Από τα «κλασσικά» Πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέι και Κάλος Στρατιώτης σε σύγχρονα βιβλία - Όλη η νέα σειρά βιβλίων των εκδόσεων Μίνωας, Καλή ανάγνωση
Η εκδοχή του βιβλίου που περιελάμβανε 13 κεφάλαια και
δημοσιεύτηκε στις 20 Ιουνίου του 1890 στο λογοτεχνικό περιοδικό Lippincott
Ο Ντόριαν Γκρέι είναι ένας αριστοκράτης, πλούσιος και κοσμικός, με εκθαμβωτική ομορφιά που σαγηνεύει όποιον τον αντικρίζει. Ο Ντόριαν συνειδητοποιεί τη γοητεία που ασκεί στους ανθρώπους, όταν στέκει θαμπωμένος μπροστά στο πορτρέτο που του φιλοτέχνησε ένας φημισμένος ζωγράφος, ο Μπάζιλ Χόλγουορντ.
Μια ευχή ανεβαίνει αυθόρμητα στα χείλη του: να μην γεράσει ποτέ. Πράγματι, τα χρόνια περνούν, τα σημάδια του χρόνου αποτυπώνονται στο πορτρέτο, ενώ η δική του ομορφιά παραμένει αναλλοίωτη. Καθώς ο Ντόριαν επιδίδεται σε έκλυτο βίο, πέρα από τις ρυτίδες και τη φθορά του χρόνου στο πρόσωπο και το σώμα του, στο πορτρέτο φανερώνεται η έκφυλη μορφή του ακόλαστου νέου.
Το μυθιστόρημα του Όσκαρ Ουάιλντ θεωρήθηκε προκλητικό, σκανδάλισε τα βικτοριανά ήθη και ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριών για την ανηθικότητα του ήρωα που τοποθετεί την ηδονή πάνω από κάθε πνευματική αξία. Σήμερα, έναν αιώνα μετά την πρώτη της έκδοση, η ιστορία του Ντόριαν Γκρέι εξακολουθεί να συμβολίζει το άπιαστο όνειρο της αιώνιας νεότητας και της άφθαρτης ομορφιάς.
Οι διαφορετικές εκδοχές του μυθιστορήματος
Ο Όσκαρ Ουάιλντ έστειλε το χειρόγραφο του μυθιστορήματος Το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι στο μηνιαίο λογοτεχνικό περιοδικό Lippincott τον Απρίλιο του 1890. Ο επιμελητής του περιοδικού ενθουσιάστηκε με τη λογοτεχνική αξία του κειμένου, φοβούμενος όμως τις αντιδράσεις λόγω του προκλητικού περιεχομένου προέβη σε αλλαγές, κυρίως για να απαλύνει τους υπαινιγμούς στην ομοφυλοφιλία. Η συγκεκριμένη έκδοση του βιβλίου, η οποία περιελάμβανε 13 κεφάλαια, δημοσιεύθηκε στο τεύχος Ιουλίου, στις 20 Ιουνίου του 1890.
Παρά τις επεμβάσεις του επιμελητή, το έργο θεωρήθηκε ανήθικο και δέχτηκε αρνητικές έως και προσβλητικές κριτικές. Η St. James Gazette έκανε αναφορά για «σκουπίδια των Γάλλων παρακμιακών», ενώ στον The Scots Observer αναρωτήθηκαν «αν υπάρχει λόγος να ανασκαλεύει κανείς έναν σωρό από σκουπίδια». Ο συγγραφέας υπεραμύνθηκε του έργου του, ωστόσο για την έντυπη έκδοσή του την επόμενη χρονιά αναγκάστηκε να αυτολογοκριθεί. Αφαίρεσε παραγράφους και οτιδήποτε άλλο είχε θεωρηθεί ανήθικο στην έκδοση του περιοδικού, μείωσε τις ερωτικές αναφορές και πρόσθεσε νέο υλικό. Αυτή η εκδοχή των είκοσι κεφαλαίων κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 1891 από τον εκδοτικό οίκο Ward, Lock and Company.
To 2011 ο εκδοτικός οίκος Harvard University Press δημοσίευσε σχολιασμένο το αρχικό χειρόγραφο που είχε υποβάλει ο συγγραφέας στο περιοδικό Lippincott το 1890.
Το μυθιστόρημα που χάρισε στον Έρμαν Έσσε την παγκόσμια αναγνώριση
O μελαγχολικός Χάρρυ Χάλλερ ζει σε ένα νοικιασμένο δωμάτιο. Η απέχθεια που νιώθει για τον μοντέρνο τρόπο ζωής τον ωθεί να μένει μόνος – σαν ένας λύκος της στέπας. Και παρόλο που αποζητά την ανθρώπινη ζεστασιά και τη συντροφικότητα, αδυνατεί να συμβιβαστεί με την υποκρισία των αστικών αξιών. Ωστόσο, γνωρίζοντας την ανέμελη αλλά και απατηλή Ερμίνε θα νιώσει τα ψήγματα μιας πιθανής ευτυχίας.
Ο Χάλλερ αγωνίζεται να συμβιβάσει την αρχέγονη, άγρια φύση του λύκου με τις επίπλαστες κοινωνικές επιταγές. Διχασμένος ανάμεσα στην ύλη και στο πνεύμα, προσπαθεί να ανακαλύψει τη βαθύτερη φύση του και να συμφιλιωθεί με τους ανθρώπους και τη ζωή. Μεταθέτοντας τα όρια μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας, ο Χάρρυ Χάλλερ επιδιώκει να βγει από την απομόνωση, ανασύροντας από τα σκονισμένα κιτάπια της καθημερινότητας τη μέθεξη και την ελευθερία.
Ο Λύκος της στέπας εκδόθηκε το 1927 και ήταν το μυθιστόρημα που χάρισε στον Έσσε την παγκόσμια αναγνώριση. Αποτελεί ένα δυνατό ανάγνωσμα που ιχνηλατεί τα σκοτεινά μονοπάτια της ανθρώπινης ψυχής και μας παρασύρει στη δίνη του. Τη μετάφραση από το πρωτότυπο κείμενο στα γερμανικά υπογράφει ο βραβευμένος Γιώργος Δεπάστας.
Το μυθιστόρημα «Ο καλός στρατιώτης Σβέικ» θεωρείται ένα από τα κλασικά αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας και από τα σημαντικότερα αντιπολεμικά έργα όλων των εποχών.
Kαλοσυνάτος, πρόσχαρος και αφελής, ο Σβέικ γίνεται ο πιο πιστός Τσέχος στρατιώτης του αυστριακού στρατού. Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου καλείται να υπερασπιστεί την Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία. Οι σπαρταριστές περιπέτειες του πιο πιστού Τσέχου στο στράτευμα, καθώς και οι κωμικοτραγικές καταστάσεις όπου εμπλέκεται, μάταια, για να φτάσει στην πρώτη γραμμή του μετώπου, προκαλούν το γέλιο – ένα γέλιο που κρύβει τον αγώνα και τη λαχτάρα για ελευθερία.
Το 2014 συμπληρώνονται 100 χρόνια από την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου (1914-1918)
και το μυθιστόρημα του Χάσεκ μάς μεταφέρει ιδανικά στο κλίμα της εποχής.
Ο Εγωιστής Γίγαντας του Όσκαρ Ουάιλντ είναι ένα γοητευτικό παραμύθι για τον εγωισμό και τη μοναξιά. Η συγκινητική ιστορία του γίγαντα που δεν άφηνε τα παιδιά του χωριού να παίζουν στον κήπο του φανερώνει πόσο αργά και με πόσο πόνο μαθαίνει κανείς να αγαπά και να εμπιστεύεται τους άλλους.
Την ελληνική μετάφραση του κειμένου υπογράφει η βραβευμένη συγγραφέας Ζωή Βαλάση.
Δεν νομίζω ποτέ μια γυναίκα να αγάπησε στ’ αληθινά έναν άντρα για τις σκέψεις του. Δεν είχε και ιδιαίτερες σκέψεις ο Αντρέας. Ήταν σαν να ζούσα σε μια nature morte. Όλα ήταν εκεί, ζωγραφισμένα στην εντέλεια, αλλά κάτι έλειπε. Κι αυτό που έλειπε ήταν το νόημα. Κοιταζόμασταν με τις ώρες στα μάτια, δεν μπορούσα να ξεκολλήσω από πάνω του, τον κοίταζα, τον κοίταζα κι έβλεπα τι; Ένα απέραντο συναίσθημα, που ήταν ολόκληρο δικό μου... Το νόημα το έδινες εσύ, ύστερα. Ήσουν ο αδερφός μου τότε, ο πατέρας μου. Πάλι θα σ’ το πω, το σκέφτομαι συχνά, πώς το δέχτηκες... Πώς τη δέχτηκες αυτή τη θέση;
H Ζωή είναι μια δεσποτική γυναίκα που λατρεύει τη λογοτεχνία και γράφει ημιτελή μυθιστορήματα. Είναι παντρεμένη, τυπικά, με τον Λυκούργο, έναν γοητευτικό οφθαλμίατρο, και έχουν μια 30χρονη κόρη, τη Μάγια. Οι τρεις τους μαζί με την Αιμιλία, την επίσημη ερωμένη του Λυκούργου, και τον Αντρέα, έναν πολύ καλό οικογενειακό τους φίλο που έχουν πολλά χρόνια να δουν, θα παρακαθίσουν σε ένα δείπνο.
Ερωτικά τρίγωνα ή κουαρτέτα, οικογενειακό σφαγείο, γαϊτανάκι υπαρξιακών καταβυθίσεων εναλλάσσονται σ’ ένα κλίμα δράματος δωματίου. O συγγραφέας αναπαριστά την κραυγή ενός εφησυχασμένου παρόντος που αρνείται να παραδοθεί στις αναμνήσεις και στις θυελλώδεις προσδοκίες των πρωταγωνιστών.
Παραφράζοντας το ρηθέν του Σπινόζα «Ο Θεός είναι αδιάφορος», ο Αλέξης Σταμάτης μάς μιλάει για μια ζωή ανεπηρέαστη, απαθή, αδιάφορη για τα πάθη των ηρώων.
Μέχρι να φτάσουμε στο αυτοκίνητο ήμασταν και οι δύο σαν να είχαμε βγει από τη θάλασσα. Η Σοφία άναψε τη μηχανή, ενώ εγώ έστυβα τα βρεγμένα μαλλιά μου και η καταρρακτώδης βροχή έπεφτε πάνω στα τζάμια. Ξεκίνησε βιαστικά, είπε ότι αυτό που ήθελε ήταν να φτάσει το γρηγορότερο στο σπίτι, να πιει έναν ζεστό καφέ και να αλλάξει. Έκοψε το τιμόνι με νευρικές κινήσεις για να ξεπαρκάρει, άλλαξε γρήγορα ταχύτητα από πρώτη σε δευτέρα κι αμέσως σε τρίτη. Πάτησε γκάζι και όρμησε στην άσφαλτο, ή τουλάχιστον εκεί που νόμιζε ότι υπήρχε άσφαλτος, γιατί μπροστά μας δεν φαινόταν τίποτα.
Η Δάφνη και η Σοφία, δύο αχώριστες φίλες, έπειτα από τέσσερα χρόνια σιωπής, συναντιούνται τυχαία στην Αθήνα. Πώς έφτασαν ως εδώ; Τι συνέβη πριν από τέσσερα χρόνια σε ένα ερημικό νησί; Έχουν πληρώσει το τίμημα;
Η Δάφνη «επιστρέφει» στο παρελθόν και αφηγείται την ιστορία της Σοφίας, η οποία βαδίζει σχεδόν αυτάρεσκα τον δρόμο της αυτοκαταστροφής. Οι σχέσεις όμως, ακόμα και οι πιο αθώες, είναι πάντοτε ιδιοτελείς. Η Σοφία, παρόλο που δεν το ομολογεί, έχει συνείδηση αυτού του δούναι και λαβείν, ενώ η Δάφνη βολεύεται εξυμνώντας την ανιδιοτέλεια μιας φιλίας που στο τέλος μοιάζει να καταρρέει…
Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο
Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr