήσεις της Αντιπροσωπείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Αθήνα:
-Είναι αποτυχία η μέχρι τώρα εφαρμογή του μνημονίου; -«Είναι αλήθεια ότι πολλοί από τους στόχους που έθετε το πρώτο πρόγραμμα στήριξης δεν επιτεύχθηκαν. Στους τομείς της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής, της φοροείσπραξης και των ιδιωτικοποιήσεων παρατηρήθηκαν καθυστερήσεις για διάφορους λόγους όπως η ελλιπής εφαρμογή των διαρθρωτικών αλλαγών, οι εγγενείς αδυναμίες της δημόσιας διοίκησης, η κοινωνική αναταραχή και μια πολύ σοβαρότερη από το αναμενόμενο ύφεση, η οποία έπληξε και άλλες χώρες. Ωστόσο, η Ελλάδα μείωσε σε σημαντικό βαθμό το κρατικό έλλειμμα από 15,75% του ΑΕΠ το 2009 σε 9,25% το 2011 -ποσοστό που αποτελεί τη μεγαλύτερη μείωση ανάμεσα στις χώρες της ΕΕ. Επίσης, προχώρησε σε θεσμικές αλλαγές, όπως η μεταρρύθμιση του συστήματος των συντάξεων, η ενοποίηση των μισθολογίων του δημοσίου, η εκκίνηση ενός προγράμματος αποκρατικοποιήσεων, που μεσοπρόθεσμα θα προσφέρουν θετικά αποτελέσματα. Επομένως, η εφαρμογή του πρώτου μνημονίου δεν μπορεί να θεωρηθεί αποτυχία. Παρά τις ατέλειες, ήταν η πρώτη σοβαρή προσπάθεια νοικοκυρέματος της ελληνικής οικονομίας των τελευταίων δεκαετιών».
-Η Ελλάδα μπορεί να επαναδιαπραγματευτεί το πρόγραμμα; -«Το πρόγραμμα επικαιροποιείται και προσαρμόζεται κάθε τρίμηνο. Επίσης, η ελληνική κυβέρνηση έχει τη δυνατότητα να ζητήσει την αντικατάσταση επιμέρους μέτρων από άλλα ισοδύναμου αποτελέσματος. Ομως, μια συνολική επαναδιαπραγμάτευση του μνημονίου απαιτεί τη σύμφωνη γνώμη όλων των εμπλεκόμενων οργανισμών και των κρατών μελών που συμμετέχουν στο EFSF (Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας). Αλλωστε, δε θα πρέπει να ξεχνάμε ότι μια ενδεχόμενη επιμήκυνση του χρόνου υλοποίησης των δημοσιονομικών στόχων του μνημονίου θα είχε οικονομικές επιπτώσεις οι οποίες θα έπρεπε να καλυφθούν με επιπλέον οικονομική βοήθεια από τα κράτη μέλη».
-Η Ελλάδα θα συνεχίσει να λαμβάνει οικονομική βοήθεια σε περίπτωση καταγγελίας του μνημονίου; -«Το μνημόνιο αποτελεί διμερή συμφωνία. Εφόσον η μία πλευρά αποφασίσει μονομερώς να το απορρίψει, το άλλο μέρος δεν υποχρεούται πια να τηρήσει τις συμφωνημένες δεσμεύσεις, δηλαδή την παροχή των δόσεων των δανείων».
- Συνδέεται η υλοποίηση του μνημονίου με την παραμονή της Ελλάδας στην ευρωζώνη; -«Νομικά όχι. Πρακτικά, εάν η Ελλάδα αποφάσιζε να απορρίψει το μνημόνιο, η οικονομία της, κατά πάσα πιθανότητα, θα κατέρρεε λόγω έλλειψης χρηματοδότησης και η απότομη προσαρμογή που θα επακολουθούσε θα δυσχέραινε την παραμονή της χώρας στο ευρώ. Συνεπώς, η Ελλάδα έχει κάθε συμφέρον να παραμείνει σε μια ενωμένη Ευρωζώνη και να χρησιμοποιήσει το παράθυρο ευκαιρίας που έχει, προκειμένου να θέσει την οικονομία της σε μια πορεία πραγματικής σύγκλισης με τις λοιπές ευρωπαϊκές οικονομίες. Σ' αυτή την προσπάθειά της, η Ελλάδα θα βρει τους ευρωπαίους εταίρους δίπλα της».
-Μπορεί η ΕΕ να εκδιώξει την Ελλάδα από το ευρώ; -«Δεν υπάρχει ούτε η νομική δυνατότητα, αλλά ούτε και η πρόθεση να εκδιώξει η Ευρωπαϊκή Ένωση οποιοδήποτε κράτος μέλος από την Ευρωζώνη. Η ΕΕ αναγνωρίζει τις θυσίες των Ελλήνων, που είναι μεγαλύτερες από κάθε άλλο λαό, και επιθυμεί την παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η ένταξη της Ελλάδας στο ευρώ αποφασίστηκε ως προσχώρηση μονής κατεύθυνσης (one-way) και αποτελεί για το λόγο αυτό τον ύστατο στόχο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης».
«Ποιός αποφασίζει τα μέτρα;»
-«Το "μνημόνιο κατανόησης" είναι μια συμφωνία μεταξύ της Ελληνικής Κυβέρνησης από τη μία πλευρά και, από την άλλη, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (για λογαριασμό των κρατών μελών της Ευρωζώνης), της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (της λεγομένης Τρόικας). Είναι ένα πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής για την Ελλάδα με στόχο την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης.
Μια πρώτη συμφωνία προέκυψε μετά από αίτημα της Ελλάδας τον Απρίλιο του 2010. Η δεύτερη συμφωνία υπεγράφη το Μάρτιο του 2012. Το μνημόνιο, όπως ισχύει, περιγράφει τα μέτρα που δεσμεύονται να πάρουν οι ελληνικές αρχές στους διάφορους τομείς της οικονομίας προκειμένου να βγει η Ελλάδα από την παρούσα κρίση και να βελτιώσει τις δομές της στοχεύοντας την οικονομική ανάπτυξη. Και τα δύο προγράμματα οικονομικής προσαρμογής συνοδεύονται από δανειακές συμβάσεις, ύψους 110 και 130 δισ. ευρώ, αντιστοίχως. Τα δάνεια αυτά είναι απαραίτητα για τη λειτουργία της οικονομίας όσο καιρό η Ελλάδα θα έχει περισσότερα έξοδα από έσοδα και δεν θα μπορεί να απευθυνθεί στις χρηματοοικονομικές αγορές λόγω της πολύ προβληματικής δημοσιονομικής της κατάστασης. Αποτελούν, συνεπώς, μια πράξη αλληλεγγύης των εταίρων της Ελλάδας χωρίς την οποία η χώρα θα είχε ήδη πτωχεύσει και τα μέτρα λιτότητας θα ήταν πιο οδυνηρά για τους πολίτες».
- Ποιος παίρνει τα μέτρα ;
-«Το πρόγραμμα "ανήκει στην Ελλάδα", είναι δηλαδή ευθύνη του ελληνικού κράτους. Συνομολογήθηκε μετά από διαπραγματεύσεις μεταξύ των εκπροσώπων των ελληνικών αρχών και της Τρόικας. Η Τρόικα προτείνει τους στόχους για κάθε τομέα δράσης και η Κυβέρνηση μελετά και αποφασίζει συγκεκριμένα μέτρα υλοποίησης αυτών των στόχων. Συνεπώς, η λήψη και η εφαρμογή των συγκεκριμένων μέτρων είναι ευθύνη της ελληνικής κυβέρνησης. Από τη δική της πλευρά, η Τρόικα εξετάζει κάθε τρίμηνο την εφαρμογή των συμφωνημένων μέτρων και προτείνει την εκταμίευση της εκάστοτε δόσης του δανείου».
-Για ποιο λόγο το πρόγραμμα στήριξης προβλέπει την οριζόντια μείωση του κατώτατου μισθού στον ιδιωτικό τομέα; -«Η ανταγωνιστικότητα της αγοράς εργασίας στην Ελλάδα μειώθηκε σημαντικά τα τελευταία χρόνια σε σύγκριση με τους υπόλοιπους εταίρους της. Αυτό οφείλεται, εν μέρει, στις αυξήσεις μισθών που δόθηκαν πέραν των αυξήσεων παραγωγικότητας. Σε άλλες χώρες της ΕΕ, οι αντίστοιχες αυξήσεις μισθών ήταν πιο περιορισμένες. Συνεπώς, η Ελλάδα οφείλει να αποκαταστήσει τη χαμένη ανταγωνιστικότητά της μέσω μιας εσωτερικής υποτίμησης, δηλαδή με τη μείωση τιμών και κόστους παραγωγής έναντι των ανταγωνιστικών χωρών, καθώς και με την ενίσχυση των εξαγωγών. Δεδομένου ότι απαιτείται χρόνος για να επιτευχθεί μεγάλη αύξηση της παραγωγικότητας, επιλέχθηκε η λύση να επέλθει μείωση του ονομαστικού μισθολογικού και μη μισθολογικού κόστους. Αυτό θα έχει επίσης θετική επίπτωση στην καταπολέμηση της ανεργίας των νέων και των μη ειδικευμένων εργαζομένων. Για να μην προχωρήσει σε περαιτέρω μειώσεις μισθών και να αποκτήσει μια ανταγωνιστική αγορά εργασίας, η Ελλάδα πρέπει να επιταχύνει την εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων όπως το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων, τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, την αύξηση της παραγωγικότητας και τη μείωση του κόστους παραγωγής».
-Γιατί κατά την εφαρμογή του μνημονίου η οικονομία βυθίστηκε σε τόσο βαθιά ύφεση; -«Η Ελλάδα είχε μπει σε ύφεση ήδη από το 2008, δηλαδή πολύ πριν από την υπογραφή του μνημονίου. Η παγκόσμια κρίση του 2008-2009 έφερε στο φως τα τρωτά σημεία της Ελλάδας. Ως αποτέλεσμα, το κλίμα στις αγορές για την Ελλάδα επιδεινώθηκε απότομα στις αρχές του 2010. Επιπλέον, η έκταση της επιδείνωσης της δημοσιονομικής κατάστασης διαφάνηκε αργά, λόγω σοβαρών ελλείψεων στα συστήματα λογαριασμών και στατιστικών της Ελλάδας. Το γεγονός αυτό καθυστέρησε την εφαρμογή διορθωτικών μέτρων από τη χώρα και επίσης εξέπληξε τις αγορές, οι οποίες άρχισαν να ανησυχούν σχετικά με τη δημοσιονομική σταθερότητα της Ελλάδας. Οι κυριότεροι οργανισμοί αξιολόγησης υποβάθμισαν τη χώρα, η δε απόδοση των κρατικών ομολόγων και το ύψος των ασφαλίστρων κινδύνου (CDS) αυξήθηκαν απότομα από το τέλος του 2009. Υπό αυτές τις συνθήκες ο δανεισμός από τις αγορές έγινε τελείως ασύμφορος. Από τη στιγμή που οι αγορές σταμάτησαν να δανείζουν στην Ελλάδα, η ύφεση επιδεινώθηκε.
Το μνημόνιο είναι μια συμφωνία για συνέχιση της δανειοδότησης της Ελλάδας από τους εταίρους, ώστε η απαραίτητη εξυγίανση να γίνει σταδιακά και συγχρόνως να δοθεί χρόνος για τις αλλαγές στη δομή της ελληνικής οικονομίας. Με την προσαρμογή της οικονομίας μας, θα σταθεροποιηθεί το τραπεζικό σύστημα και θα αυξηθεί ο δανεισμός για επενδύσεις στις επιχειρήσεις, θα μειωθεί το κόστος προϊόντων και υπηρεσιών και θα βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα μας, θα αυξηθεί η απασχόληση αφού οι επιχειρήσεις θα προσλαμβάνουν και πάλι υπαλλήλους, και θα αυξηθούν οι δημόσιες επενδύσεις και οι στοχευμένες παροχές, αφού θα περιοριστεί η σπατάλη και θα αντιμετωπιστεί η φοροδιαφυγή».
-Ποιες είναι οι διαφορές μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου προγράμματος στήριξης; -«Οι στόχοι των δύο προγραμμάτων είναι ίδιοι, θέτουν όμως διαφορετικές προτεραιότητες: Το δεύτερο πρόγραμμα εστιάζει στην ανάγκη υλοποίησης αναπτυξιακών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και επιτρέπει μια πιο αργή δημοσιονομική προσαρμογή και μια σταδιακή διαδικασία ιδιωτικοποίησης. Το PSI, δηλαδή το «κούρεμα» του χρέους - ευεργέτημα του οποίου αποδέκτης είναι μόνο η Ελλάδα - αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του δεύτερου προγράμματος και η επιτυχής ολοκλήρωσή του ουσιαστικά επιτρέπει τη μεγαλύτερη επικέντρωση σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα προωθήσουν την ανάπτυξη μεσοπρόθεσμα».
- Ποιο είναι το συνολικό ποσό βοήθειας προς την Ελλάδα; -«Η συνολική χρηματοδότηση που προβλέπεται για την Ελλάδα ανέρχεται σε 240 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 110 δις ευρώ από το πρώτο πρόγραμμα και 130 δισ. ευρώ από το δεύτερο. Το ποσό αυτό είναι μεγαλύτερο από το ΑΕΠ της χώρας και αντιστοιχεί σε περίπου 21.000 ευρώ ανά Έλληνα πολίτη. Μέχρι στιγμής έχουν καταβληθεί 147,6 δισ. ευρώ. Σε αυτή τη βοήθεια θα μπορούσε να προστεθεί η σημαντική και αναδρομική μείωση του επιτοκίου δανεισμού καθώς και το PSI, το οποίο μείωσε το χρέος κατά περίπου 100 δις ευρώ και βελτιώθηκαν σημαντικά οι συνθήκες αποπληρωμής του υπολοίπου».
-Οι εταίροι της Ελλάδας έχουν οικονομικό όφελος από τα δάνεια που δίδονται στη χώρα μας; -«Το πρόγραμμα δανεισμού σκοπό έχει να στηρίξει την Ελλάδα με το χαμηλότερο δυνατό κόστος. Γι'αυτό τα επιτόκια δανεισμού της Ελλάδας διαμορφώνονται με τη πιο μικρή διαφορά μεταξύ χρηματοδοτικού κόστους και κόστους δανεισμού. Επιπλέον, τα υπόλοιπα κράτη μέλη της Ευρωζώνης αναλαμβάνουν συγκεκριμένο χρηματοοικονομικό κίνδυνο επιβαρύνοντας παράλληλα τη δανειοληπτική τους αξιολόγηση προκειμένου να δανείσουν την Ελλάδα και άλλα κράτη μέλη με χαμηλή χρηματοπιστωτική αξιολόγηση (π.χ. Πορτογαλία, Ιρλανδία)».
Πηγή: www.tovima.gr
Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο
Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr