Made in Greece η σειρά ρούχων Mohxa - Πώς μια φιλία είκοσι χρόνων γέννησε ένα πολλά υποσχόμενο ελληνικό brand!
Ο Γιώργος και ο Ιάσονας είναι παιδικοί φίλοι που γνωρίστηκαν και μεγάλωσαν στις γειτονιές του Παλαιού Φαλήρου.
Μπορεί η φιλία τους να μην τους οδήγησε στην δημιουργία κάποιας μπάντας-κάτι που συνηθίζουν τα αγόρια με τους κολλητούς τους- όμως η αλμύρα της γειτονιάς τους και η αγάπη τους για την μόδα και την κουλτούρα του surf στάθηκαν αρκετές για να τους εμπνεύσουν να δημιουργήσουν μαζί την «Mohxa», ένα ελληνικό brand ρούχων.
«Moksha στα σανσκριτικά είναι η απελευθέρωση από τον φαύλο κύκλο στον οποίο είμαστε όλοι σκλαβωμένοι σε αυτή την ζωή» μου εξηγεί ο Ιάσονας γελώντας και μας προσφέρει νερό σε ποτήρια ουίσκι και δυο γεμάτες κούπες καφέ. «Αυτή είναι η πιο σύντομη ορολογία. Mokhsa είναι και μια παλιά κινέζικη ιατρική. Όταν προσπαθούσαμε να βρούμε όνομα για το brand, είχαμε κάνει μια τεράστια λίστα. Και τίποτα δεν μας έμοιαζε ιδανικό. Μια φίλη μας διάβαζε γιόγκα εκείνη την στιγμή. Και όπως καθόμασταν, της είπαμε «πες μας τι διαβάζεις» και άρχισε να λέει διάφορα. Όταν είπε Moksha, ο Γιώργος το έγραψε όπως το άκουσε, δηλαδή Mohxa».
Ομολογώ πως μέχρι πριν λίγο καιρό η μάρκα τους ακουγόταν στα αυτιά μου ως Μόηχα και όχι Μόξα. Βέβαια υπάρχουν και χειρότερα. «Ένας φίλος μας το είπε Μότσα μια φορά. Μόηχα το καταλαβαίνω. Άντε και Μόσα το καταλαβαίνω. Αλλά Μότσα;» λέει ο Ιάσονας και γελάει.
Ο Ιάσονας μόλις τελείωσε το φανταριλίκι του, κάτι που δεν θέλει να πολυσυζητήσει. Πριν ξεκινήσει με τον Γιώργο την Mohxa, δούλευε ως φωτογράφος και ζούσε για τρία χρόνια στην Βραζιλία. «Η μητέρα μου είναι από το Ρεσίφε της Βραζιλίας. Εγώ μιλούσα την γλώσσα και έτσι αποφάσισα να πάω. Ήμουν σίγουρος ότι θα βρω δουλειά εκεί και βρήκα. Ζούσα εκεί ήδη τρία χρόνια όταν άρχισα να έχω μελαγχολίες και να σκέφτομαι ότι μου λείπει η Ελλάδα.
Η Βραζιλία είναι πανέμορφη. Είναι τόσο τροπική που ακόμα και μέσα από τα τσιμέντα της, μπορούν να βγουν φοίνικες. Όσο ήμουν εκεί, δούλευα ως φωτογράφος στα fashion weeks, έκανα καταλόγους για διάφορες μάρκες. Έτσι, άρχισα να μαθαίνω πώς δουλεύει κάθε μάρκα. Φωτογράφιζα μέσα στα εργοστάσια. Μου έκανε εντύπωση η έλλειψη concept. Ήταν όλα τόσο επιφανειακά και συνέχεια σκεφτόμουν πώς θα τα έκανα εγώ αν ήμουν υπεύθυνος της μάρκας. Μετά κουράστηκα. Είχα αρχίσει να παίρνω δουλειές τύπου φωτογραφίσεις μπιζού. Δεν μου άρεσε καθόλου, έφυγα από το στούντιο και αποφάσισα ότι δεν χρειάζεται να δουλεύω για κανέναν. Θα δούλευα μόνο για μένα. Φτιάξαμε με έναν φίλο ένα στούντιο. Φτιάχναμε άλμπουμ, αφίσες, μαγνητάκια με τις φωτογραφίες μας. Ήταν πολύ γαμάτο, αλλά τα λεφτά δεν αρκούσα για να ζήσουμε. Είδα τότε ότι το T-shirt πουλάει πολύ. Διάβασα ένα άρθρο που έλεγε ότι το T-shirt κρατάει ζωντανή όλη την βιομηχανία του surf. Οπότε, έτσι ξεκίνησε η ιδέα. Με τον Γιώργο δεν είχαμε χάσει ποτέ επικοινωνία, μου έλεγε τα δικά του, του έλεγα τα δικά μου. Ήμουν έτοιμος να αρχίσω εταιρεία με T-shirts όταν μου είπε ο Γιώργος, που ήταν από πάντα μέσα στην βιομηχανία των ρούχων, να την στήσουμε μαζί.
Έβλεπα ότι οι νέοι στο Σάο Πάολο δεν φεύγουν, ότι μένουν στην πατρίδα τους και κάνουν πράγματα. Επειδή είναι νέα χώρα, ασχολούνται με τους νέους και είναι περήφανοι για αυτούς γιατί συνειδητοποιούν ότι η ιστορία τους γράφεται κάθε μέρα. Εμείς έχουμε μια ιστορία που είναι τόσο αχανής που κανείς δεν ασχολείται με το τώρα. Μόνο όταν φύγεις από την χώρα ασχολούνται μαζί σου. Έτσι σκέφτηκα ότι πρέπει να γυρίσω στην χώρα μου. Είχα κλείσει ένα εισιτήριο για να έρθω για διακοπές. Ήρθα, βρεθήκαμε με τον Γιώργο, τα είπαμε και την επόμενη μέρα πήγαμε για υφάσματα. Σε μια βδομάδα είχαμε το πρώτο μας δείγμα. Στην αρχή, ακόμα και τα ταμπελάκια τα γράφαμε στο χέρι».
Ο Γιώργος μου δείχνει τις πρώτες τους μπλούζες και τα πρώτα τους πατρόν με μεγάλη περηφάνια. Ο Γιώργος δουλεύει πάνω από δέκα χρόνια στον χώρο του εμπορίου. Παράλληλα με τις σπουδές του στον προγραμματισμό, δούλευε σε καταστήματα λιανικής και χονδρικής πώλησης ρούχων. Πάντα είχε στο πίσω μέρος του μυαλού του την δημιουργία του δικού του brand, όμως έπρεπε να έρθει ο Ιάσονας για να ωριμάσει και να υλοποιηθεί αυτή του η ιδέα. «Όλο αυτό ξεκίνησε ως πλάκα. Θέλαμε από πάντα να κάνουμε κάτι μαζί οπότε φτιάξαμε μια μικρή συλλογή από ρούχα. Κάναμε το πατρόν, φτιάξαμε το σχέδιο. Οργανώσαμε ένα event όπου φτιάξαμε μερικά πουκάμισα και πουλήθηκαν όλα. Έτσι, είπαμε να το πάρουμε λίγο πιο σοβαρά. Πήραμε παλιά στοκ υφάσματα από ελληνικά μαγαζιά και ξεκινήσαμε. Θα θέλαμε βέβαια να πάμε και στην Τουρκία, την Ιταλία, την Ισπανία και την Ινδία για υφάσματα. Και στο ίντερνετ βρίσκουμε τα πάντα αλλά πρέπει να μπορείς να πιάσεις το ύφασμα όταν φτιάχνεις ρούχα.
Η Mohxa ήταν ένα ευχάριστο ρίσκο. Όλα είναι ρίσκο. Μας αρέσει που κάνουμε κάτι δικό μας και που μας αρέσει αυτό που κάνουμε. Το ζήτημα είναι να κάνουμε πράγματα με αγάπη. Δεν ζούμε από αυτό αλλά μέρα με την μέρα επενδύουμε χρόνο, τα χρήματά μας και γενικά τις ζωές μας με σκοπό να γίνουμε πιο γνωστοί και πιο μεγάλοι. Ονειρευόμαστε μια ολοκληρωμένη σειρά ρούχων, μια υγιέστατη, ισορροπημένη επιχείρηση. Μπορεί να μην το ψάχνουμε πολύ με τις δημόσιες σχέσεις γιατί θέλουμε να γίνεται με πιο φυσικό τρόπο η προώθηση, αλλά η δουλειά μας έχει γίνει γνωστή από φίλο σε φίλο και από αυτούς που τους αρέσει η δουλειά μας. Άλλωστε, απευθυνόμαστε παντού και κυρίως στον εαυτό μας. Θέλουμε αυτά που φτιάχνουμε να μας αρέσουν και να τα φοράμε και εμείς. Έχουμε μεγαλώσει δίπλα στη θάλασσα και από μικροί ασχολούμασταν με το surf. Είχαμε αυτή την αισθητική και μας άρεσε αυτή η κουλτούρα οπότε έτσι εξηγείται και το γεγονός ότι ξεκινήσαμε με πιο hawaian style πουκάμισα. Τώρα το έχουμε ησυχάσει αρκετά. Έχουμε κάνει μονόχρωμα ρούχα, κλασικά κομμάτια, δουλεύουμε με κοτλέ υφάσματα».
Διαβάστε όλο το άρθρο στο grekamag.gr
Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο
Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr