Νεοελληνικές σπουδές σε κρίση - Ένα άρθρο της Μαρίας Κατσουνάκη
της Μαρίας ΚατσουνάκηΟι νεοελληνικές σπουδές στα ξένα πανεπιστήμια είναι θέμα σύνθετο και με πολλές αναγνώσεις. Κατά καιρούς, δημοσιεύματα στον ελληνικό Τύπο καλούν το κράτος να συμβάλει, χρηματοδοτώντας προγράμματα νεοελληνικών σπουδών, ώστε να μην κλείσουν (και άλλες) έδρες. Κατά διαστήματα, όπως στη δεκαετία του ’90 για παράδειγμα, το ΥΠΠΟ φρόντιζε να διαθέτει κονδύλια και να βοηθάει δραστικά στη συντήρησή τους. Τα τελευταία χρόνια η παρακμή εντείνεται - για ευνόητους λόγους.
της Μαρίας Κατσουνάκη
Οι νεοελληνικές σπουδές στα ξένα πανεπιστήμια είναι θέμα σύνθετο και με πολλές αναγνώσεις. Κατά καιρούς, δημοσιεύματα στον ελληνικό Τύπο καλούν το κράτος να συμβάλει, χρηματοδοτώντας προγράμματα νεοελληνικών σπουδών, ώστε να μην κλείσουν (και άλλες) έδρες. Κατά διαστήματα, όπως στη δεκαετία του ’90 για παράδειγμα, το ΥΠΠΟ φρόντιζε να διαθέτει κονδύλια και να βοηθάει δραστικά στη συντήρησή τους. Τα τελευταία χρόνια η παρακμή εντείνεται - για ευνόητους λόγους. Αν και τα χρήματα δεν είναι πάντα το αιτούμενο. Γιατί υπήρξαν και έδρες που παρά την ενίσχυσή τους δεν άνθησαν, ακολουθώντας μια προδιαγεγραμμένη πορεία. Οφείλει λοιπόν κανείς να εξετάσει κατά πόσον τα ακαδημαϊκά ιδρύματα που φιλοξενούν νεοελληνικές σπουδές ενδιαφέρονται ή όχι να τις στηρίξουν, αν και πώς μπορούν να επιβιώσουν στο νέο περιβάλλον, αν τα πανεπιστήμια επιθυμούν να συμπεριλάβουν τη νεοελληνική «γλώσσα» στη διαδικασία αναδιοργάνωσής τους.
Αφορμή για τις σκέψεις έδωσε ένα κείμενο έκκλησης για συλλογή υπογραφών, που έφτασε στο μέιλ. Το υπογράφει η Σεμέλη Ασίντερ (διδάκτωρ του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ) και το απευθύνει στον καθηγητή Σάιμον Φράνκλιν, επικεφαλής του Τμήματος Τέχνης και Ανθρωπιστικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ. Το προσεκτικά διατυπωμένο και εμπεριστατωμένο κείμενο, με τίτλο «σώστε το πτυχιακό πρόγραμμα των Νέων Ελληνικών στο Κέμπριτζ», αναφέρει μεταξύ άλλων: «Από τον Οκτώβριο του 2013 το Τμήμα Μεσαιωνικών και Νέων Γλωσσών θα αναστείλει τη διδασκαλία των Νέων Ελληνικών λόγω οικονομικών προβλημάτων». Σύμφωνα πάντα με την κ. Ασίντερ, εάν η προτεινόμενη αυτή αλλαγή προχωρήσει, ο ελληνικός πολιτισμός θα συρρικνώσει (χωρίς να χάσει εντελώς) ένα πολύ καλό βήμα, το οποίο, μάλιστα, σε αξιολόγηση του 2008 είχε προκριθεί ως το καλύτερο στο Ηνωμένο Βασίλειο ανάμεσα σε ανάλογα τμήματα σπουδών.
Το Κέμπριτζ είναι ένα χαρακτηριστικό, αλλά όχι το μόνο παράδειγμα. Στο ερώτημα πού και πώς διδάσκεται η ελληνική γλώσσα, δύσκολα θα βρεθεί εμπεριστατωμένη απάντηση, καθώς το τοπίο δεν είναι χαρτογραφημένο και δεν υπάρχει ενιαία βάση δεδομένων. Ποιες είναι έδρες ακαδημαϊκές και ποιες εστίες ελληνομάθειας (λεκτοράτα); Μας ενδιαφέρει η διάδοση της ασθενούς (με μικρό αριθμό χρηστών) ελληνικής γλώσσας ή η ενίσχυση των νεοελληνικών σπουδών; Και το σημαντικότερο: σε αυτό το εθνικής, πολιτικής και πολιτιστικής στρατηγικής θέμα δεν θα μπορούσε να συνεργαστεί αποτελεσματικά ο ιδιωτικός τομέας; Εκτός από ιδρύματα που αναλαμβάνουν κάποια οικονομική ενίσχυση, δεν θα μπορούσαν και ιδιώτες να συμβάλουν δραστικά ώστε να παραμείνουν ενεργές αυτές οι εστίες ελληνικής παιδείας;
Τώρα, που όλα αναμοχλεύονται και όλα αξιολογούνται εξ αρχής. Ας μη γυρίσουμε την πλάτη από αδιαφορία ή από υπεροψία.
Πηγή: kathimerini.gr
Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο
Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr