Οι απολύτως ειδικοί προτείνουν για την Καθαρά Δευτέρα: 4 κρασιά, 14 πιάτα, 1 Δευτέρα
Μια ετικέτα καλείται να βγάλει το …χταπόδι από την τρύπα και αυτό πρέπει να μπορεί να αντιμετωπίσει με αξιοπρέπεια τους 3 βασικούς εχθρούς κάθε κρασιού: την τονισμένη αλμύρα, την rustic αίσθηση και την γευστική επιμονή πολλών εκ των πιάτων.
Το τραπέζι της Καθαρής Δευτέρας είναι μια εφιαλτική περίπτωση. Όχι βέβαια για την παρέα που πάντα θα περάσει καλά, τους οικοδεσπότες που θα επωμιστούν όλη την προετοιμασία των ατελείωτων μεζέδων –μιας και οι περισσότεροι από αυτούς μπορούν να αγοραστούν έτοιμοι- ή ακόμα και του πλυντηρίου πιάτων που απλώς θα χάσει το ρεπό του, αλλά του άτυχου που θα αναλάβει το κομμάτι “κρασί”!
Και λέω κρασί μιας και η επιλογή ενός καλού ούζου ή ενός εμφιαλωμένου τσίπουρου θα διασφαλίσει σίγουρα και ξεκούραστα την επιτυχή αντιμετώπιση όλων των έντονων, αλμυρών και συνήθως ρούστικων γεύσεων που θα βρεθούν ταυτόχρονα στο τραπέζι. Άλλωστε δεν είναι τυχαία η καθημερινή παρουσία των περισσοτέρων εξ αυτών στους καταλόγους των ουζερί ή των τσιπουράδικων.
Όμως αν προτιμήσουμε κρασί τα πράγματα δυσκολεύουν πολύ, με δεδομένο μάλιστα ότι η φύση της ιεροτελεστίας αποκλείει ομαδοποιήσεις και αλλαγές. Συνεπώς μια ετικέτα καλείται να βγάλει το …χταπόδι από την τρύπα και αυτό πρέπει να μπορεί να αντιμετωπίσει με αξιοπρέπεια τους 3 βασικούς εχθρούς κάθε κρασιού: την τονισμένη αλμύρα, την rustic αίσθηση και την γευστική επιμονή πολλών εκ των πιάτων.
Θεωρώντας δεδομένο ότι η κυριαρχία των θαλασσινών καθιστά την επιλογή ενός ανοιχτόχρωμου κρασιού μονόδρομο, η άγρια οξύτητα, το διακριτικό άρωμα και η υψηλή ποιότητα είναι τα στοιχεία που χρειάζονται προκειμένου αυτό να αντέξει (τουλάχιστον για μερικούς γύρους) το ανελέητο γευστικό Καθαροδευτεριάτικο γρονθοκόπημα.
Η πρώτη διασφαλίζει ότι η αλμύρα δεν θα κάνει το κρασί να φανεί τελείως επίπεδο, το δεύτερο θα του επιτρέψει να …πιάσει όλα αυτά τα άγρια αρώματα “με το μαλακό” και η τρίτη είναι απαραίτητη προκειμένου το κρασί να προσφέρει μακρύ τελείωμα ώστε να μην μείνει πίσω από αυτό των πιάτων.
Σίγουρα η μοντέρνα έκφραση της πλέον παραδοσιακής επιλογής θα πρέπει να είναι πρώτη σε κάθε λίστα προτάσεων, αφού μια καλή Ρετσίνα διαθέτει όλη τη δύναμη για να φέρει εις πέρας το δύσκολο έργο. Για να διασφαλιστεί η υψηλή οξύτητα προσωπική μου επιλογή θα ήταν μια βασισμένη στο Ασύρτικο –όπως το Δάκρυ του Πεύκου από τον Κεχρή ή το Pine Forest του Γκίκα (κατά προτίμηση από magnum!)- όμως και οι Ρετσίνες των Μυλωνά και Παπαγιαννάκου θα ικανοποιήσουν απόλυτα.
Αν πάντως θέλετε να προσφέρετε το απόλυτα ψαγμένο οινοφιλικό twist στην επιλογή σας, η οινοποιημένη σε αμφορείς πρόταση του Τετράμυθου ή η φυσική Orange εκδοχή Nimbus Ritinitis του Κτήματος Κιουτσούκη σίγουρα θα γίνουν το βασικό θέμα συζήτησης της μάζωξης!
Τα αφρώδη με το χαμηλό τους Ph εξασφαλίζουν ξηρότητα μέχρι το κόκαλο και έτσι ένας καλός εκπρόσωπος οινοποιημένος με την μέθοδο της Καμπανίας θα αντιμετωπίσει τα αλίπαστα (αλλά και τα λοιπά καλούδια) μέχρι το κόκαλο. Υποθέτοντας ότι αντέχετε το οικονομικό, οι φυσαλίδες του κατάξηρου Santo Sparkling Brut θα εγγυηθούν το κέφι βάζοντας παράλληλα μια classy πινελιά στο τραπέζι.
Αν πάλι επιλέξετε την πλέον mainstream λύση ενός λευκού, φροντίστε αυτό να είναι έντονα ξηρό και δυνατό στο στόμα, αποφεύγοντας παράλληλα τα βαρέλια και τα υπερβολικά αρώματα. Μια Σαντορίνη δεξαμενής (προτιμήστε τις κλασσικές ετικέτες και όχι τα “περίεργα” κάθε παραγωγού) συνδυάζει όλα τα παραπάνω, οπότε φέρτε στο τραπέζι τον Θαλασσίτη της Γαίας, το Ασύρτικο του Αργυρού ή την Σαντορίνη του Καραμολέγκου.
Βέβαια εδώ μπαίνουν στο παιχνίδι και οι …αυστηροί εκτός νησιού εκπρόσωποι όπως το υπέροχο Λίνον του Σταυρόπουλου, η inox πρόταση της Τέχνης Οίνου ή το Alba Vissa του Καραδήμου. Επιπλέον επιλογές προσφέρει και η συγγενική σε αρώματα πλην ελαφρύτερη σε σώμα Ρομπόλα, με τους Gentilini, Μελισσινό και Συνεταιρισμό να διαθέτουν κορυφαίας ποιότητας και τυπικότητας δείγματα επισημαίνει ο Σίμος Γεωργόπουλος στο άρθρο του στο Food and Leisure Guide
Ακόμη όμως, ίσως υπάρχουν κάποιοι που θα ήθελαν να φέρουν λίγο χρώμα στα ποτήρια τους· και μπορούν να το πράξουν με επιτυχία αρκεί να ακολουθήσουν με ευλάβεια το “λίγο” . Έτσι ένα πολύ ανοιχτόχρωμο ροζέ με τα ήπια αρώματα, τον όξινο χαρακτήρα και την απουσία τανινών θα φέρει ανοιξιάτικο αέρα και θα σταθεί με αξιώσεις, ιδιαίτερα αν υπάρχουν αρκετά μαγειρευτά στο τραπέζι.
Η επιλογή θα πρέπει όμως να γίνει ανάμεσα στους κορυφαίους του είδους, που ευτυχώς για εμάς είναι πολλοί. Ενδεικτικά αναφέρω το Πλαγιές Γερακιών του Αβαντίς, το Idylle του La Tour Melas, το Domaine Merlot του Κώστα Λαζαρίδη, το Saumon του Χαρλαύτη και το Granatus του Παπαγιαννάκου.
Φυσικά ένα Fino Sherry, μια Blanc de Blancs Σαμπάνια, ένα Chablis και ένα ροζέ από την Προβηγκία αποτελούν κοσμοπολίτικες εναλλακτικές των παραπάνω, όμως ο …Ελληνικός τρόπος είναι πιο ενδεδειγμένος από ποτέ για μια τόσο Ελληνική μέρα!
Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο
Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr