H χώρα των μεγάλων κουταλιών - Ένα άρθρο του Νίκου Μιχαλόπουλου
Δεν ξέρω πραγματικά, τι σημαίνει να πεινάς, όταν αυτό δεν είναι στα πλαίσια κάποιας μορφής δίαιτας ή ειδικής διατροφής. Και δεν ήξερα φυσικά μέχρι τώρα, πως είναι να πεινάνε οι γύρω σου και αυτό να μην αποτελεί πια μεμονωμένη περίπτωση.
Δεν ξέρω πραγματικά, τι σημαίνει να πεινάς, όταν αυτό δεν είναι στα πλαίσια κάποιας μορφής δίαιτας ή ειδικής διατροφής. Και δεν ήξερα φυσικά μέχρι τώρα, πως είναι να πεινάνε οι γύρω σου και αυτό να μην αποτελεί πια μεμονωμένη περίπτωση.
Είμαστε η γενιά των 40 κάτι, που δεν προλάβαμε να ζήσουμε πόλεμο, δεν θυμόμαστε καλά την χούντα λόγω ηλικίας και προλάβαμε να μεγαλώσουμε μέσα σε οικογένειες, που ναι μεν δεν τους περίσσευαν οι πολυτέλειες, αλλά τουλάχιστον δεν πεινάσανε. Αντίθετα θα έλεγα, ακριβώς επειδή οι δικοί μας έζησαν την πείνα, προσπάθησαν με κάθε τρόπο να την ξορκίσουν για τους ίδιους και τα παιδιά τους με ψυγεία τόσο γεμάτα και τραπέζια τόσο μεγάλα, που εμείς οι ίδιοι, δηλαδή τα παιδιά τους, δεν λαχταρήσαμε και δεν επιθυμήσαμε, απλά και μόνο γιατί τα είχαμε πάντα.
Τώρα όμως τα πράγματα έχουν αλλάξει. Και αν η πείνα από ανέχεια για τους περισσότερους από μας συνεχίζει να μην αποτελεί προσωπική εμπειρία, η πείνα του διπλανού μας είναι ένα τεράστιο υπαρκτό γεγονός.
Την πιο ακραία μορφή πείνας και ανέχειας την έζησα τον Δεκέμβρη του 2010 στις παραγγουπόλεις του Ναϊρόμπι στην Κένυα, όταν ένα παιδί με πλησίασε και μου ζήτησε την καραμέλα, που είχα ήδη στο στόμα μου.
Την πιο επώδυνη όμως την βίωσα, όταν ένας μαθητής μου σε κάποια από τις μη προνομιούχες περιοχές της Αθήνας, αυτές της ‘’παραμεθορίου’’, που βρίσκονται έξι χιλιόμετρα από την Ομόνοια, μου είπε ‘’Πεινάω’’. Και δεν μου το είπε μία φορά, αλλά αρκετές, ώστε να καταλάβω, ότι η πείνα του δεν είναι προϊόν αμέλειας μιας ημέρας.
Σήμερα λοιπόν, που η πείνα γύρω μας πέρασε τα σύνορα αυτής της παραμεθορίου και πολλοί δάσκαλοι, πολλοί γονείς, πολλοί παππούδες, πολλές γιαγιάδες, πολλοί φίλοι, πολλοί ξένοι, πολλοί περαστικοί ακούνε πια πως κάποιος πεινάει, σήμερα λοιπόν είναι η ώρα να κάνουμε κάτι.
Κι αν με το έναν ή άλλο τρόπο η σημερινή κατάσταση δείχνει σε όλους μας τα νύχια και τα δόντια της, τότε ίσως είναι ακόμα πιο κατάλληλη η στιγμή, για να αισθανθούμε την έλλειψη και τον πόνο του άλλου. Συνήθως όταν έχεις πονέσει και συ ή όταν και συ αντιμετωπίζεις το ίδιο πρόβλημα, τότε είσαι και πιο έτοιμος για να το αντιμετωπίσεις.
Όχι πάντα, αλλά συνήθως.
Όπως συνέβη και στην χώρα των μεγάλων κουταλιών. Η χώρα των μεγάλων κουταλιών ήταν χωρισμένη σε δύο μέρη. Στο ένα μέρος γύρω από ένα μεγάλο τραπέζι με όλα τα καλά του κόσμου επάνω του δυστυχισμένοι άνθρωποι με τεράστια κουτάλια κολλημένα στα χέρια τους έκλαιγαν την κακή τους τύχη, που δεν μπορούσαν να τα απολαύσουν. Τα κουτάλια ήταν διπλάσια σε μήκος από τα χέρια τους και ενώ μπορούσαν να φτάσουν τα φαγητά, δεν μπορούσαν να τα φέρουν στο στόμα τους και πέθαιναν από την πείνα. Το μόνο που άκουγες ήταν οι φωνές της απελπισίας τους. Στο άλλο μέρος η εικόνα ακριβώς ίδια. Άνθρωποι και πάλι με τεράστια κουτάλια κολλημένα στα χέρια τους γύρω από ένα τραπέζι γεμάτο λιχουδιές, όμως κανένας ήχος απελπισίας. Γιατί;
Mα γιατί απλά ο ένας τάιζε τον άλλο στο στόμα.
Δεν ξέρω αν είναι η κατάλληλα ώρα για ιστορίες και παραμύθια - ο μεγαλύτερος παραμυθάς του κόσμου ο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν είχε πει, πως τα παραμύθια γράφονται για να κοιμούνται τα παιδιά και να ξυπνάνε οι μεγάλοι – σίγουρα όμως είναι η κατάλληλη στιγμή, για να ταΐσουμε ο ένας τον άλλο στο στόμα.
Nίκος Μιχαλόπουλος
Συγγραφέας Παιδικών βιβλίων - Εκπαιδευτικός
Αθλητής-Μέλος του μεγαλύτερου αθλητικού και φιλανθρωπικού ιδρύματος στον κόσμο, του LAUREUS SPORT FOR GOOD FOUNDATION, που χρησιμοποιεί τον αθλητισμό ως μέσο για θετικές κοινωνικές αλλαγές.
Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο
Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr