Top Woman η Κατερίνα Γρέγου μια διεθνής επιμελήτρια εκθέσεων: Η τέχνη δίνει το έναυσμα στους ανθρώπους να σκέφτονται διαφορετικά

«Από την απαισιοδοξία της νόησης στην αισιοδοξία της πράξης» είναι ο τίτλος  της κεντρικής έκθεσης της 5ης Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης, που θα διαρκέσει μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου 2015.

Ο τίτλος της έκθεσης αντλείται από φράση του Ιταλού πολιτικού στοχαστή, ηγέτη του Κομμουνιστικού Κόμματος της χώρας του, Antonio Gramsci (1891 – 1937). Την επιμέλεια της κεντρικής έκθεσης έχει, μετά από την πρόσκληση της Διευθύντριας της 5ης Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης κυρίας Κατερίνας Κοσκινά, η κυρία Κατερίνα Γρέγου, ιστορικός Τέχνης-ανεξάρτητη επιμελήτρια. Η κυρία Γρέγου, που τα τελευταία χρόνια έχει ως έδρα της τις Βρυξέλλες, απαντά στις ερωτήσεις μας για την απόφασή της να θέσει στην κρίση και τη φαντασία των καλλιτεχνών τον δυϊσμό της φράσης του Antonio Gramsci αλλά και την ανταπόκριση των καλλιτεχνών σε αυτή την "πρόκληση".


 
Συνέντευξη: Μαριάννα Παπάκη

Culturenow.gr: «Από την απαισιοδοξία της νόησης στην αισιοδοξία της πράξης». Δεν θα μπορούσαμε να σκεφτούμε σήμερα πιο εύστοχο τίτλο για ένα πολιτιστικό γεγονός μεγάλης σπουδαιότητας, όπως η κεντρική έκθεση της 5ης Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης. Πείτε μας λίγα λόγια για τους λόγους που επιλέξατε μία φράση του Antonio Gramsci.
Κατερίνα Γρέγου: Ο δυϊσμός, που η φράση αυτή επικαλείται, αποτελεί αφετηρία για μια διερεύνηση της κρίσης που πλήττει την περιοχή της Μεσογείου –και πώς μπορεί αυτή η κρίση να ξεπεραστεί–, ζήτημα που βρίσκεται στο επίκεντρο του προβληματισμού της Μπιενάλε. Η επιλογή να οργανωθεί μια έκθεση με αφετηρία έναν αφορισμό του Gramsci που γράφτηκε πριν από 90 χρόνια βασίζεται στην πεποίθησή μου πως αποτυπώνει ιδανικά τη μετέωρη και αντιφάσκουσα στιγμή στην οποία βρισκόμαστε, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρώπη γενικότερα. Η κρίση, εξάλλου, δεν είναι ελληνική αλλά μεσογειακή, ευρωπαϊκή και παγκόσμια.
Η φράση του Gramsci -που αντιλαμβάνεται μεταξύ δύο εκ διαμέτρου αντίθετων εννοιών- είναι ιδιαίτερα επίκαιρη σήμερα, καθώς αποτυπώνει αυτήν ακριβώς την μεταιχμιακή κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε σήμερα: αφενός επιζητούμε την αλλαγή και έναν καλύτερο κόσμο, αφετέρου προσγειωνόμαστε από την πραγματικότητα και τη realpolitik. Η κεντρική έκθεση αξιοποιεί τις ιδέες του Gramsci ως σημείο αφετηρίας για να πραγματευτεί τη σημερινή κατάσταση της ύπαρξης ανάμεσα σε δύο καταστάσεις – μία νοητική και μία συνδεδεμένη άρρηκτα με την προβληματική «πραγματικότητα» που μας περιβάλλει. Μ’ ενδιαφέρει επίσης και η φιγούρα του ίδιου του Gramsci. Ο ίδιος ο Gramsci αποτελεί φωτεινό παράδειγμα της «αισιοδοξίας της θέλησης», παρά τις προσωπικές, πολιτικές και σωματικές δυσκολίες που αντιμετώπισε. Ο ιδεαλισμός και ο ουμανισμός που τον διέκρινε  -ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές του, τον βλέπουμε στα γραπτά του να ενδιαφέρεται περισσότερο για τους άλλους παρά για τον εαυτό του- δίνει κατά τη γνώμη μου ένα ηχηρό μήνυμα για την ατομικιστική εποχή μας.
 
Cul.N.: Με τη συγκεκριμένη επιλογή ποιο μήνυμα θα θέλατε να δώσετε μέσω της κεντρικής έκθεσης της Μπιενάλε Θεσσαλονίκης;
Κ.Γ.: Ότι δεν πρέπει να χάνουμε ποτέ την αισιοδοξία μας, ότι δεν πρέπει να εφησυχάζουμε, ότι πρέπει να ανακτήσουμε την χαμένη κοινωνική συνείδηση και την αίσθηση της ευθύνης που έχουμε όλοι μας σε σχέση με το κοινωνικό σύνολο. Ότι οι καλλιτέχνες έχουν έναν πολύ σημαντικό ρόλο να διαδραματίσουν σαν εναλλακτικές φωνές σε μια εποχή που σχεδόν όλα υπόκεινται στους νόμους της ιδιωτικοποίησης, της αγοράς, και των χρηματο-οικομομικών συμφερόντων.


Η τέχνη είναι ένας από τους τρόπους με τους οποίους μπορούμε να αμφισβητήσουμε αυτή την αίσθηση του αναπόφευκτου, καθώς ανοίγει νέους τρόπους εναλλακτικής άποψης του κόσμου, όχι μόνο στην υπάρχουσα αλλά και στη δυνητική, εναλλακτική μορφή του. Η τέχνη έχει τη δύναμη να εκφράζει και να εισηγείται πράγματα τα οποία είναι απαραίτητα αλλά απουσιάζουν από την κοινωνία. Μπορεί να αμφισβητεί τα δεδομένα, τις προκαταλήψεις, τις εμπεδωμένες απόψεις, δίνοντας έτσι το έναυσμα στους ανθρώπους να σκέφτονται διαφορετικά. Σε μια εποχή που οι περισσότερες πτυχές της δημόσιας (αλλά και της ιδιωτικής) ζωής αποτελούν όλο και περισσότερο αντικείμενο ρύθμισης, ελέγχου και παρακολούθησης, η δυνατότητα της τέχνης να λειτουργεί μέσα σε ένα από τα τελευταία οχυρά της ελεύθερης έκφρασης έχει ανεκτίμητη αξία. Θέλω να ελπίζω ότι αυτό είναι κάτι που βγαίνει μέσα από την έκθεση και που λειτουργεί ως έναυσμα για να ανοίξει περισσότερο το κοινό της σύγχρονης τέχνης. 
 
Cul.N.: Πείτε μας λίγα λόγια για τους συμμετέχοντες καλλιτέχνες και τα έργα με τα οποία συμμετέχουν στην έκθεση.
Κ.Γ.: Στην έκθεση συμμετέχουν 44 καλλιτέχνες και μία καλλιτεχνική κολεκτίβα με περισσότερα από 40 μέλη, από χώρες της Μεσογείου και όχι μόνο. Το έργο τους ασχολείται με πολιτικούς αλλά και αλληγορικούς και ποιητικούς τρόπους με την κατάσταση και τη γεωπολιτική της περιοχής – μιας περιοχής που αναμφίβολα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένα είδος «ζώνης κρίσης». Ορισμένοι καλλιτέχνες δεν καταπιάνονται στενά με τη Μεσόγειο, αλλά εγείρουν ζητήματα που είναι αλληλένδετα με την πολιτική της κρίσης. Οι καλλιτέχνες συμμετέχουν με ήδη υπάρχοντα έργα αλλά και με 14 εξ ολοκλήρου νέες παραγωγές ειδικά για την Μπιενάλε. Μέσα από το έργο αυτών των καλλιτεχνών, η έκθεση διερευνά τα πολλαπλά νοήματα της διττής φράσης του Gramsci που ενέπνευσε τον τίτλο της, καθώς και της ενδιάμεσης γκρίζας ζώνης. Η έκθεση στοχεύει επίσης στην ανάδειξη της αμφισημίας της τρέχουσας συγκυρίας, αντί να αναπαριστά απλώς την προβληματική και τα ζητήματα που συνδέονται με την κρίση.

Cul.N.: Πώς προσέλαβαν οι καλλιτέχνες, που συμμετέχουν με εξολοκλήρου νέες παραγωγές τον αφορισμό του Antonio Gramsci; Υπήρξαν αντιδιαμετρικά διαφορετικές οπτικές μέσω των δημιουργιών τους;

Κ.Γ.: Δεν θα έλεγα ότι υπήρχαν αντιδιαμετρικά διαφορετικές οπτικές αλλά μάλλον διαφορετικές ερμηνείες που αλληλοσυμπληρώνονται. Το ενδιαφέρον με τον αφορισμό του Gramsci είναι ότι μεταξύ των εννοιών της «απαισιοδοξίας της νόησης» και της «αισιοδοξίας της πράξης» υπάρχει ενδιάμεσος και ένας πιο ασαφής γκρίζος χώρος που μπορεί να ερμηνευτεί με διαφορετικούς τρόπους όπως το έργο του Olav Westphalen που παίζει με την έννοια του «φως στο τούνελ» με διαφορετικούς τρόπους.

Cul.N.: Στο σύνολο των έργων της έκθεσης τελικά υπερτερεί το μήνυμα της απαισιοδοξίας της ευφυΐας ή της αισιοδοξίας της θέλησης;
Κ.Γ.: Εξαρτάται πως αντιλαμβάνεται ο καθένας την έκθεση. Θέλω να πιστεύω ότι υπερτερεί το μήνυμα της αισιοδοξίας όχι μόνο λόγω του περιεχομένου κάποιων έργων που εμπεριέχουν αυτή την έννοια, αλλά γιατί πιστεύω ότι οι καλλιτέχνες πάντα δημιουργούν μια αίσθηση ορίζοντα και «διανοητικής αναπνοής» ακόμη και στις πιο δύσκολες εποχές. Αν αυτό δεν είναι αισιόδοξο, τότε δεν ξέρω τι είναι.
 
Cul.N.: Η πορεία σας περιλαμβάνει εξαιρετικές συνεργασίες με μεγάλα γεγονότα και φορείς του χώρου των εικαστικών διεθνώς. Πιστεύετε πως ένας επαγγελματίας του χώρου θα πρέπει να θεωρεί δεδομένη τη «μετανάστευσή» του εκτός Ελλάδος;
Κ.Γ.: Όχι βέβαια, απλά θα πρέπει κανείς να είναι προετοιμασμένος να εργαστεί σε πολύ δύσκολες συνθήκες και με περιορισμένα έως απειροελάχιστα μέσα. Σαφέστατα υπάρχουν πολύ περισσότερες ευκαιρίες και περισσότερη αξιοκρατία εκτός Ελλάδας. Όμως τα πράγματα στα εικαστικά στην Ελλάδα πάντα ήταν δύσκολα, και οι καλλιτέχνες πάντα έψαχναν από έλλειψη υποστήριξης σε γενικές γραμμές. Απλά η κρίση ήρθε να οξύνει αυτή την κατάσταση.
Από την άλλη, θεωρώ ότι είναι μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα στιγμή να εργαστεί κανείς στην Ελλάδα – χωρίς να θέλω σε καμιά περίπτωση να ρομαντικοποιήσω την κρίση. Η τρέχουσα κατάσταση δημιουργεί πολλά πεδία για σκέψη, στοχασμό αλλά και δράση-αντίδραση. Και μας ωθεί να υψώσουμε έναν καθρέφτη απέναντι στον εαυτό μας και στην κοινωνία μας, πράγμα το οποίο ίσως συνέβαινε και τόσο την εποχή των υποτιθέμενων παχυλών αγελάδων.
Και παρά τις δυσκολίες όταν υπάρχει θέληση, εφευρετική και δημιουργική φαντασία πάντα μπορούν να γίνουν πράγματα, όπως και γίνονται αυτή την στιγμή στην Ελλάδα στο χώρο των εικαστικών. Δεν εξαρτάται μόνο από τα χρήματα, όσο και να βοηθούν αυτά. Πάλι επιστρέφουμε στην «αισιοδοξία της πράξης»…


 
Cul.N.: Υπάρχουν επόμενα σχέδιά σας, επόμενες δουλειές σας, στην Ελλάδα και το εξωτερικό, για τις οποίες θα θέλατε να μας μιλήσετε, κλείνοντας;

Κ.Γ.: Τον Σεπτέμβριο εγκαινιάζω μια έκθεση με τίτλο “It’s Money Jim, but not as we know it” στη Βιέννη, στο πλαίσιο του πολιτιστικού προγράμματος της πόλης που φέρει τον τίτλο Curated by_Vienna, στο οποίο συμμετέχουν 14 καλλιτέχνες. Η έκθεση εξερευνά τη μεταβαλλόμενη φύση του χρήματος, καθώς και την αντίληψη που έχουμε γι’ αυτό. Πως έχει εξελιχθεί η έννοα του χρήματος; Πως μπορούμε να κατανοήσουμε τα χρήματα και το χρηματο-οικονομικό σύστημα σήμερα που ολοένα και περισσότερο αυτά αποκτούν εικονικό και αφηρημένο χαρακτήρα; Τι σχήματα και μορφές παίρνει το σύγχρονο χρήμα; Η έκθεση στοχεύει να διερευνήσει επίσης την πρωτοφανή δύναμη και επιρροή που ασκούν τα χρήματα σήμερα πάνω στην ανθρώπινη φαντασία και συνείδηση.

Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr