Μάνος Χατζιδάκις: Η ιδιοφυία που έκανε κλασσική την λαϊκή μουσική της Ελλάδας γεννήθηκε σαν σήμερα
Γεννήθηκε στην Ξάνθη, μια μέρα σαν σήμερα, στις 23 Οκτωβρίου του 1925.
Γεννήθηκε στην Ξάνθη, μια μέρα σαν σήμερα, στις 23 Οκτωβρίου του 1925. Ο πατέρας του, ο δικηγόρος Γεώργιος Χατζιδάκης, είχε καταγωγή από το χωριό Μύρθιο Αγίου Βασιλείου του Ρεθύμνου ενώ η μητέρα του, Αλίκη Αρβανιτίδου από την Αλεξανδρούπολη.
Σε ηλικία μόλις 4 ετών, ο μικρός Μάνος ξεκίνησε μαθήματα πιάνου και αρμονίας. Τρία χρόνια αργότερα, στην ηλικία των 7, η οικογένεια μετακομίζει στην Αθήνα. Ο θάνατος του πατέρα του και ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος τον αναγκάζει να δουλεύει από μικρός.
Συγχρόνως, όμως, επεκτείνει τις μουσικές του γνώσεις παρακολουθώντας ανώτερα θεωρητικά μαθήματα με τον Μενέλαο Παλλάντιο, ενώ ξεκινά και σπουδές Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, τις οποίες όμως δεν θα ολοκληρώσει. Την ίδια περίοδο συνδέεται με άλλους καλλιτέχνες και διανοούμενους, προσωπικότητες που επηρέασαν τη διαμόρφωση του χαρακτήρα του και ανέδειξαν τις αρετές του.
Η πρώτη εμφάνιση του Χατζιδάκι ως συνθέτη πραγματοποιείται το 1944 με τη συμμετοχή του στο έργο Τελευταίος Ασπροκόρακας του Αλέξη Σολωμού στο Θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν.
Η συνεργασία του με το Θέατρο Τέχνης θα διαρκέσει περίπου δεκαπέντε χρόνια και αποφέρει μουσική για σημαντικό αριθμό έργων του σύγχρονου θεάτρου.
Το 1946 καταγράφεται και η πρώτη του εργασία για τον κινηματογράφο στην ταινία Αδούλωτοι Σκλάβοι και στα επόμενα χρόνια συνθέτει μουσική για πολλές ελληνικές ή ξένες ταινίες.
Παράλληλα με το Ελληνικό Χορόδραμα, η τραγωδός Μαρίκα Κοτοπούλη αναθέτει στον Χατζιδάκι τη σύνθεση της μουσικής για τις Χοηφόρες (1950) από την Ορέστεια του Αισχύλου. Το γεγονός αυτό αποτελεί την αρχή της ενασχόλησης του Χατζιδάκι με πολλές αρχαίες τραγωδίες.
Τον Ιανουάριο του 1949, ο Χατζιδάκις θα δόσει μια ιστορική διάλεξη στο «Θέατρο Τέχνης» του Κάρολου Κουν. Η ομιλία του αφορά την αξία του Ρεμπέτικου και του Λαϊκού τραγουδιού. Εκείνη την περίοδο, το ρεμπέτικο εξαπλωνόταν στις λαϊκές γειτονιές και σταδιακά σπάει τα όρια τους. Η εξουσία και οι αρχές το κυνηγούσαν. Οι αστοί και οι διανοούμενοι το περιφρονούσαν. Σε αυτό το πλαίσιο, Μάνος Χατζιδάκις, νεαρός τότε συνθέτης, τόλμησε να δώσει μια διάλεξη για την ανάδειξη του ρεμπέτικου ως θεμέλιου λίθου της σύγχρονης ελληνικής λαϊκής μουσικής. Παρουσιάζει τον Μάρκο Βαμβακάρη και τη Σωτηρία Μπέλλου, οι οποίοι τραγούδησαν μπροστά στο έκπληκτο κοινό του Θεάτρου Τέχνης. Η διάλεξη προκαλεί αντιδράσεις. Μέχρι που αστυνομία ειδοποιεί τη μητέρα του Χατζιδάκι να προσέχει για λίγο καιρό ο γιος της όταν κυκλοφορεί στη γειτονιά τους, στο Παγκράτι. Αλλά τα πάντα αλλάζουν μετά από αυτή.
Το 1961 του απονέμεται το βραβείο Όσκαρ για το τραγούδι Τα παιδιά του Πειραιά, από την ταινία του Ζυλ Ντασέν Ποτέ την Κυριακή, το οποίο συμπεριλαμβάνεται και στα δέκα εμπορικότερα τραγούδια του εικοστού αιώνα.
Ο ίδιος ο Χατζιδάκις, θεωρεί πως η ελαφρά μουσική του για τον κινηματογράφο του προσδίδει μια «ανεπιθύμητη λαϊκότητα» την οποία δεν αποδέχεται και φθάνει στο σημείο να αποκηρύξει μεγάλο μέρος της. Σημαντικός σταθμός στο έργο του Χατζιδάκι για το θέατρο αποτελεί ακόμα η παράσταση Οδός Ονείρων 1963 σε σκηνοθεσία Αλέξη Σολωμού και πρωταγωνιστή το Δημήτρη Χορν.
Το 1966 ο Μάνος Χατζιδάκις επισκέπτεται την Αμερική προκειμένου να ανεβάσει στο Broadway με τον Ζυλ Ντασέν και τη Μελίνα Μερκούρη τη θεατρική διασκευή του Ποτέ την Κυριακή με τον τίτλο Illya Darling. Κατά την παραμονή του στην Αμερική έρχεται σε επαφή με την ποπ και ροκ αμερικανική μουσική σκηνή, γεγονός που έχει σαν αποτέλεσμα την ηχογράφηση του κύκλου τραγουδιών Reflections σε συνεργασία με το συγκρότημα New York Rock and Roll Ensemble.
Παράλληλα ξεκινά τη σύνθεση λιμπρέτων για τρία μουσικά έργα (Μεταμορφώσεις, Όπερα για Πέντε, Ντελικανής) ενώ ηχογραφεί και το Χαμόγελο της Τζοκόντας, ένα από τα περισσότερο γνωστά έργα του.
Το 1972 επιστρέφει στην Αθήνα και τον επόμενο χρόνο ιδρύει το μουσικό καφεθέατρο «Πολύτροπο», το οποίο επιδιώκει, σύμφωνα με τον ίδιο, «μια τελετουργική παρουσίαση του τραγουδιού, μ' όλα τα μέσα που μας παρέχει η σύγχρονη θεατρική εμπειρία».
Η περίοδος αυτή, μέχρι το τέλος της ζωής του, θεωρείται η περισσότερο ώριμη στη μουσική του σταδιοδρομία και σηματοδοτείται με την ηχογράφηση του Μεγάλου Ερωτικού.
Με το πέρας της στρατιωτικής δικτατορίας διορίζεται «Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής» της Λυρικής Σκηνής για το διάστημα 1975-1977 ενώ την περίοδο 1975-1982 αναλαμβάνει καθήκοντα Διευθυντή της Κρατικής Ορχήστρας καθώς και Διευθυντή του κρατικού ραδιοσταθμού Τρίτο Πρόγραμμα.
Η παρουσία του στο Τρίτο Πρόγραμμα αποτελεί μέχρι σήμερα σημείο αναφοράς και ίσως την ποιοτικότερη περίοδο του ραδιοσταθμού. Το 1979 ο Χατζιδάκις καθιερώνει τις «Μουσικές Γιορτές» στα Ανώγεια της Κρήτης που περιλαμβάνουν τοπικούς λαϊκούς χορούς και τραγούδια.
Την περίοδο 1981-1982 διοργανώνει επίσης τους «Μουσικούς Αγώνες» στην Κέρκυρα ένα μουσικό διαγωνισμό για νέους Έλληνες συνθέτες.
Αξιοσημείωτη είναι και η συμμετοχή του στην έκδοση του πολιτιστικού περιοδικού Το Τέταρτο, το οποίο καταγράφει τα καλλιτεχνικά και κοινωνικά δρώμενα μέσα από τις πολιτικές τους διαστάσεις. Παράλληλα, συστήνει το 1985, την ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρεία «Σείριος», η οποία λειτουργεί μέχρι σήμερα.
Από το 1976 συνεργάζεται με τη Μαρία Φαραντούρη σε τέσσερις δίσκους του "Η εποχή της Μελισσάνθης" (1980),"Τα Παράλογα",(1976),"Σκοτεινή Μητέρα(1986) και στη "Ρωμαϊκή Αγορά"(1986) καθώς και σε πάρα πολλές συναυλίες μέχρι το 1991.
Στα τέλη του 1989 ο Χατζιδάκις ιδρύει την Ορχήστρα των Χρωμάτων με σκοπό να παρουσιάσει έργα που συνήθως δεν καλύπτονται από τις συμβατικές συμφωνικές ορχήστρες. Ο ίδιος ο Χατζιδάκις την διηύθυνε μέχρι το τέλος της ζωής του δίνοντας συνολικά είκοσι συναυλίες και δώδεκα ρεσιτάλ ελληνικού και διεθνούς ρεπερτορίου.
Πέθανε στις 12 Ιουνίου 1994 από οξύ πνευμονικό οίδημα και ετάφη στην Παιανία.
Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο
Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr