Κορίνα Τσοπέη: Μια ζωή σαν παραμύθι - Η Μις Υφήλιος που φίλησε τον ετοιμοθάνατο άνδρα της αποχαιρετώντας τον! (φωτό)
Με ένα τάμα ταξίδεψε στην Αμερική και για ένα μεγάλο έρωτα αποφάσισε να μείνει για πάντα εκεί.Η «Μις Υφήλιος 1964», Κορίνα Τσοπέη, σε μια από τις σπάνιες συνεντεύξεις της, μιλάει στο People για την ξεχωριστή ζωή της.
Με ένα τάμα ταξίδεψε στην Αμερική και για ένα μεγάλο έρωτα αποφάσισε να μείνει για πάντα εκεί.Η «Μις Υφήλιος 1964», Κορίνα Τσοπέη, σε μια από τις σπάνιες συνεντεύξεις της, μιλάει στο People και στη Ζέτα Καραγιάννη για την ξεχωριστή ζωή της.
Eικόνες βγαλμένες σαν από παλιό, ξεχασμένο, ημερολόγιο: γυναίκες μαυροφορεμένες, γερασμένες στα 40 τους χρόνια, όνειρα λίγα και «μισά», σε σπίτια ακόμα μπαρουτοκαπνισμένα απ’ τον πόλεμο. Ζωή, με «κάδρο» τη λέξη «απαγορεύεται».
Κάπως έτσι θυμάται σήμερα η 69χρονη Κορίνα Τσοπέη την Αθήνα που άφηνε πίσω της το 1964, για να ταξιδέψει στο Mαϊάμι της Φλόριντα και να διαγωνιστεί για τον τίτλο της Μις Υφήλιος. Είχε προηγηθεί η στέψη της ως Σταρ Ελλάς, με την Τζένη Καρέζη να της τυλίγει τη νικητήρια κορδέλα, το κοινό να τη χειροκροτεί με πάθος και τις επαγγελματικές προτάσεις να πέφτουν βροχή. Ακριβώς μία μέρα πριν συμπληρώσει τα 20 της χρόνια. «Με το ζόρι μού έδωσαν τον τίτλο, γιατί από πριν είχα ξεκαθαρίσει ότι δεν με ενδιέφερε να κάνω καριέρα ούτε στη μόδα ούτε στο σινεμά. Ακόμη και στον Φίνο, που τόσο σεβόμουν, είπα πολλά “όχι”. Δεν είχα την υποκριτική μέσα μου. Κι ένα πράγμα επιθυμούσα περισσότερο: να φύγω μακριά» λέει για την εποχή που ετοίμαζε τις βαλίτσες της για το υπερατλαντικό ταξίδι.
Ο πατέρας της ήταν στρατιωτικός, από τη Μάνη και πολύ αυστηρός. Εκείνη, ένα μελαχρινό, πολύ όμορφο κορίτσι, που διψούσε για ελευθερία. Για έντονα χρώματα, για ωραία ρούχα, για δυνατή μουσική, για καρδιοχτύπια μπροστά στη θάλασσα, για το δικαίωμα της γνώμης.
«Η πρώτη εικόνα που είχα ερχόμενη στην Αμερική ήταν τα κτίρια: πελώρια και πανύψηλα, λες και έφταναν στον ουρανό! Κι έπειτα... οι άνθρωποι. Γυναίκες καλοντυμένες όλων των ηλικιών, που χόρευαν ανέμελα και γελούσαν εγκάρδια, χωρίς να νοιάζονται για τα σχόλια. Ζευγάρια που απολάμβαναν τον ήλιο στα πάρκα, παιδιά χαρούμενα. Ένας κόσμος ζωντανός, όπως τον είχα δει στο σινεμά όταν ήμουν 8 χρόνων και από τότε προσευχόμουν να γνωρίσω. Ένα βράδυ έκανα το τάμα μου: “Ας πάω στην Αμερική και θα...”» λέει στο People, με φωνή νεανική, σχεδόν κοριτσίστικη.
Τη μέρα που κρίθηκε ως η ωραιότερη από τις 80 Σταρ απ’ όλο τον κόσμο, θυμάται πως η φωνή της είχε βραχνιάσει. «Δεν μπορούσα ούτε στο τηλέφωνο να μιλήσω με τους γονείς μου. Ήμουν χαρούμενη πολύ. Για την Ελλάδα μας, που ακούστηκε παντού. Αλλά και για μένα, για τη ζωή που θα ξεκινούσα» δηλώνει.
Ο πρώτος χρόνος στη Νέα Υόρκη πέρασε με τις υποχρεώσεις της εστεμμένης: εμφανίσεις σε φιλανθρωπικά γκαλά και ιδρύματα. Η Ελλάδα τής έλειπε και ανάμεσα στα άλλα το μεσογειακό φαγητό («πάντα έβρισκα φρικτή την αμερικανική κουζίνα» λέει).
Λίγο πριν παραδώσει τον τίτλο στην επόμενη «Ωραιότερη της Υφηλίου» ζυγίζει τα «συν» και τα «πλην», τα «θέλω» και τα «πρέπει». Και τελικά αποφασίζει να μείνει στην Αμερική και μετακομίζει στο Λος Άντζελες για να σπουδάσει σε δραματική σχολή. Ο Ελληνοαμερικανός, πρώην (μέχρι το 1962) πρόεδρος της 20th Century Fox, Σπύρος Σκούρας, φροντίζει να συμμετάσχει σε οντισιόν για ταινίες και τηλεοπτικές σειρές.
«Δεν ήταν καθόλου εύκολα τα πράγματα. Όποια δεν έχει την αμερικανική προφορά αναγκαστικά παίζει ρόλους, για παράδειγμα, της Μεξικανής ή της Ινδιάνας. Απ’ την άλλη, όμως, οι Μεξικανές θέλουν να παίζουν οι ίδιες τους ρόλους. Ελάχιστες ηθοποιοί από άλλες χώρες μπόρεσαν να κάνουν καριέρα στην Αμερική. H Brigitte Bardot ήρθε εδώ, αλλά δεν τα κατάφερε, ενώ η Sophia Loren γύρισε κάποιες ταινίες, γιατί ήταν παραγωγός ο άντρας της. Από τις εξαιρέσεις, η Greta Garbo και η Ingrid Bergman» λέει.
Ανάμεσα στις δουλειές για την επιβίωση, ο έρωτας χτυπάει την πόρτα της στο πρόσωπο ενός πλαστικού χειρουργού, του Steven Zacks. «Με τη γέννηση του πρώτου μας παιδιού, του Αντρέα, μου έφυγε εντελώς η επιθυμία για την υποκριτική. Μόλις είχα γυρίσει την ταινία Α Men Called Horse. Ξέρεις, δεν είχα “αυτό” που στη συνέχεια ανακάλυψα ότι έχουν ακόμα και οι πιο σπουδαίοι και πετυχημένοι ηθοποιοί. Θυμάμαι, για παράδειγμα, σε ένα δείπνο τον Jack Nicholson, στο peak της καριέρας του, να έχει –και να θρέφεται με αυτή– την αγωνία για το αν κάποιος άλλος θα τον αντικαθιστούσε στην καρδιά του κοινού. Γύριζε μια ταινία και ζητούσε ό,τι μπορείς να φανταστείς, από μάγειρα μέχρι εισιτήρια και διαμονές στον τόπο των γυρισμάτων, γιατί είχε την αμφιβολία εάν θα συνέχιζε να έχει επιτυχία ή να βγάζει χρήματα και αργότερα. Δεν θα μπορούσα να ζω μ’ αυτό το άγχος! Μου φαινόταν τρομακτικό».
Στα 28 της πια χρόνια, είναι η εποχή που νιώθει πως ήρθε η στιγμή να εκπληρώσει το παιδικό τάμα της: «Θεέ μου, να έχεις καλά τους γονείς μου κι όλα τα παιδιά του κόσμου. Κι αν πάω στην Αμερική, θα ασχοληθώ όσο μπορώ με τα παιδιά που έχουν ανάγκες...». Έτσι, αρχίζει να δραστηριοποιείται ενεργά, δημιουργώντας ή συμμετέχοντας σε φιλανθρωπικούς συλλόγους για παιδιά με λευχαιμία, άπορα ή κακοποιημένα. Μεταξύ άλλων, σε συνεργασία με την ελληνική εκκλησία, λειτουργεί κι ένα σχολείο για εκείνα που κινδυνεύουν να ενταχθούν στις εγκληματικές συμμορίες του LA.
Με τη συμπλήρωση μιας δεκαετίας στο γάμο της με τον Steven κι ενώ έχουν αποκτήσει ακόμα δύο παιδιά, τον Στέφανο και τον Πάρη, η σχέση τους τελειώνει. Λίγο πριν το διαζύγιο, σε μια εκδήλωση στη Νέα Υόρκη για την προβολή της ταινίας The Greek Tycoon του Νίκου Μαστοράκη, γνωρίζει τον Freddy Fields. Για τους άλλους (κυρίως τις ηθοποιούς που τον πολιορκούσαν) ήταν ο διάσημος παραγωγός και ατζέντης του Χόλιγουντ (με συνεργάτες του, μεταξύ άλλων, τον Robert Redford και την Barbra Streisand). Για εκείνη, ήταν ο Έρωτας!
«Τον ερωτεύτηκα κεραυνοβόλα. Σ’ εκείνον χρειάστηκαν τρία χρόνια για να το παραδεχτεί και αφού πρώτα μου είχε ξεκαθαρίσει πως δεν επρόκειτο να παντρευτεί ποτέ ξανά, αφού είχε ήδη τρεις αποτυχημένους γάμους στο ενεργητικό του». Τελικά, η πολυπόθητη πρόταση έγινε και το 1981 παντρεύτηκαν με φόντο το ειδυλλιακό Μαλιμπού. Παραδέχεται πως, ναι, τον ζήλευε. Κι ας ήταν αυτή η Μις Υφήλιος. Μάλιστα, ως «τέχνασμα», φρόντιζε να διοργανώνει μεγάλες οικογενειακές γιορτές με τα παιδιά της και τις πρώην συζύγους του, κι ας τη μάλωνε που τις καλούσε. Ήθελε να είναι ευτυχισμένος.
«Περάσαμε μια ονειρεμένη ζωή με τον Freddy. Μου έδωσε τα πάντα». Η φωνή της σπάει. Κλαίει στη σκέψη του. «Όταν αρρώστησε και δεν μπορούσε να ανατραπεί η κατάσταση, παρακαλούσα όποια ανώτερη δύναμη υπάρχει να είμαι δίπλα του τη στιγμή που θα άφηνε την τελευταία του πνοή. Να μην κοιμάμαι, να μην είμαι έξω, αλλά εκεί, δίπλα του». Στις 11 Δεκεμβρίου του 2007 η στιγμή αυτή ήρθε. «Ακούγοντας το βρόγχο, έβαλα το κεφάλι μου στον ώμο του. Άνοιξε τα μάτια του κοιτάζοντας “κάπου” μακριά. Πήρε δύο μεγάλες εισπνοές κι έβαλα το στόμα μου πάνω στο δικό του για να τις κρατήσω μέσα μου για πάντα. Μετά είδα γύρω ένα λευκό φως κι αισθάνθηκα το σώμα του να βαραίνει. Ένιωσα ότι ο Freddy είχε πια απελευθερωθεί. Ότι ήταν γαλήνιος και ότι δεν είχε καμία σχέση με το σώμα που βρισκόταν πάνω στο κρεβάτι. Το σώμα αυτό ήταν πια σαν ένα παλιό παλτό που δεν το χρειαζόταν. Βγήκα απ’ το δωμάτιο και δεν ξαναμπήκα» λέει σπαράζοντας.
Από εκείνη τη μέρα άρχισε να βλέπει αλλιώς τη ζωή. «Απέκτησα υπομονή και δεν δίνω πια σημασία στα μικροπράγματα που με ενοχλούσαν». Κι όσο για το θάνατο; «Δεν είναι κάτι τραγικό. Είναι μια ελευθερία. Δεν τον φοβάμαι καθόλου» δηλώνει, αγναντεύοντας με αισιοδοξία τη θέα από το ρετιρέ διαμέρισμά της στο Wilshire Corridor της Καλιφόρνια. Έχει μόλις μετακομίσει εδώ από τη βίλα στο Beverly Hills, όπου έμενε με τον άντρα της.
«Είναι η πρώτη φορά που μένω σε διαμέρισμα. Και η γειτονιά εδώ είναι σχετικά θορυβώδης, έχει ζωντάνια απ’ τη νεολαία, γιατί είναι κοντά το UTLA. Μου αρέσει αυτό. Στο Beverly Hills ήταν πολύ ήσυχα, κάποιες στιγμές άκουγες μόνο τα πουλιά. Κίνηση υπήρχε μόνο το βράδυ στους δρόμους. Ήταν σαν “χωριό”. Γενικά, δεν μου αρέσει να μένω σε ένα μέρος, όπως και να κάνω τα ίδια πράγματα. Τα βαριέμαι» λέει.
Ανοίγει κούτες και ονειρεύεται να διακοσμήσει το σπίτι με έθνικ στοιχεία. Κάπου ανάμεσα, κορνίζες με φωτογραφίες απ’ το εξοχικό της στη Μύκονο. «Η Ελλάδα είναι το οξυγόνο μου. Έρχομαι κάθε χρόνο με φίλους» δηλώνει και θυμάται: «Μια χρονιά η Farrah (Fawcett) δεν αισθανόταν καλά, αλλά στο νησί πήρε δύναμη. Όλη τη μέρα κολυμπούσε. Έδειχνε ξετρελαμένη...».
Τη στενοχωρεί η κατάσταση στη χώρα μας. «Έχετε πολλά χρόνια κρίση. Εσείς δεν το βλέπατε. Θυμάμαι μία φορά στο αεροπλάνο που περιμέναμε μέσα στη ζέστη έναν άνθρωπο της κυβέρνησης για να ξεκινήσει η πτήση. Φαινόταν ότι μόλις είχε κάνει το μπάνιο του κι εμείς ιδρώναμε μέχρι να έρθει. Όποιος είχε μέσο περνούσε καλά στην Ελλάδα. Δεν ήταν πολλοί αυτοί, αλλά μαζί με τα ξερά κάηκαν και τα χλωρά». Αισιοδοξεί πως θα υπάρξει διέξοδος: «Πριν από τρία χρόνια δεν το πίστευα, αλλά τώρα νομίζω ότι κάτι θα γίνει, αν συνεργαστούμε. Η κατάσταση είναι αυτή, αλλά μήπως να δούμε το ποτήρι μισογεμάτο; Οι νέοι φεύγουν, αλλά... αν γυρίζοντας δοξάσουν τη χώρα μας; Αν η οικονομική στενότητα μας φέρει πιο κοντά σε συγγενείς που έχουμε ξεχάσει;» λέει. Κάποιες φορές θυμώνει. «Πονάω πολύ όταν πηγαίνω στη Μύκονο. Εκεί δεν υπάρχει κρίση, όλοι διασκεδάζουν. Κι όμως, όταν ζητάς απόδειξη, γίνεσαι κακός. Εγώ επιμένω: θα πληρώσω κανονικά, με ΦΠΑ, όχι λιγότερο. Δήλωσα το σπίτι μου στην εφορία ακριβώς όσο είναι και πλήρωσα όσο έπρεπε. Με είπαν “κορόιδο”. Δεν πειράζει, ας είμαι κορόιδο».
Το επόμενο πρωί θα τη βρει να οργανώνει εκδηλώσεις για το Share (για παιδιά με ειδικές ανάγκες) και το Rape Treatment Center (για θύματα βιασμού). Μετά θα παίξει με τα εγγόνια της. Δεν θα είναι η «Μις Υφήλιος», αλλά η γιαγιά τους. Και το απολαμβάνει.
Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο
Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr