O αγαπητός διατροφολόγος Δημήτρης Γρηγοράκης αναλύει γιατί η Βιταμίνη C και D είναι ασπίδα κατά του Κορωνοϊού

Οι βιταμίνες C και D είναι δύο πολύ σημαντικές θρεπτικές ουσίες για τη θωράκιση του ανοσοποιητικού συστήματος και επομένως είναι αυτονόητος ο συσχετισμός τους με την προστασία από τον COVID-19.

Το συγκεκριμένο άρθρο θα προσπαθήσει να βοηθήσει στην κατανόηση του πολύ σημαντικού ρόλου που μπορεί να διαδραματίζουν τα δύο αυτά πολύτιμα θρεπτικά συστατικά προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση.

Μπορεί η Βιταμίνη C να προστατεύσει από τον COVID-19;

Η βιταμίνη C είναι μια απαραίτητη θρεπτική ουσία, η οποία επιτελεί διάφορους ρόλους στο σώμα.

Είναι ένα ισχυρό αντιοξειδωτικό, που σημαίνει ότι μπορεί να εξουδετερώσει ασταθείς ενώσεις που ονομάζονται ελεύθερες ρίζες και να βοηθήσει στην πρόληψη ή την αναστροφή κυτταρικής βλάβης που προκαλείται από αυτές.

Συμπεριλαμβάνεται επίσης σε μια σειρά από βιοχημικές διεργασίες, πολλές από τις οποίες σχετίζονται με την καλή ανοσολογική υγεία, καθώς η αντιοξειδωτική της δράση μπορεί να μειώσει τη φλεγμονή.

Διατηρεί το δέρμα υγιές, ενισχύοντας την παραγωγή κολλαγόνου, και βοηθώντας το να χρησιμεύσει ως λειτουργικό φράγμα σε βλαβερές ενώσεις ώστε να μην εισέρχονται στο σώμα.

Η βιταμίνη C ενισχύει επίσης τη δραστηριότητα των φαγοκυττάρων, των κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος που μπορούν να εξουδετερώσουν τα επιβλαβή βακτηρίδια και άλλα σωματίδια.

Επιπλέον, προάγει την ανάπτυξη και εξάπλωση των λεμφοκυττάρων, έναν τύπο ανοσοκυττάρων που αυξάνει την παρουσία αντισωμάτων που προσβάλλουν ξένες ή επιβλαβείς ουσίες στο αίμα. Σε άρθρο που πρόσφατα δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Chinese Journal of Infectious Diseases, η ιατρική ένωση της Σαγκάης ενέκρινε τη χρήση της υψηλής δόσης βιταμίνης C ως θεραπεία για νοσηλευόμενους με COVID-19.

Οι δόσεις που είναι μεγαλύτερες από τη ΣΗΠ χορηγούνται ενδοφλεβίως για τη βελτίωση της λειτουργίας των πνευμόνων.

Επιπρόσθετα, σε μια ανασκόπηση του 2019 διαπιστώθηκε ότι τόσο η λήψη από το στόμα όσο και η ενδοφλέβια υψηλή δόση βιταμίνης C, μπορεί να βοηθήσει τα άτομα με σοβαρές ασθένειες που εισάγονται σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ), μειώνοντας το χρόνο παραμονής τους στη ΜΕΘ κατά 8% και τη διάρκεια της μηχανικής υποστήριξης κατά 18,2%.

Ωστόσο, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η βιταμίνη C μέχρι ώρας δεν αποτελεί ένα τυποποιημένο μέρος του σχεδίου θεραπείας για το COVID-19, διότι τα στοιχεία εξακολουθούν να είναι ελλιπή.

Αν και οι υψηλές ενδοφλέβιες δόσεις βιταμίνη C εξετάζονται επί του παρόντος για να διαπιστωθεί αν μπορούν να βελτιώσουν τη λειτουργία των πνευμόνων σε άτομα με COVID-19, δεν αποδεικνύεται προς το παρόν η αποτελεσματικότητά της.

Σε κάθε περίπτωση όμως, μπορεί να αποτελεί ένα πολλά υποσχόμενο μέρος μίας πιθανής θεραπείας.

Βιταμίνη D και COVID-19

H βιταμίνη D είναι μια λιποδιαλυτή βιταμίνη, η οποία διαδραματίζει κομβικό ρόλο στο ανθρώπινο σώμα και είναι ιδιαίτερα σημαντική για την υγεία του ανοσοποιητικού.

Διάφορες έρευνες δείχνουν ότι η βιταμίνη D διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην προαγωγή της ανοσολογικής αντίδρασης.

Παρουσιάζει τόσο αντιφλεγμονώδεις όσο και ανοσορρυθμιστικές ιδιότητες και είναι ζωτικής σημασίας για την ενεργοποίηση των αμυντικών συστημάτων του ανοσοποιητικού συστήματος.

Είναι γνωστό ότι ενισχύει τη λειτουργία των ανοσοκυττάρων, συμπεριλαμβανομένων των Τ-κυττάρων και των μακροφάγων, που προστατεύουν το ανθρώπινο σώμα από τους παθογόνους οργανισμούς.

Τα χαμηλά επίπεδά της έχουν συσχετιστεί με αυξημένο κίνδυνο αναπνευστικών παθήσεων, συμπεριλαμβανομένης της φυματίωσης, του άσθματος και της χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας (COPD), καθώς και των ιογενών και βακτηριακών αναπνευστικών λοιμώξεων.

Επιπλέον, η έλλειψη βιταμίνης D έχει συνδεθεί με μειωμένη πνευμονική λειτουργία, η οποία μπορεί να επηρεάσει την ικανότητα του οργανισμού να καταπολεμά τις αναπνευστικές λοιμώξεις.

Επίσης, πολλαπλές μελέτες έχουν δείξει ότι η ανεπάρκεια βιταμίνης D μπορεί να βλάψει την ανοσολογική λειτουργία και να αυξήσει τον κίνδυνο ανάπτυξης αναπνευστικών νόσων.

Τέλος, ορισμένες μελέτες έχουν δείξει ότι τα συμπληρώματα βιταμίνης D μπορούν να ενισχύσουν την ανοσολογική απόκριση και να προστατεύσουν ενάντια στις λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος συνολικά.

Μια πρόσφατη συστηματική ανασκόπηση και μετα-ανάλυση που περιλάμβανε 11.321 άτομα από 14 χώρες έδειξε ότι η συμπληρωματική λήψη βιταμίνης D μείωσε τον κίνδυνο οξείας αναπνευστικής λοίμωξης (ARI) τόσο σε εκείνους που είχαν έλλειψη βιταμίνης D, όσο και σε άτομα με επαρκή επίπεδα.

Συνολικά, η μελέτη έδειξε ότι τα συμπληρώματα βιταμίνης D μείωσαν τον κίνδυνο ανάπτυξης οξείας αναπνευστικής λοίμωξης κατά τουλάχιστον 12%.

Η προστατευτική επίδραση ήταν ισχυρότερη σε εκείνα τα άτομα που παρουσίαζαν χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D.

Επιπλέον, τα συμπληρώματα βιταμίνης D έχουν επίσης αποδειχθεί ότι μειώνουν τη θνησιμότητα σε ηλικιωμένους, οι οποίοι κινδυνεύουν περισσότερο να αναπτύξουν αναπνευστικές νόσους, όπως συμβαίνει με την προσβολή από τον COVID-19.

Συνοψίζοντας, είναι αλήθεια ότι δεν υπάρχουν επαρκή επιστημονικά στοιχεία σχετικά με το αν η συμπληρωματική λήψη των βιταμινών C και D μπορεί να προστατεύσει από τον COVID-19.

Το ίδιο όμως δεν συμβαίνει και γενικότερα με τη θεραπεία του;

Είναι όμως γνωστό, ότι η ανεπάρκεια στις συγκεκριμένες βιταμίνες μπορεί να αυξήσει την ευαισθησία σε γενικές λοιμώξεις και ασθένειες επιβαρύνοντας την ανοσοποιητική λειτουργία.

Αυτό είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό, δεδομένου ότι πολλά άτομα στην Ελλάδα εμφανίζουν ανεπάρκεια ιδιαίτερα σε βιταμίνη D και ειδικά άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, τα οποία διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο να αναπτύξουν τις πιο σοβαρές επιπλοκές που σχετίζονται με τον COVID-19.

Για όλους αυτούς τους λόγους, είναι απαραίτητο να προσλαμβάνονται επαρκείς ποσότητες από τα συγκεκριμένα θρεπτικά συστατικά αναφέρει ο Δημήτρης Γρηγοράκης στο logodiatrofis.

 

Η καθημερινή κατανάλωση τουλάχιστον 5 μερίδων φρούτων και λαχανικών, καθώς και η λήψη μουρουνέλαιου (γνωστό για τις ανοσοπροστατευτικές του ιδιότητες) που οποίο περιλαμβάνει τον ιδιαίτερα βιοδιαθέσιμο συνδυασμό βιταμίνης D και ω-3 λιπαρών, είναι πάρα πολύ σημαντική.

Το μουρουνέλαιο επιλογής θα πρέπει να είναι υψηλής ποιότητας, να παρασκευάζεται μέσα σε 24 το πολύ 48 ώρες από την αλίευση της μουρούνας και να έχει προδιαγραφές αυστηρότερες από εκείνες που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Ένωση (οι οποίες είναι ήδη αυστηρές).

Τέλος, προληπτικά μέτρα όπως η κοινωνική απομάκρυνση και η σωστή υγιεινή μπορούν να βοηθήσουν στην αποτελεσματική προστασία από την ανάπτυξη της ασθένειας

Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr