Tο τραγούδι του Κραουνάκη για τον Άδωνι και την Ευγενία είναι χυδαία χοντράδα, για να συνεννοούμαστε, μεγάλη γαϊδουριά-Γράφει ο Ανδρέας Πετρουλάκης
Η Τέχνη δεν αντέχει ούτε λογοκρισία, ούτε προσωπικά δεδομένα, ούτε καθωσπρεπισμούς. Πρέπει να αντέχει όμως την κριτική. Το «ξανθιά, κουλή να σε λέει μπουμπούκο», «ξυνή, νευρική Ευγενία», «αναρωτιέμαι η καριόλα τι χρώμα φοράει βρακί», «τα βούρλα φυτρώνουν στο βούρκο», «ένα σόι ένα τίποτα», δεν κρίνονται με όρους ούτε Τέχνης, ούτε Επιθεώρησης, ούτε Σάτιρας.
Ο Ανδρέας Πετρουλάκης γράφει στο protagon.gr:
Το τραγούδι παλιό και αγαπημένο. Ο τίτλος του, «Αδωνις» -ένα δοξασμένο, τα χρόνια του ΄80, Καφέ της Νέας Σμύρνης. Η πρόκληση μεγάλη. Το ίδιο όνομα έχει ένας αρκετά εκτεθειμένος βουλευτής της ΝΔ, εύκολος στόχος. Η νέα καριέρα του τραγουδιού, με πρώτη εκτέλεση μπροστά στο οργισμένο κοινό του Ραδιομέγαρου, προδιαγράφεται σίγουρη. Το πλήθος παραληρεί. Το πάθος μεγάλο. Το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα θλιβερό. Το ηθικό άστα να πάνε.
Ο Σταμάτης Κραουνάκης είναι από τους καλύτερους και παραγωγικότερους Έλληνες συνθέτες, με μεγάλη διάρκεια. Πραγματικά, μας έχει χαρίσει κάποια υπέροχα τραγούδια. Τους καλλιτέχνες που μας προσφέρουν παντοτινά δώρα τους συγχωρούμε πιο εύκολα. Κλασσικό παράδειγμα ο Μίκης Θεοδωράκης. Τους θεωρούμε κομμάτι του ηχητικού τοπίου που μάς περιβάλλει. Αυτός όμως είναι και ο λόγος που μας στενοχωρούν και μας απογοητεύουν και πιο έντονα.
Η Τέχνη δεν αντέχει ούτε λογοκρισία, ούτε προσωπικά δεδομένα, ούτε καθωσπρεπισμούς. Πρέπει να αντέχει όμως την κριτική. Το «ξανθιά, κουλή να σε λέει μπουμπούκο», «ξυνή, νευρική Ευγενία», «αναρωτιέμαι η καριόλα τι χρώμα φοράει βρακί», «τα βούρλα φυτρώνουν στο βούρκο», «ένα σόι ένα τίποτα», δεν κρίνονται με όρους ούτε Τέχνης, ούτε Επιθεώρησης, ούτε Σάτιρας. Ο συνθέτης έχει κατεβάσει το επίπεδο στα συνθήματα της πάνω πλατείας και έχει ενσωματώσει την καλή Τέχνη του στην αισθητική της μάζας. Δεν είναι ούτε αιρετικό, ούτε αντισυμβατικό, ούτε αντισυστημικό, ούτε βέβηλο το τραγούδι αυτό. Είναι χυδαία χοντράδα, για να συνεννοούμαστε, μεγάλη γαϊδουριά.
Οι περισσότεροι καλλιτέχνες έχουν εδώ και τρία χρόνια πυκνώσει τις τάξεις των, ας τους πούμε, διαφωνούντων με το Μνημόνιο. Δεν ξέρω αν είναι η ποιητικίζουσα και ονειρική φύση τους που δεν δέχεται τη λογιστική των αριθμών ή είναι οι αριστερές καταβολές των περισσοτέρων που τους τοποθετεί φύσει απέναντι σε όλες τις καπιταλιστικές εξουσίες, πάντως ελάχιστοι είναι αυτοί που, παράλληλα με την κριτική στους πολιτικούς, βάζουν στο στόχαστρο των λόγων ή της Τέχνης τους και τα κουσούρια του λαού μας. Δηλαδή του κοινού τους.
Κάποιοι, οι περισσότεροι, από αυτούς τα χρόνια της ευμάρειας συνδιαμόρφωσαν το πολιτιστικό πρότυπο. Αρκετοί συμμετείχαν σταθερά σε έναν αέναο μηχανισμό επιδοτήσεων από κρατικούς και δημοτικούς φορείς (ο Σταμάτης Κραουνάκης έχει αντικρούσει αντίστοιχες κατηγορίες που τον αφορούσαν). Πάντως τώρα η μεγάλη πλειονότητα των καλλιτεχνών δείχνει να αναπολεί μαχητικά τη ζωή που είχαμε και κατεβαίνει στην κοινωνία να ενώσει τη φωνή της με του θυμωμένου λαού. Η απορία μου είναι άλλη. Σε περιόδους μεγάλης περιπέτειας, συγκρούσεων και παθών του λαού, οι καλλιτέχνες που αυθεντικά εξέφραζαν τη λαϊκή συνείδηση δημιουργούσαν μεγάλη Τέχνη. Γιατί, εδώ και τρία χρόνια, η μόνη αντιμνημονιακή τέχνη που είδαμε ήταν το «κι είναι η λαχτάρα του / και γαμιέται όλη η φάρα του»;
Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο
Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr