Δημήτρης Μάρης: Ο Προέδρος της Ένωσης Εκδοτών Διαδικτύου απαντά για το σήμερα & το αύριο του διαδικτύου
Το 2016 σίγουρα ήταν μια χρονιά που ο επιχειρηματίας είχε την τιμητική του.
Σε μια περίοδο συνεχών αλλαγών, στην οποία το διαδίκτυο κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος και τίποτα δεν μοιάζει να είναι πλέον δεδομένο, ακόμα και για τα παραδοσιακά μεγάλα συγκροτήματα του τύπου και της τηλεόρασης, ο επικεφαλής της 24ΜΕDIA Group είδε το όνομά του να φιγουράρει στις περισσότερες συζητήσεις για την επόμενη μέρα των ελληνικών ΜΜΕ.
Η υπόθεση της διάσωσης του Mega Channel, ο διαγωνισμός για τις τηλεοπτικές άδειες, που έμεινε τελικά στα χαρτιά, οι εξελίξεις στον χώρο του Τύπου, αλλά και το μέλλον της ψηφιακής ενημέρωσης στην Ελλάδα είναι μερικά από τα θέματα για τα οποία κάποιος, εάν επιχειρήσει μια αναζήτηση στο διαδίκτυο, θα βρει πολλά δημοσιεύματα με το όνομά του σε περίοπτη θέση. Ο ίδιος είναι χαμηλών τόνων και έχει επιλέξει να τοποθετείται με τον θεσμικό ρόλο του: αυτόν του προέδρου της Ένωσης Εκδοτών Διαδικτύου (ΕΝΕΔ).
Σπούδασε μηχανικός στις ΗΠΑ και θεωρεί τον εαυτό του «άνθρωπο της τεχνολογίας». Το διαδίκτυο το είδε από την αρχή σαν ένα εργαλείο που συνδύαζε τις τεχνολογικές εξελίξεις με την ενημέρωση, στην οποία επένδυσε τα τελευταία δέκα χρόνια, χτίζοντας τον μεγαλύτερο διαδικτυακό όμιλο ενημέρωσης στην Ελλάδα, με περισσότερα από 17 ιδιόκτητα και συνεργαζόμενα sites. Τον συνάντησα στο γραφείο του. Η συζήτηση ήταν εφ’ όλης της ύλης και κύλησε χαλαρά, χωρίς ούτε ένα off the record.
Ιντερνετ , δεοντολογία και διαφάνεια
Ξεκινώντας την κουβέντα με τον Τάσο Ζάχο όπου και του παραχώρησε και την συνέντευξη, ο Δημήτρης Μάρης αναφέρεται στο «μεγάλο στοίχημα του νέου Κώδικα Δεοντολογίας», μια πρωτοβουλία της ΕΝΕΔ, η οποία προέκυψε από τη συνεργασία με την ερευνητική ομάδα του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου Επικοινωνίας, το οποίο συνεποπτεύεται από το Ερευνητικό Κέντρο «Αθηνά» (υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων).
«Πρόκειται για ένα σχέδιο αυτορρύθμισης για τα ελληνικά ψηφιακά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, με κανόνες αυτοδέσμευσης και ποιότητας. Ένα “ISO” της ΕΝΕΔ. Ο κώδικας είναι προσαρμοσμένος στη νέα εποχή και στις προκλήσεις που πλέον αντιμετωπίζουν τα ψηφιακά μέσα» αναφέρει και συμπληρώνει πως μπορεί να αποτελέσει το «ανταγωνιστικό πλεονέκτημα» των διαδικτυακών μέσων στον χώρο της ενημέρωσης.
Παρά το γεγονός ότι το ίντερνετ είναι ένα μέσο εκ φύσεως ταχύτατα μεταβαλλόμενο, ο πρόεδρος της ΕΝΕΔ επισημαίνει ότι ο κώδικας θα ανανεώνεται συνεχώς, ενώ ξεκαθαρίζει ότι επιδίωξή του είναι να συμμετάσχουν στη συζήτηση τόσο η πολιτεία όσο και το σύνολο των εταιρειών οι οποίες δραστηριοποιούνται στον χώρο του διαδικτύου. Παράλληλα, τονίζει ότι η ελληνική αγορά δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα στο νομοθετικό πλαίσιο, αλλά η υπερβολική χρήση νομοθετημάτων έχει προκαλέσει περισσότερα προβλήματα στα ΜΜΕ. «Στην Ελλάδα βιώνουμε τη βιομηχανία των μηνύσεων. Στην πράξη δεν υπάρχει κάποιο πλαίσιο προστασίας για τον πολίτη. Αντιθέτως, καλλιεργούνται σχέσεις διαπλοκής: η λογική τού “Δεν θα γράψεις, δεν θα γράψω, και έτσι η είδηση δεν θα βγει”. Κάποτε υπήρχε κουλτούρα αυτορρύθμισης, τώρα έχει χαθεί, κι αυτό είναι αποτέλεσμα και της οικονομικής κρίσης» συμπληρώνει.
Οι τράπεζες , τα δάνεια και η κρατική διαφήμιση
Οι εξελίξεις στον χώρο της ενημέρωσης στο διαδίκτυο επισκιάστηκαν από τον διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες, και ο Δημήτρης Μάρης εκφράζει ανοιχτά την απογοήτευσή του. «Δόθηκε τεράστιο βάρος στο κομμάτι των τηλεοπτικών αδειών, δυσανάλογα, θα έλεγα, με αποτέλεσμα το θέμα να μονοπωλήσει το ενδιαφέρον και τον δημόσιο διάλογο και να μείνουν πίσω σημαντικά ζητήματα» αναφέρει, αναγνωρίζοντας, όμως, ότι για πρώτη φορά ύστερα από αρκετό καιρό φαίνεται να υπάρχουν μια «βάση συζήτησης και μια καλή επαφή με την πολιτεία για θέματα που αφορούν τα ψηφιακά μέσα». Ένα από αυτά είναι το μητρώο στο οποίο θα καταγράφονται όσες ιστοσελίδες θέλουν να διεκδικήσουν κρατική ή τραπεζική διαφήμιση, όπως ανακοίνωσε η κυβέρνηση.
Ο επικεφαλής της 24Media σημειώνει πως είναι μια πρωτοβουλία προς τη σωστή κατεύθυνση, ωστόσο απαιτείται ακόμη πολλή δουλειά για να οριστούν επακριβώς όλες οι παράμετροι. «Όταν κάνουμε λόγο για κρατική διαφήμιση, μιλάμε για ένα δημόσιο αγαθό στην ουσία, το οποίο αυτή τη στιγμή διανέμεται εντελώς αδιαφανώς και άναρχα. Οι κανόνες και οι προϋποθέσεις για να διεκδικήσει κάποιος δημόσιο χρήμα θα πρέπει να είναι πολύ αυστηροί. Το ίδιο ισχύει και για το τραπεζικό χρήμα, καθώς, λόγω της συμμετοχής του ΤΧΣ στις τράπεζες, υφίσταται ένα ευρύτερο δημόσιο συμφέρον. Η διαφάνεια ποτέ δεν βλάπτει» συμπληρώνει.
Όσον αφορά τον τραπεζικό κλάδο, και ειδικότερα τη δανειοδότηση των ΜΜΕ, ο Δημήτρης Μάρης επισημαίνει πως αυτή τη στιγμή έχει στοχοποιηθεί το σύστημα των media, γιατί οι επιχειρήσεις στο παρελθόν πήραν τεράστια δάνεια, χωρίς τις απαραίτητες εγγυήσεις και δίχως να έχουν τη δυνατότητα να τα αποπληρώσουν. «Αυτή η παθογενής κατάσταση οδήγησε στον πλήρη αποκλεισμό σχεδόν όλων των ΜΜΕ από τη χρηματοδότηση των τραπεζών. Πήγαμε από το ένα άκρο στο άλλο. Το αποτέλεσμα και στις δύο περιπτώσεις είναι να μην υπάρχει ανεξάρτητη ενημέρωση.
Στην πρώτη περίπτωση «έπαιρνα τα λεφτά και έγραφα ό,τι ήθελες», στην άλλη περίπτωση «δεν έχω καθόλου χρήματα και αναγκάζομαι να βρω άλλες πηγές χρηματοδότησης», που μπορεί όμως να δημιουργούν εξαρτήσεις. Είναι ανάγκη να πάμε σε συνθήκες κανονικότητας, που σημαίνει ότι οι εκδοτικές εταιρείες πρέπει να ελέγχονται αυστηρά, καθώς πραγματεύονται ένα δημόσιο αγαθό όπως η ενημέρωση, ενώ, παράλληλα, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και η βιωσιμότητά τους».
Ο ειδικός κανόνας στα ΜΜΕ και η φοροδιαφυγή
Στο συγκεκριμένο θέμα ο Δημήτρης Μάρης δείχνει να επιμένει, καθώς, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, «μια επιχείρηση που μεσομακροπρόθεσμα δεν είναι κερδοφόρα δεν πρέπει να υπάρχει στον χώρο».
«Κάθε επιχείρηση πρέπει να παράγει κέρδη ή να έχει την προοπτική για να το κάνει, και έτσι να εξασφαλίζει επαρκείς διαύλους χρηματοδότησης. Προφανώς μια εταιρεία στα Μέσα Ενημέρωσης που δεν είναι κερδοφόρα δεν είναι ανεξάρτητη και εξαρτάται από κάτι άλλο. Δεν πρέπει να υπάρχει ειδικός κανόνας. Το γεγονός, βέβαια, ότι δεν υπάρχει πια εύκολη πρόσβαση σε χρηματοδότηση, ακόμα και για τις υγιείς επιχειρήσεις στον Τύπο, είναι άκρως προβληματικό».
Στις κλειστές «κάνουλες» των τραπεζών πρέπει να προστεθεί και η υπερφορολόγηση των επιχειρήσεων στην Ελλάδα ως αντιαναπτυξιακή πρακτική. Ο επικεφαλής της 24Media αναγνωρίζει ότι η ελληνική οικονομία βρίσκεται εδώ και χρόνια υπό ειδικές συνθήκες, όμως θεωρεί ότι η πολιτεία δεν έχει κάνει όσα χρειάζεται για το ζήτημα της φοροδιαφυγής από μεγάλους πολυεθνικούς παίκτες.
«Αυτό που με ενοχλεί περισσότερο είναι ότι μένουμε στα λόγια και όχι στην ουσία. Αυτή τη στιγμή το 80% του συνόλου της διαφημιστικής αγοράς στο ψηφιακό κομμάτι καταναλώνεται στον αθέμιτο ανταγωνισμό του εξωτερικού, σε παίκτες όπως ο όμιλος της Google – YouTube και το Facebook. Είναι παγκόσμιοι κολοσσοί που λειτουργούν με offshore status, και όχι μόνο δεν αποδίδουν φόρους και ΦΠΑ, αλλά δεν απασχολούν προσωπικό στην Ελλάδα, ενώ τιμολογούν απευθείας στο εξωτερικό». Όπως τονίζει, αυτός είναι ο βασικός λόγος που έχει δημιουργηθεί ένα ασφυκτικό πλαίσιο για τους Έλληνες εκδότες στον χώρο των ψηφιακών μέσων.
Συζητήσεις για φόρο 20% στις online διαφημίσεις, οι οποίες επανέρχονται στο τραπέζι κάθε φορά που η κυβέρνηση αναζητά έσοδα, χαρακτηρίζονται από τον επιχειρηματία «σίγουρος θάνατος» για τις ελληνικές επιχειρήσεις. «Εάν κάποιος θεωρεί ότι προτεραιότητα αποτελεί αυτό το 20% να το φορολογήσουμε με ένα 20% επιπλέον και το υπόλοιπο 80% να μη το φορολογούμε καθόλου, τότε τι να σχολιάσω; Δεν πιστεύω ότι οι κυβερνώντες εκλέγονται για να βάζουν μόνο φόρους, αλλά και για να θέτουν το πλαίσιο και τη στρατηγική ανάπτυξης» υποστηρίζει.
Χαρακτηρίζει «αστείο και εξαιρετικά χαμηλό» το ποσοστό που έχει το διαδίκτυο στην ελληνική διαφημιστική αγορά, παρά τη μεγάλη διείσδυσή του στον χώρο της ενημέρωσης, κάτι το οποίο αποδίδει στον τρόπο που λειτουργεί η διαφημιστική αγορά, αλλά και στο γεγονός ότι στα επίσημα νούμερα δεν «προσμετράμε στα συνολικά έσοδα την τεράστια φοροδιαφυγή των ξένων εταιρειών με offshore status. Εάν καταγραφεί αυτό ως μέγεθος, το ποσοστό ανεβαίνει κατά πολύ και υπολογίζω ότι μπορεί να υπερτερεί του τηλεοπτικού».
Η 24Media, οι νέοι διεθνείς τίτλοι και η έκδοση εφημερίδας
Η συζήτησή μας περνά στο κομμάτι της 24Media Group και στα επόμενα επιχειρηματικά σχέδιά του. Αν και το digital αποτελεί αναμφίβολα τον «πυρήνα» της εταιρείας, o όμιλος έχει επεκταθεί και σε άλλα μέσα ενημέρωσης. «Έχουμε μπει ήδη στον χώρο του ραδιοφώνου, μέσω του 103.3 Sport24 radio, ενώ το 2017 θα κάνουμε ακόμα πιο δυναμικές κινήσεις. Το ραδιόφωνο προσφέρει αμεσότητα όσον αφορά την προσέγγιση του κοινού και η δραστηριότητά μας θα επεκταθεί αρκετά τη νέα χρονιά. Επίσης, θα συνεχίσουμε να επενδύουμε στη συνεργασία με μεγάλα διεθνή brands. Μάλιστα, ήδη το έχουμε κάνει με τίτλους όπως το NBA, η Euroleague, η Huff Post.
Πιστεύω ότι υπάρχουν «κενά» στην ελληνική αγορά, που δικαιολογούν νέες συνεργασίες με διεθνείς τίτλους οι οποιοι έχουν να προσφέρουν στην ενημέρωση. Σύντομα, λοιπόν, θα έχουμε ανακοινώσεις» τονίζει, εξηγώντας ότι, με προσπάθειες όπως η Huffington Post Greece, στην ουσία δημιουργείται ένα «κανάλι» επικοινωνίας των ελληνικών θέσεων στο εξωτερικό, και αυτός είναι ο στόχος.
Θεωρεί τη μετάβαση στη mobile εποχή ως τη βασική πρόκληση για τον ψηφιακό όμιλό του, καθώς και τον μετασχηματισμό του περιεχομένου που παράγεται καθημερινά σε όσο το δυνατόν περισσότερες πλατφόρμες, και –γιατί όχι;– στο χαρτί. Σχεδιάζει να εκδώσει εφημερίδα, όπως πλέον γράφεται σχεδόν καθημερινά σε blogs και sites; «Αυτό που μας ενδιαφέρει στην 24Media είναι το context.
Μας ενδιαφέρει το περιεχόμενό μας να μεταφέρεται αποτελεσματικά σε διάφορες πλατφόρμες: από το desktop του υπολογιστή του αναγνώστη μέχρι το κινητό του. Με τον ίδιο τρόπο διερευνούμε αν αυτό το περιεχόμενο μπορεί και να τυπωθεί. Επίσης, εξετάζουμε αν μπορεί να μετασχηματιστεί και να γίνει οπτικοακουστικό• να πάει, για παράδειγμα, στο ραδιόφωνο. Υπό αυτή την έννοια, ναι, εξετάζουμε σε πρακτικό επίπεδο και όχι θεωρητικά την έκδοση εφημερίδας. Εάν αυτό θα πείσει εμάς και, κατ’ επέκταση, τους αναγνώστες μας, είναι κάτι που δεν έχει αποφασιστεί ακόμη».
Η 24Media, μόνο στο ψηφιακό της κομμάτι, απασχολεί 268 άτομα, ενώ σ’ αυτή τη δύσκολη περίοδο η τάση είναι αυξητική. Όπως αναφέρει ο πρόεδρός της, η εταιρεία ήταν πάντα κερδοφόρα και βασίζεται στις δικές της δυνάμεις. «Φυσικά και δοκιμάστηκε αυτή την περίοδο,αλλά δεν έχουμε τραπεζικό δανεισμό και στηριζόμαστε σε ίδια κεφάλαια. Καταφέραμε μέσα στα χρόνια να πετύχουμε κερδοφορία και τα κέρδη αυτά επανεπενδύθηκαν στο σύνολό τους στην ανάπτυξη της εταιρείας. Χρηματοδοτούμε την εταιρεία για να στηρίξουμε την αναπτυξιακή πορεία της και να μη μείνουμε στάσιμοι, καθώς η στασιμότητα, ειδικά στο διαδίκτυο, ισοδυναμεί με θάνατο» αναφέρει.
Οι εκδότες , τα κανάλια, το MEGA και ο νόμος Παππά
Μιλώντας για τον Τύπο, ο Δημήτρης Μάρης εκφράζει την πίστη του ότι υφίσταται ένα μεγάλο κοινό που διαβάζει εφημερίδες, όπως άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας, οι οποίοι δεν μπορούν ή δεν θέλουν να προσαρμοστούν στις νέες τεχνολογικές τάσεις.
Μία από τις δηλώσεις του, όμως, που συζητήθηκαν πολύ είναι ότι ο «παραδοσιακός εκδότης έχει πλέον πεθάνει». Όπως εξηγεί στο Fortune, στο παραδοσιακό εκδοτικό μοντέλο όλο το κομμάτι της πληροφορίας ελεγχόταν και κατέληγε σε έναν άνθρωπο. Ο εκδότης διάβαζε την εφημερίδα προτού τυπωθεί. Αυτό το μοντέλο εκ των πραγμάτων δεν υφίσταται πλέον. «Τα Mέσα, ειδικά στο διαδίκτυο, είναι πολύ πιο ευέλικτα και “ανοιχτά”. Δεν υπάρχει η λογική πλέον ότι οτιδήποτε αναρτάται περνάει από ένα σύστημα κεντρικού ελέγχου. Είναι η νέα φύση των πραγμάτων στις κοινωνίες μας».
Για τα παραδοσιακά εκδοτικά «μαγαζιά» και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν, αναφέρει ότι το βασικό πρόβλημά τους είναι ότι απέτυχαν να διαγνώσουν έγκαιρα τη μετάβαση στη νέα εποχή και να προβλέψουν τη γρήγορη διείσδυση του ίντερνετ. «Όταν το κατάλαβαν πλέον, άργησαν να προσαρμοστούν, με αποτέλεσμα να χάσουν τη δυνατότητα με το νέο μοντέλο να καλύψουν τις παθογένειες των προηγούμενων μοντέλων, έχοντας στην πλάτη τους μεγάλη δανειακή επιβάρυνση. Η δυνατότητα αναστροφής της κατάστασης είναι πλέον περιορισμένη, καθώς τα κόστη που κουβαλούν είναι πολύ μεγάλα και δεν τους επιτρέπουν να σταθούν εύκολα στη νέα πραγματικότητα» συμπληρώνει.
Εάν, όμως, υπάρχει ένα κανάλι η πορεία του οποίου είναι συνυφασμένη με μεγάλους εκδότες, αυτό είναι το Mega, το οποίο εξακολουθεί να βρίσκεται, παρά τα όσα έχουν ακουστεί κατά καιρούς, πολύ κοντά στο να «κατεβάσει ρολά».
Ο Δημήτρης Μάρης είχε δημοσιοποιήσει πριν από μερικούς μήνες την πρόθεση συμμετοχής του στο σχέδιο ανασυγκρότησης της Τηλέτυπος Α.Ε., υπό τον Θεοχάρη Φιλιππόπουλο, για τη σωτηρία του σταθμού – σχέδιο που δεν προχώρησε.
Πώς σχολιάζει τη σημερινή κατάσταση; «Το σχέδιό μας για το Mega απαιτούσε τη σύμπραξη και τη συμφωνία παλιών και νέων μετόχων, τη συμφωνία των τραπεζών, που έχουν ένα πολύ σημαντικό ρόλο, αλλά και τη συμφωνία των πιστωτών. Το σχέδιο Φιλιππόπουλου θεωρώ ότι ήταν ρεαλιστικό, με αρκετές πιθανότητες επιτυχίας, και γι’ αυτό ήθελα να συμμετάσχω. Το γεγονός ότι τελικά δεν προχώρησε οφείλεται στο ότι δεν βρέθηκε η χρυσή τομή ανάμεσα στα παραπάνω μέρη. Επίσης, το γεγονός ότι το Mega, τόσους μήνες μετά, χωρίς νέο πρόγραμμα, παραμένει στην κορυφή σε όρους τηλεθέασης σε πολλά κοινά δείχνει ότι, όντως, ένα τέτοιο σχέδιο είχε πολλές πιθανότητες να πετύχει».
Προσθέτει ότι το κανάλι έχει μεν σοβαρά προβλήματα, αλλά και πλεονεκτήματα, ενώ διευκρινίζει ότι έως τώρα δεν έχει υπάρξει ανάλογη πρωτοβουλία, αλλά δεν αποκλείει αυτό να συμβεί όσο δεν βρίσκεται λύση, είτε υπό ένα παρόμοιο σχέδιο είτε υπό κάποιο άλλο καινούργιο. «Δεν θεωρώ ότι το Mega είναι από τις πιο προβληματικές επιχειρήσεις στον χώρο των ΜΜΕ και ψυχαγωγίας στην Ελλάδα» δηλώνει χαρακτηριστικά.
Για τον διαγωνισμό των τηλεοπτικών αδειών, που κρίθηκε αντισυνταγματικός από το Συμβούλιο της Επικρατείας, υποστηρίζει ότι, εκ του αποτελέσματος, ήταν μια διαδικασία η οποία απέτυχε.
«Κοιτώντας απολογιστικά την όλη ιστορία, θεωρώ ότι η απόφασή μας να μη συμμετάσχουμε στον διαγωνισμό ήταν σωστή και λόγω του τελικού αποτελέσματος, που επέφερε την ακύρωσή του, αλλά και των τιμημάτων που δόθηκαν, τα οποία ήταν έξω από κάθε λογική. Σε πρώτη ανάγνωση μπορεί να φαίνεται ότι το Δημόσιο θα κέρδιζε αρκετά χρήματα, όμως θα προκαλούνταν ακόμα μεγαλύτερα προβλήματα στον χώρο της ενημέρωσης, καθώς τα χρηματικά ποσά δεν είχαν καμιά σχέση με την πραγματικότητα και τα νέα τηλεοπτικά σχήματα δεν θα ήταν βιώσιμα».
Ξεκαθαρίζει ότι, σε κάθε περίπτωση, πρέπει να υπάρχουν κανόνες και καθεστώς μονιμότητας, ειδικά όταν κάποιος κάνει χρήση ενός δημόσιου αγαθού, όπως είναι μια τηλεοπτική συχνότητα. «Πρέπει να υπάρχει κάποιο τίμημα. Αλλιώς είναι παράνομο. Και αυστηροί κανόνες, καθώς ούτε αυτοί εφαρμόζονται. Υπό αυτή την έννοια, το γεγονός ότι, έπειτα από τόσους μήνες, υπάρχει Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης είναι πολύ θετικό. Άρα, είμαι αισιόδοξος ότι θα δοθούν νέες άδειες, προφανώς περισσότερες από τέσσερις, αλλά με αυστηρό πλαίσιο λειτουργίας».
Από την τηλεόραση στο ηλεκτρονικό στοίχημα
Ο Δημήτρης Μάρης παραλληλίζει την κατάσταση που επικρατεί στην αγορά της τηλεόρασης με αυτή στον χώρο του διαδικτυακού στοιχήματος. Η ενασχόλησή του με εταιρείες όπως η Stoiximan εξηγεί ότι είναι καθαρά επενδυτική, καθώς διευκρινίζει ότι δεν ασχολείται ενεργά με τον χώρο και δεν έχει λειτουργική συμμετοχή.
«Έχω, όμως, επενδυτικά συμφέροντα στο κομμάτι του διαδικτυακού στοιχήματος. Στην περίπτωση της Stoiximan είμαι υπερήφανος που έχει εντάξει στον πυρήνα της δραστηριοποίησής της ένα ευρύτατο πρόγραμμα κοινωνικής υπευθυνότητας και επιστροφής στην κοινωνία μέσω στοχευμένων δράσεων. Η αγορά προσομοιάζει με αυτή της ενημέρωσης, με την έννοια ότι βρίσκεται σε ένα καθεστώς ομηρίας και προσωρινότητας. Η online αγορά στοιχήματος στην Ελλάδα λειτουργεί με προσωρινές άδειες επί πολλά χρόνια. Αυτό εμποδίζει σοβαρές επιχειρήσεις να αναπτυχθούν, να επενδύσουν, να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας, να παραγάγουν έσοδα και κέρδη.
Είναι απαράδεκτο το 2016, μετά από όλες αυτές τις συζητήσεις και τις γνωμοδοτήσεις για την ΟΠΑΠ Α.Ε., η πολιτεία να μην έχει ακόμη προχωρήσει στη ρύθμιση για την οποία έχει δεσμευτεί. Αυτή η αναβλητικότητα οφείλεται σε πιέσεις ομάδων συμφερόντων που δεν θέλουν να ανοίξει η αγορά. Τα μονοπώλια είναι μια έννοια παρωχημένη, αντίκειται στην αρχή της ελεύθερης αγοράς και της ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Το γεγονός ότι στην Ελλάδα σήμερα συζητάμε για ιδιωτικά μονοπώλια είναι μια παγκόσμια πρωτοτυπία».
Εντούτοις, πιστεύει ότι πρέπει να είμαστε αισιόδοξοι για την ελληνική οικονομία και ξεκαθαρίζει ότι η ευθύνη όλων των τελευταίων κυβερνήσεων έγκειται στο ότι «δεν μπορούν να εφαρμόσουν πολιτικές που οι ίδιες ψήφισαν». Αναγνωρίζει, ωστόσο, ως θετικό ότι «ολοένα και περισσότεροι έχουν αποδεχτεί ότι πρέπει να πραγματοποιηθούν μεταρρυθμίσεις. Χρειαζόμαστε ένα πλαίσιο σταθερότητας που θα δώσει ψυχολογική και πραγματική ανάταση στην οικονομία. Υπάρχει, βέβαια, ένα γραφειοκρατικό και αυστηρό πλαίσιο στο οποίο λειτουργούν τα μέλη της ευρωζώνης, αλλά δεν υπάρχουν καλοί ή κακοί ξένοι».
Τέλος, επισημαίνει ότι είναι ζωτικής σημασίας να αναπτυχθεί μια νέα τάση επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα, με την ψηφιακή ανάπτυξη της οικονομίας στο επίκεντρο. «Δεν είναι θεμιτό να περιμένουμε να επενδύσουν οι ξένοι στην Ελλάδα και να μην επενδύουν οι Έλληνες. Όλοι πρέπει να αναλάβουμε τις ευθύνες μας στην κρίση. Είναι το νέο σύνθημα στο οποίο πρέπει να επενδύσουμε».
* To θέμα δημοσιεύεται στο περιοδικό Fortune που κυκλοφορεί στα περίπτερα.
Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο
Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr