Ο Νορβηγός που τον φωνάζουν ‘Όσπριο’ και βρήκε στην Κρήτη το νόημα της ζωής
"Είμαι πια ο Όσπριο ο Κρητικός που αγαπά αυτό το νησί και τους ανθρώπους του στα χωριά" - λέει ο ΝορβηγόςΣτο Ρίσερ, 230 χιλιόμετρα νότια του Όσλο έζησε μέχρι τα 17 του. Και τώρα και 32 συνεχόμενα χρόνια, είναι… Κρητικός χωρίς να σκέφτεται να αλλάξει πατρίδα.
"Είμαι πια ο Όσπριο ο Κρητικός που αγαπά αυτό το νησί και τους ανθρώπους του στα χωριά" - λέει ο Νορβηγός
Στο Ρίσερ, 230 χιλιόμετρα νότια του Όσλο έζησε μέχρι τα 17 του. Και τώρα και 32 συνεχόμενα χρόνια, είναι… Κρητικός χωρίς να σκέφτεται να αλλάξει πατρίδα.
«Εδώ θα παραδώσει και τη ζωή του», γιατί βρήκε ότι «έψαχνε και δεν το συνάντησε πουθενά αλλού στον κόσμο…». Φόρεσε το μαύρο πουκάμισο και γενικώς το μαύρο, έστριψε και του μουστάκι «κι ούλα πρώτο πράμα», που λένε…
Ο Νορβηγός ξυλοκόπος ονομάζεται Άσπιον Γιέρνες, όμως στο Σπήλι που ζει σήμερα, επειδή οι γνωστοί και φίλοι δυσκολεύονταν να προφέρουν το όνομά του, τον ονομάτισαν για να μην υπάρχουν προβλήματα ... Όσπριο! Και δεν υπήρξαν, αφού και ο ίδιος το δέχτηκε με χιούμορ: «Εντάξει, νο πρόμπλεμ, όπως λέμε φασόλια ρεβύθια, κουκιά! Ας με φωνάζουν Όσπριο…».
Ήλθε για πρώτη φορά, κάνοντας τουρισμό στην Κρήτη το 1974 και βρέθηκε στην Αγία Γαλήνη και στα Μάταλα. Έμεινε έκπληκτος από τη γνησιότητα των ανθρώπων και το περιβάλλον και τότε είπε: «Ξέχασε όλα τα άλλα νησιά που πήγες, την Πάρο, τη Νάξο, τη Σαντορίνη και τις άλλες χώρες που ταξίδεψες. Το μέλλον μου, είπα τότε, είναι η Κρήτη. Και έγινε η Κρήτη!»
Η ζωή του έχει ταυτιστεί απόλυτα μ’ αυτή των ντόπιων! Και ήταν επόμενο να συμβεί αφού «τρύπωξε» σε μια άλλη κοινωνία με άλλα ήθη. Έμεινε για δέκα χρόνια στο Πετροκεφάλι, πέντε χρόνια στα Πιτσίδια, τέσσερα στην Αγία Γαλήνη και από το 2000 στο Μιξόρρουμα και στο Σπήλι. Η πέμπτη κατοικία του, τώρα στα 56 του χρόνια, ίσως να είναι και η τελευταία. Όμως, κανείς δεν ξέρει…
Οι μέρες του περνάνε λιτά και χωρίς να έχει απαιτήσεις. Τον κέρδισαν τα χωριά της Κρήτης, ιδιαίτερα τα ολιγάριθμα, γιατί εκεί βρίσκεις την ποιότητα που στερούνται η μικροαστική και αστική τάξη των πόλεων. Πού, «όπως συμβαίνει και στη Νορβηγία υπάρχει διαχωρισμός τάξεων, ο πλούσιος ψάχνει τον πλούσιο για να συναναστραφεί και να μιλήσουν για τον πλούτο τους. Τι είναι αυτά τα πράγματα! Στα χωριά, βλέπεις, όλοι είναι το ίδιο και στο πιο μικρό βρίσκεις την ποιότητα και το φιλότιμο. Εδώ είναι η ποιοτική ζωή, αυτή που στερείται ο άνθρωπος. Αυτό έψαχνα εγώ…»
ΤΟΝ ΡΙΖΩΣΕ ΤΟ ΦΙΛΟΤΙΜΟ ΤΩΝ ΚΡΗΤΙΚΩΝ
Στις αρχές της εγκατάστασης του στην Κρήτη, βρέθηκε σε ένα χωριουδάκι κοντά στην Αγία Βαρβάρα, που το σπίτι της γριούλας που υποδέχτηκε αυτόν και δυο συμπατριώτες φίλους του, ήταν και καφενείο: «Καθίσαμε και ρωτήσαμε αν έχει κάτι να μας φέρει να πιούμε. Ζητήσαμε μια μπύρα», διηγείται. «Μας λέει: Μπα, δεν έχω εγώ τέτοια πράγματα! Αν θέλετε να σας φέρω κρασί. Της λέμε: Έχεις και κάτι να φάμε; Μας λέει, ότι έχω να φάω εγώ, έχει να φάτε και σεις. Φάγαμε μαζί της και στο τέλος ζητήσαμε να πληρώσουμε, όμως μας το ξέκοψε: Αφού κάναμε παρέα δε θα πληρώσετε τίποτα… Ήταν κάτι το εντυπωσιακό και οι φίλοι μου δεν μπορούσαν να το πιστέψουν. Αυτά είναι τα μικρά χωριουδάκια της Κρήτης, αυτή είναι και η αξία της…»
Ο ξανθομάλλης, γνήσιο καλούπι Σκανδιναβού αλλά με χαρακτηριστικά ντόπιου, το ομολογεί ανοικτά πλέον: «Είμαι Κρητικός και δεν είναι παράξενο, γιατί πιο πολλά χρόνια είμαι στην Κρήτη παρά στην πατρίδα μου. Είμαι πια ο Όσπριο ο Κρητικός που αγαπά αυτό το νησί και τους ανθρώπους του στα χωριά. Τώρα καταλαβαίνω…».
Τα προϊόντα παραγωγής του είναι βιολογικά, προς πώληση. Υπάρχει και τιμοκατάλογος…
Η επιβίωση του στηρίζεται στη μάνα γη. Καλλιεργεί «το περιβόλι του Χριστόφορου στο Σπήλι» και έχει παραγωγή κηπευτικών, που όσα δεν καταναλώνει ο ίδιος τα δωρίζει σε γνωστούς και φίλους. Μόνο τελευταία, στην καντίνα που λειτουργεί στις πηγές της «Αγίας Φωτιάς», στην έξοδο της κωμόπολης έβγαλε ... στη βιτρίνα προϊόντα του κήπου που δανείστηκε.
Το χειμώνα, που τα πράγματα γίνονται πιο στενάχωρα, που απομένουν μόνο οι μόνιμοι κι αυτοί είναι και λιγοστοί, ο Άσπιον απασχολείται σε γεωργικές δουλειές και περισσότερο στο κλάδεμα δέντρων. Και βγάζει μεροκάματο γιατί όσοι του ανάθεσαν «κλαδέματα έμειναν ενθουσιασμένοι». Τα βράδια κι όταν «η τσέπη αντέχει», έχει τους φίλους από το χωριό και θα τσουγκρίσουν κάμποσες φορές τα ποτήρια. Όμως, τελευταία, το έκοψε μαχαίρι μετά τις συστάσεις των γιατρών του νοσοκομείου…
Παρ’ όλα αυτά αυτός ο Νορβηγός έχει μια άλλη φιλοσοφία της ζωής, που είναι πιο ρεαλιστική, πιο ελεύθερη και απέχει χιλιόμετρα από οικονομίστικες λογικές και «γκλαμουράτες αντιλήψεις». Είναι τύπος μποέμ! Έψαξε και βρήκε στην ενδοχώρα, στους οικισμούς που σιγοσβήνουν, καθάριες νοοτροπίες και ατόφιους ανθρώπους που ζουν μέσα στις δικές τους αξίες. Είναι ξεκάθαρος: «Εμείς εδώ μένουμε για το σήμερα και όχι για το αύριο. Δεν έχω καμιά εξάρτηση από τα λεφτά και έχω ελεύθερη σκέψη».
Εκείνο το μεσημέρι, πάντως, στις πηγές βρέθηκε ένας περαστικός και ζήτησε να πάρει όλο το βιολογικό εμπόρευμα που είχε απλώσει. Ο Όσπριο για όλα τα ζαρζαβατικά (αγγούρια, ντομάτες, πιπεριές, μελιτζάνες, κολοκύθια κ.α) ζήτησε 15 ευρώ. Μετά τα παζάρια βρέθηκε η τιμή, και την επομένη το πρωί έκοψε από το μποστάνι νέες ποσότητες, με την ελπίδα πως θα βρεθεί και νέος πελάτης κι ας του κάνει και παζάρι! Άλλωστε στους καιρούς των διαπραγματεύσεων βρισκόμαστε…
Πηγή: madeincreta.gr
Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο
Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr