Οι νέες ρυθμίσεις για την προστασία των καταθέσεων - Πότε αποζημιώνονται έως 400 χιλ. ευρώ
Με το εν λόγω νομοσχέδιο εισάγονται νέες ρυθμίσεις σχετικά με την εγγύηση των καταθέσεων...
Τα νέα στοιχεία του σχεδίου νόμου σε σχέση με τις προς κατάργηση προβλέψεις του ν. 3746/2009 αφορούν στα ακόλουθα:
• Εισάγονται νέες ρυθμίσεις ως προς το επίπεδο, τους όρους και προϋποθέσεις κάλυψης (100.000€) και τη μείωση της προθεσμίας καταβολής αποζημίωσης σε επτά (7) ημέρες.
• Μεριμνά για προστασία άνω του ορίου των 100.000 ευρώ για ορισμένες περιπτώσεις καταθέσεων.
Αναλυτικά σε ότι αφορά την προστασία καταθέσεων στις τράπεζες, το νέο σχέδιο νόμου προβλέπει τα εξής :
Στο άρθρο 9 ορίζεται το ποσό των 100.000 ευρώ ως το ανώτατο όριο κάλυψης του συνόλου των καταθέσεων κάθε καταθέτη σε πιστωτικό ίδρυμα. Το συγκεκριμένο όριο ισχύει για το σύνολο των καταθέσεων κάθε καταθέτη στο ίδιο πιστωτικό ίδρυμα ανεξαρτήτως αριθμού καταθέσεων, νομίσματος και τόπου κατάθεσης εντός της ΕΕ (παράγραφος 1).
Καταθέσεις, οι οποίες προέρχονται αποδεδειγμένα από συγκεκριμένες δραστηριότητες, που εξυπηρετούν κοινωνικούς σκοπούς, τυγχάνουν εξαιρετικώς αυξημένης προστασίας έως του προσθέτου ορίου των τριακοσίων χιλιάδων (300.000) ευρώ για περιορισμένο χρονικό διάστημα, ήτοι μέχρι έξι (6) μήνες από την ημέρα πίστωσης των σχετικών ποσών και εφόσον το σχετικό ποσό πιστώθηκε εντός μηνός από την ημερομηνία που έλαβε χώρα η αντίστοιχη δραστηριότητα.
Θεωρήθηκε σκόπιμη η πρόβλεψη του μηνός (που στατιστικά θα αποτελεί και τη συνήθη περίπτωση προκειμένου συναλλαγή και πίστωση να έχουν συνάφεια) προκειμένου να αποφευχθεί το ενδεχόμενο επέκτασης της εξαιρετικής και προσωρινής προστασίας των καταθετών της παρούσας παραγράφου σε χρόνο αρκετά μεταγενέστερο της συντελεσθείσης δραστηριότητας λόγω της οποίας πιστώθηκαν τα συγκεκριμένα ποσά. Επισημαίνεται ότι η κάλυψη των προσωρινών υψηλών υπολοίπων λαμβάνει χώρα χωρίς την επιβολή πρόσθετων εισφορών στα πιστωτικά ιδρύματα.
Ως εκ τούτου, το ιδιαίτερα υψηλό κόστος που δύναται να επωμισθεί το ΤΕΚΕ πρέπει να αντισταθμίζεται από τη σαφή και επακριβή οριοθέτηση της προσωρινότητας της συγκεκριμένης προστασίας. Πιστώσεις μετά την παρέλευση μηνός από την αντίστοιχη δραστηριότητα θα λαμβάνονται υπόψη εφόσον αποδεικνύεται εγγράφως ότι προέρχονται από τη συγκεκριμένη δραστηριότητα προκειμένου ο καταθέτης να προστατεύεται από τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου. Χρήση του προσθέτου ορίου κάλυψης των τριακοσίων χιλιάδων (300.000) ευρώ θα λαμβάνει χώρα κατόπιν εξαντλήσεως του γενικού ορίου των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ ανά καταθέτη.
Συνεπώς η μέγιστη αποζημίωση που δύναται να λάβει καταθέτης από τον συνδυασμό των δύο ορίων κάλυψης ανέρχεται σε ύψος τετρακοσίων χιλιάδων (400.000) ευρώ.
Στις περιπτώσεις του κοινού λογαριασμού, το όριο των τριακοσίων χιλιάδων (300.000) ευρώ θα εφαρμόζεται εις όφελος όλων των συνδικαιούχων ανεξάρτητα από τον καταθέτη ή τον δικαιούχο τον οποίο αφορά η σχετική πίστωση και επί του συνόλου του υπολοίπου του λογαριασμού μετά την εξάντληση του γενικού ορίου των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ για κάθε συνδικαιούχο, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο περί κοινού λογαριασμού (παράγραφος 2).
Η εξαιρετική αυξημένη προστασία έως του ορίου των τριακοσίων χιλιάδων (300.000) ευρώ αφορά το σύνολο των δραστηριοτήτων που αναφέρονται αναλυτικά στην παράγραφο 2 του άρθρου 9 του νομοσχεδίου (παράγραφος 3).
Για τον υπολογισμό της αποζημίωσης απαιτείται η υποβολή αίτησης, σύμφωνα με τις προδιαγραφές που θα θέσει το ΤΕΚΕ, εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από την ημερομηνία αδυναμίας. Εξέλεγξη των απαιτήσεων αυτών θα πραγματοποιείται είτε από τον εκκαθαριστή κατά την εκκαθάριση πιστωτικού ιδρύματος είτε από τον εκτιμητή σε περίπτωση αναδιάρθρωσης παθητικού σύμφωνα με την παράγραφο 1 του εσωτερικού άρθρου 43 του άρθρου 2 του ν. 4335/2015 (παράγραφος 5).
Παρέχεται η δυνατότητα τροποποίησης του προσθέτου ορίου και των κατηγοριών των δραστηριοτήτων από τις οποίες προέρχονται οι καταθέσεις που τυγχάνουν της αυξημένης προστασίας με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατόπιν εισήγησης του ΔΣ του ΤΕΚΕ (παράγραφος 6).
Στο άρθρο 10 περιλαμβάνονται ρυθμίσεις για το προσδιορισμό του ποσού προς αποζημίωση.
Σε περίπτωση κοινού λογαριασμού το τμήμα που αναλογεί σε κάθε καταθέτη θεωρείται ως χωριστή κατάθεση του καθενός και αν δεν προκύπτει το τμήμα της αναλογούσας σε έκαστο καταθέτη κατάθεσης, ο κοινός λογαριασμός κατανέμεται σε ίσα μέρη μεταξύ τους (παράγραφος 1). Σε περίπτωση τήρησης καταθέσεων για λογαριασμό άλλου προσώπου ή προσώπων από την εγγύηση καλύπτεται το άλλο αυτό πρόσωπο ή πρόσωπα μέχρι του ορίου κάλυψης και εφόσον το πρόσωπο αυτό ή τα πρόσωπα αυτά ορίζονται ή δύνανται να οριστούν πριν από την ημερομηνία αδυναμίας. Στο σχέδιο νόμου απαριθμούνται ενδεικτικώς και για πρώτη φορά λογαριασμοί αυτού του τύπου, οι οποίοι περιλαμβάνουν τους λογαριασμούς πελατείας των ΕΠΕΥ (παράγραφος 2).
Προκειμένου για την καταβολή αποζημιώσεων οι οφειλές του καταθέτη συμψηφίζονται με τις απαιτήσεις του μόνο αν οι εν λόγω οφειλές κατέστησαν ληξιπρόθεσμες και απαιτητές κατά ή πριν την ημερομηνία αδυναμίας.
Οι καταθέτες ενημερώνονται από το πιστωτικό ίδρυμα για τις προϋποθέσεις συμψηφισμού πριν την σύναψη της σύμβασης δανείου ή του ανοίγματος τραπεζικού λογαριασμού (παράγραφος 3).
Μη πιστωμένοι κατά την ημερομηνία αδυναμίας δεδουλευμένοι τόκοι καθίστανται απαιτητοί και περιλαμβάνονται στο ποσό της αποζημίωσης εφόσον είναι εντός του ορίου κάλυψης, ενώ οι αποζημιώσεις που καταβάλλονται απαλλάσσονται παντός φόρου, τέλους ή εισφοράς (παράγραφοι 5 και 6).
Τα σχετικά άρθρα του σχεδίου νόμου έχουν ως εξής:
Άρθρο 9
Όριο Κάλυψης
[Άρθρο 6 της Οδηγίας 2014/49]
1. Το ανώτατο όριο κάλυψης του συνόλου των καταθέσεων κάθε καταθέτη σε πιστωτικό ίδρυμα που καλύπτεται από το ΤΕΚΕ ορίζεται σε εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ. Το όριο αυτό ισχύει για το σύνολο των καταθέσεων που τηρούνται στο ίδιο πιστωτικό ίδρυμα, ανεξάρτητα από τον αριθμό των καταθέσεων, το νόμισμα και τον τόπο κατάθεσης εντός της ΕΕ.
2. Κατ’ εξαίρεση προστατεύονται με πρόσθετο όριο τριακοσίων χιλιάδων (300.000) ευρώ καταθέσεις στις οποίες πιστώνονται ποσά εντός μηνός από την ημερομηνία που έλαβε χώρα η αντίστοιχη δραστηριότητα και που προέρχονται αποδεδειγμένα από μία η περισσότερες από τις κατωτέρω δραστηριότητες και για χρόνο μέχρι έξι (6) μηνών από την ημέρα πίστωσης κάθε σχετικού ποσού:
α) από πώληση ή απαλλοτρίωση ιδιωτικής κατοικίας ή οικοπέδου, για το τίμημα ή την αποζημίωση που καταβάλλεται στον πωλητή που δεν ασχολείται κατ’ επάγγελμα με αγοραπωλησίες ακινήτων, ή ιδιοκτήτη,
β)από καταβολή οφειλής μεταξύ συζύγων, εφόσον το σχετικό ποσό έχει επιδικασθεί με δικαστική απόφαση,
γ) από καταβολή εφάπαξ ή και περιοδικών παροχών λόγω συνταξιοδότησης,
δ) από καταβολή αποζημίωσης λόγω λύσης υπαλληλικής ή εργασιακής σχέσεως απασχόλησης,
ε) από καταβολή αποζημίωσης στους προσωρινά κρατηθέντες, κρατηθέντες ή καταδικασθέντες, οι οποίοι εν συνεχεία αθωώθηκαν σύμφωνα με την διάταξη 533 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας,
στ) από καταβολή αποζημίωσης λόγω αναπηρίας ή λόγω σωματικής βλάβης που προκλήθηκε από αδικοπραξία,
ζ) από καταβολή ασφαλιστικών παροχών είτε από κοινωνική είτε από ιδιωτική ασφάλιση,
η) από καταβολή αποζημίωσης σε κληρονόμους λόγω θανάτου του κληρονομουμένου ή από καταβολή ποσών που προκύπτουν λόγω κληρονομικής διαδοχής.
Ποσά που πιστώνονται μετά την παρέλευση ενός μηνός από την αντίστοιχη δραστηριότητα θα λαμβάνονται υπόψη εφόσον αποδεικνύεται εγγράφως ότι προέρχονται από τη δραστηριότητα αυτή.
Σε περίπτωση κατά την οποία έχει κατατεθεί σε λογαριασμό ποσό προερχόμενο αποδεδειγμένα από μία η περισσότερες από τις ανωτέρω δραστηριότητες, το πρόσθετο όριο κάλυψης της παραγράφου 2 εφαρμόζεται μετά την εξάντληση του ορίου κάλυψης της παραγράφου 1 ανά καταθέτη.
Το σύνολο δε της αποζημίωσης για κάθε δικαιούχο ποσών που προέρχονται από τις δραστηριότητες της παραγράφου 2 δεν δύναται να είναι ανώτερο από τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ.
Για τις περιπτώσεις κοινού λογαριασμού, το όριο της παρούσας παραγράφου εφαρμόζεται εις όφελος όλων των συνδικαιούχων ανεξαρτήτως του καταθέτη ή δικαιούχου τον οποίο αφορά η σχετική πίστωση και επί του συνόλου του υπολοίπου του λογαριασμού μετά την εξάντληση του ορίου κάλυψης της παραγράφου 1 και σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 10.
3. Για τις περιπτώσεις β) και ζ) της παραγράφου 2 κάθε απαίτηση που πιστώνεται για τους σκοπούς της παραγράφου αυτής λαμβάνεται υπόψη εφόσον υπερβαίνει το ποσό των 3.000 ευρώ.
4. Το πρόσθετο όριο της παραγράφου 2 αφορά αθροιστικά τις κατηγορίες α) έως η) ανωτέρω.
5. Η προστασία της παραγράφου 2 παρέχεται μόνο εφόσον οι δικαιούχοι καταθέτες υποβάλουν σχετικό αίτημα στο ΤΕΚΕ κατόπιν ανακοινώσεως από το τελευταίο και πάντως εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία αδυναμίας. Οι απαιτήσεις των δικαιούχων καταθετών σύμφωνα με την παράγραφο 2 θα εξελέγχονται από τον εκκαθαριστή του υπό εκκαθάριση πιστωτικού ιδρύματος.
Σε περίπτωση εφαρμογής του μέτρου της παραγράφου 1 του εσωτερικού άρθρου 43 του άρθρου 2 του ν. 4335/2015 περί αναδιάρθρωσης παθητικού, η εξέλεγξη των απαιτήσεων θα διενεργείται από τον εκτιμητή της παραγράφου 1 του εσωτερικού άρθρου 36 του άρθρου 2 του ν. 4335/2015.
6. Το όριο και οι κατηγορίες κάλυψης της παραγράφου 2 δύνανται να τροποποιούνται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατόπιν εισήγησης του ΔΣ του ΤΕΚΕ.
Άρθρο 10
Προσδιορισμός του ποσού προς αποζημίωση
[Άρθρο 7 της Οδηγίας 2014/49]
1. Κατά τον υπολογισμό των ορίων κάλυψης των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 9 το τμήμα που αναλογεί σε κάθε καταθέτη κοινού λογαριασμού θεωρείται ως χωριστή κατάθεση του κάθε καταθέτη και καλύπτεται μέχρι το όριο κάλυψης συνυπολογιζομένων και των λοιπών καταθέσεών του στο ίδιο πιστωτικό ίδρυμα.
Εάν δεν υπάρχει ειδική πρόβλεψη ή δεν προκύπτει το τμήμα της κατάθεσης που αναλογεί σε κάθε καταθέτη, ο κοινός λογαριασμός κατανέμεται κατά ίσα μέρη μεταξύ των καταθετών για τους σκοπούς της αποζημίωσής τους.
2. Όπου ο νόμος επιτρέπει την τήρηση κατάθεσης για λογαριασμό άλλου προσώπου, εν όλω ή εν μέρει, από την εγγύηση καλύπτεται το άλλο αυτό πρόσωπο μέχρι το όριο κάλυψης εφόσον το πρόσωπο αυτό ορίζεται ή δύναται να οριστεί πριν από την ημερομηνία αδυναμίας. Στην περίπτωση περισσοτέρων τέτοιων προσώπων, κατά τον υπολογισμό του ορίου κάλυψης λαμβάνεται υπόψη το μερίδιο που αναλογεί στον καθένα δυνάμει των νομίμων ή συμβατικών ρυθμίσεων που διέπουν τη διαχείριση των κατατεθέντων ποσών. Εάν δεν υπάρχει ειδική πρόβλεψη ή δεν προκύπτει το μερίδιο που αναλογεί σε κάθε πρόσωπο, ο λογαριασμός κατανέμεται κατά ίσα μέρη μεταξύ των προσώπων για τους σκοπούς της αποζημίωσής τους. Ενδεικτικές περιπτώσεις των ανωτέρω αποτελούν οι λογαριασμοί πελατείας των ΕΠΕΥ.
3. Η ημερομηνία αναφοράς για τον υπολογισμό του ποσού προς αποζημίωση είναι η ημερομηνία αδυναμίας.
4. Για τον σκοπό υπολογισμού του καταβλητέου ποσού της αποζημίωσης τα πιστωτικά υπόλοιπα των λογαριασμών καταθέσεων συμψηφίζονται με τις πάσης φύσεως ανταπαιτήσεις του πιστωτικού ιδρύματος κατά του δικαιούχου καταθέτη, εφόσον και στην έκταση που έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες και απαιτητές κατά ή πριν από την ημερομηνία αδυναμίας, σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 440 επ. του Αστικού Κώδικα, τα στοιχεία που παρέχει στο ΤΕΚΕ ο εκκαθαριστής του πιστωτικού ιδρύματος και τις νομικές και συμβατικές διατάξεις που διέπουν τη συνολική σχέση μεταξύ του υπό εκκαθάριση πιστωτικού ιδρύματος και του καταθέτη.
Το πιστωτικό ίδρυμα ενημερώνει τους καταθέτες πριν από τη σύναψη της σύμβασης τόσο του τυχόν δανείου όσο και του ανοίγματος τραπεζικού λογαριασμού για τις προϋποθέσεις συμψηφισμού όπως αναφέρονται ανωτέρω.
5. Δεδουλευμένοι τόκοι των καταθέσεων, οι οποίοι δεν έχουν πιστωθεί κατά την ημερομηνία αδυναμίας καθίστανται απαιτητοί κατά την ανωτέρω ημερομηνία και αποτελούν περιεχόμενο της αποζημίωσης εντός του ορίου κάλυψης.
6. Οι καταβαλλόμενες αποζημιώσεις σε καταθέτες απαλλάσσονται παντός φόρου, τέλους ή εισφοράς.
Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο
Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr