Γιάννης Μπέζος: «Πρέπει πάντα κάποιος να κάνει τη βρώμικη δουλειά και κάποιος να επαναστατεί»-Μια συνέντευξη του Γιάννη Μπέζου με αφορμή το νέο του θεατρικό με συμπρωταγωνίστρια την κόρη του

Ο Γιάννης Μπέζος συναντιέται για πρώτη φορά στη σκηνή με την κόρη του Ηρώ και μιλάει στο click@Life για το πιο πολιτικό έργο του Ζαν Ανούιγ αλλά και την πολιτική στην Ελλάδα της κρίσης.

Ο Γιάννης Μπέζος συναντιέται για πρώτη φορά στη σκηνή με την κόρη του Ηρώ και μιλάει στο click@Life για το πιο πολιτικό έργο του Ζαν Ανούιγ αλλά και την πολιτική στην Ελλάδα της κρίσης.


Ο Γιάννης Μπέζος έρχεται αντιμέτωπος με την κόρη του Ηρώ, στην κατά Ζαν Ανούιγ «Αντιγόνη» που παρουσιάζεται στο Θέατρο Γιώργου Αρμένη. Πατέρας και κόρη ερμηνεύουν δύο ρόλους που αντιπροσωπεύουν διαμετρικά αντίθετους κώδικες αξιών: από τη μια πλευρά ο Κρέων, ο οποίος φιλοδοξεί να κάνει τον κόσμο «λιγότερο εξωφρενικό»: ένας απρόθυμος διαχειριστής της εξουσίας, μυημένος στους αναπόφευκτους συμβιβασμούς που κρύβουν η ζωή και η πολιτική.

Απέναντί του, η νεαρή Αντιγόνη, «μια επαναστάτρια με αιτία» η οποία απορρίπτει τον διεφθαρμένο κόσμο που της αποκαλύπτει ο θείος και πατέρας του αρραβωνιαστικού της.

Η ανάγνωση της ομώνυμης τραγωδίας του Σοφοκλή από τον Ζαν Ανούιγ, έγινε σε μια φορτισμένη ιστορικά περίοδο, όταν η Γαλλία είχε υποκύψει στις ναζιστικές δυνάμεις κατοχής. Οι ήρωες της τραγωδίας παρουσιάζονται με νέα οπτική σε ένα μοντέρνο δράμα που ανήκει στα αριστουργήματα του γαλλικού θεάτρου.

Η διαχρονική «Αντιγόνη» του Ανούιγ δεν έχει την ανάγκη «του επίκαιρου» για να συγκλονίσει. Όμως οι φίλοι του θεάτρου χρειάζονται όσο ποτέ, το ανόθευτο από την διεφθαρμένη εξουσία βλέμμα της. Και είναι ευτύχημα ότι αυτό το σημαντικό έργο παρουσιάζεται μέσα από μια πολύ καλή παράσταση, με σωστούς ρυθμούς και αξιοπρόσεκτες ερμηνείες.

Ας ξεκινήσουμε από κάτι που λέει η ίδια η Αντιγόνη: κατηγορεί τον Κρέοντα ότι είναι απαίσιος κι αυτός απαντά ότι το απαιτεί το επάγγελμα. Πώς αντιλαμβάνεστε το ρόλο του Κρέοντα;

Δεν λέει ψέματα η Αντιγόνη και δεν λέει ψέματα κι ο Κρέων. Πρέπει πάντα κάποιος να κάνει τη βρώμικη δουλειά και κάποιος να επαναστατεί. Είναι βαθιά πολιτικό έργο η Αντιγόνη. Πολιτικό, όχι με τη στενή έννοια που εννοούμε την πολιτική στη χώρα μας- που είναι ανύπαρκτη- αλλά με την έννοια του πώς πολιτευόμαστε. Πώς η σκέψη συμβαδίζει και με το αίσθημα. Το αίσθημα και τον ενθουσιασμό τον εκφράζουν η νιότη, τη λογική, την σκέψη, την εκφράζουν περισσότερο η πλευρά της συντήρησης, η πλευρά θα λέγαμε του κράτους που πρέπει να υπάρχει ώστε να εγγυάται την κοινωνική συνοχή. Αυτό είναι η πολιτεία. Ο Κρέων του Ζαν Ανούιγ κατά τη γνώμη μου, δεν έχει και πάρα πολλή σχέση με τον Κρέοντα του Σοφοκλή που είναι ένας τύραννος. Ο ήρωας του Ανούιγ είναι ένας ηγέτης, ο οποίος πρέπει να οδηγήσει τον κόσμο, πρέπει να κάνει μια δουλειά παρόλο που κι αυτός μέσα του διατηρεί την ευαισθησία.

Στη δική σας προσέγγιση, ποια κομμάτια του χαρακτήρα βρήκατε εσείς περισσότερο ενδιαφέροντα;

Αυτό που έχει πολύ ενδιαφέρον και σχετίζεται και με την πολιτική είναι ότι δεν έχει σημασία τι ακριβώς θέλουμε, σημασία έχει τι μπορούμε να κάνουμε. Και με αυτήν την έννοια σας είπα και πριν ότι το έργο είναι πολιτικό. Σήμερα τα βλέπετε: θέλουμε πάρα πολλά όλοι μας. Όλοι επιθυμούμε κάτι διαφορετικό ή το καλύτερο αλλά το ζητούμενο πάντα είναι τι μπορούμε να κάνουμε. Ο Κρέων λοιπόν πιάνεται από αυτό, τι μπορεί να προσφέρει, πώς μπορεί να βοηθήσει τους ανθρώπους. Το ονομάζει μάλιστα δουλειά, δηλαδή δεν είναι περιπέτεια, δεν το κάνει με ευχαρίστηση. Το κάνει γιατί όπως λέει, έχει πει το μεγάλο ναι και πρέπει κάποιος να το λέει. Αυτή είναι η πλευρά του ρόλου που εμένα με ενδιαφέρει και νομίζω ότι γι’ αυτό έχει γραφτεί και το έργο.

Οι ήρωες του Ανούιγ μοιάζουν σε πολλά σημεία να νοσταλγούν την παιδική ηλικία, εσείς πώς το σχολιάζετε;

Αυτό είναι όλο το μυστικό της ζωής. Θα σας θυμίσω και τον «Πολίτη Κέιν» του Όρσον Γουέλς, που αναζητεί αυτό ακριβώς, τη χαμένη του αθωότητα. Ό,τι και να κερδίσεις στη ζωή, όσο κι αν μεγαλώσεις ή επιτύχεις, τίποτα δεν μπορεί να σε επαναφέρει στο πρωτογενές αυτό αίσθημα της αθωότητας με τα παιδικά σου παιχνίδια. Κι όταν ο άνθρωπος κατορθώσει να αισθάνεται ευτυχής όπως όταν έπαιζε παιδί, αυτό ονομάζεται ωριμότητα. Ο Νίτσε το λέει, δεν το λέω εγώ.

Ποιο είναι το περιεχόμενο της ενηλικίωσης σύμφωνα με τον Κρέοντα, στο έργο;

Αναφέρει κάποια στιγμή στο τέλος ότι καλό είναι να μη μεγαλώνει κανείς ποτέ, αλλά η ζωή άλλα διατάζει. Επομένως αποδεχόμαστε την ηλικία μας, αποδεχόμαστε έναν κόσμο που έχει συμβιβασμούς. Όλοι μας το ξέρουμε ότι δε γίνεται να ζήσουμε χωρίς συμβιβασμούς. Δεν υπάρχει ιδανική κοινωνία αγγέλων. Ωστόσο αυτό δε σημαίνει ότι δε θα πρέπει να έχουμε μέσα μας εν σπέρματι και την ανησυχία της Αντιγόνης. Η Αντιγόνη είναι ένα πρόσωπο στη σφαίρα της ουτοπίας.

Το ρόλο της Αντιγόνης τον παίζει η ίδια σας η κόρη, η Ηρώ. Πώς αποφασίσατε να συνυπάρξετε στη σκηνή; Πώς λειτούργησε αυτή η χημεία, πατέρα-κόρης;

Η χημεία δεν έχει να κάνει τίποτα, εμείς είμαστε επαγγελματίες. Είναι μια επαγγελματική σχέση με την ίδια λογική που θα μπορούσε να ισχύει με όλους τους άλλους εκατοντάδες συναδέλφους-κυρίως τους νεότερους-που έχω δουλέψει κατά καιρούς. Το πώς προέκυψε, αυτή ήταν μια επιλογή δική μου. Μου πέρασε από το μυαλό, επειδή συνδυάζει την παιδικότητα με μια δύναμη, απαραίτητα στοιχεία για το ρόλο. Αποφάσισα να της το πω και αφού το σκέφτηκε λίγο- για ευνόητους λόγους- διάβασε το έργο και της άρεσε πάρα πολύ, αποφασίσαμε να συνεργαστούμε.




Είχε κάποιες επιφυλάξεις η κόρη σας για αυτή τη συνεργασία;

Είχε επιφυλάξεις με την έννοια ότι δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα να παίζεις με τον πατέρα σου ή με τη μητέρα σου. Αλλά τελικά όλα αυτά είναι πιο πολύ στη φαντασία μας. Είναι προτιμότερο να τα αντιμετωπίζουμε παρά να μας παίρνουν από κάτω, και να μας απασχολούν μετά δια βίου.

«Τα θέλω όλα χωρίς παζάρια» αναφωνεί η Αντιγόνη στο έργο. Αναρωτιέμαι αν αυτή η φράση ακούγεται τελείως ουτοπική στην Ελλάδα της κρίσης κι αν εσάς προσωπικά σας αγγίζει το δράμα της νέας γενιάς που εξαιτίας των συνθηκών έχει σταματήσει σχεδόν να κάνει όνειρα.

Είχε σταματήσει καιρό να κάνει όνειρα, γιατί αν έκανε όνειρα, δε θα ερχόταν η κρίση. Συνηθίσαμε στη σαχλαμάρα, στο εύκολο, στο κακόγουστο και τώρα τα βρίσκουμε μπροστά μας. Η κρίση φυσικά είναι οικονομική αλλά παράλληλα είναι και μια μεγάλη κρίση παιδείας και αισθητικής, στην οποία δεν δίναμε ιδιαίτερη σημασία. Δεν μας ενοχλούσε επειδή μας κάλυπτε τις ανάγκες στα πορτοφόλια. Τώρα που ορισμένων ψιλοάδειασαν και ορισμένων άδειασαν τελείως- και φυσικά δοκιμάζονται - μας έπιασε ο πόνος για τους νέους. Πριν δεν υπήρχε αυτό, δηλαδή δε μας ενοχλούσε που οι νέοι δε μάθαιναν γράμματα, δεν μας ενοχλούσε που παρακολουθούσαν τις βλακείες που κάναμε στην τηλεόραση ή στο θέατρο. Τώρα αυτά μας ενοχλούν, και λέμε «η νέα γενιά που είναι άνεργη». Στον δικό μας χώρο τουλάχιστον πάντα άνεργη ήταν. Κάνω 35 χρόνια αυτή τη δουλειά και πάντα τα ίδια προβλήματα υπήρχαν. Τώρα έχουν γιγαντωθεί (μιλάω για το χώρο μας πάντα) πιο πολύ σαν εικόνα και νομίζουμε ότι ήρθε η καταστροφή του κόσμου. Γενικότερα, το σύστημα στη χώρα μας είναι σαθρό, πρέπει κάποτε να συνεννοηθούμε για να το αλλάξουμε. Οι κυβερνώντες, αυτοί που έχουν την πλειοψηφία, να συμπεριφερθούν σαν πολιτικοί, οι πολίτες να συμπεριφερθούν σαν πολίτες κι όχι σαν πελάτες και τα κόμματα τα οποία αντιπολιτεύονται να αντιπολιτεύονται ως πολιτικά κόμματα κι όχι ως κουτσομπολιό κι ευθυμογραφήματα. Διότι η εικόνα που δίνουν οι πολιτικοί δεν είναι και η πιο σοβαρή. Πιο πολύ φωνή και σύνθημα παρά επί της ουσίας πράγματα.

Πάντως εσείς σε μια κρίσιμη περίοδο αποφασίσατε να βγείτε πιο ενεργά σε έναν πολιτικό χώρο. Τι αποκομίσατε από αυτήν την εμπειρία;

Πιο ενεργά βγήκα με το έργο μου. Δεν αποκόμισα τίποτε, προσπαθώ να βοηθήσω με τον τρόπο μου ένα κόμμα το οποίο είναι πιο χαμηλών τόνων, με ευρωπαϊκό προσανατολισμό και προσπαθεί να είναι κοντά σε ένα πιο ανθρώπινο πρόσωπο, με κοινωνική ευαισθησία, χωρίς ακρότητες και συνθήματα. Η πολιτική μου παρέμβαση γίνεται με το έργο μου, όποτε μπορώ.

Σε σχέση με τη πολιτική που ασκείται ως τώρα ευρύτερα στο χώρο του πολιτισμού αλλά κι ειδικότερα στο χώρο του θεάτρου: τα τελευταία χρόνια είδαμε και πολλές ενεργές παρεμβάσεις άλλων συναδέλφων σας σε σχέση με τις επιχορηγήσεις και εν γένει με την πολιτική που υπάρχει για το θέατρο. Εσείς πώς τα σχολιάζετε;

Δεν ανήκω στους επιχορηγούμενους και δεν με ενδιαφέρει. Δεν πιστεύω πολύ στις επιχορηγήσεις. Νομίζω ότι πρέπει να επιχορηγούνται πράγματα που έχουν ερευνητικό ενδιαφέρον κι όχι να επιχορηγείς κάποιον για τριάντα χρόνια. Αυτό δεν είναι επιχορήγηση αλλά αθέμιτος ανταγωνισμός. Επομένως δεν έχει κανένα νόημα η επιχορήγηση έτσι όπως γινόταν. Θεωρούσαμε δεδομένα κάποια χρήματα τα οποία ήταν του δημοσίου και τώρα που αυτά σταμάτησαν, σταματά κι η δραστηριότητά μας. Μήπως αυτό σημαίνει ότι δεν έχουμε και κοινό; Όταν παίρνεις χρήματα τόσα χρόνια έχεις διαμορφώσει κι ένα κοινό, έτσι δεν είναι; Βλέπω τώρα ότι ορισμένοι σταμάτησαν να δραστηριοποιούνται, επειδή σταμάτησε κι η επιχορήγηση. Όταν επιχορηγείσαι από το κράτος είσαι κι υπό την ομηρία του, αυτή είναι η άποψή μου.

Ποια είναι η γνώμη σας για το φεστιβάλ Αθηνών κι Επιδαύρου;

Το φεστιβάλ Αθηνών κι Επιδαύρου θα πρέπει να συνεχίσει με τον κύριο Γιώργο Λούκο ο οποίος ήταν άκρως επιτυχημένος. Δεν είναι καιρός ούτε για πολυτέλειες, ούτε για αλλαγές και πειραματισμούς. Το φεστιβάλ θα πρέπει να ενισχυθεί. Δεν είναι μια ομάδα που επιχορηγείται, είναι ένας χώρος ο οποίος παράγει πολιτισμό κι έχει να κάνει και με την εικόνα της χώρας προς τα έξω. Βεβαίως είναι και υποχρέωση του κράτους να προσφέρει στους πολίτες πράγματα μέσα από έναν θεσμό, ένα οργανωμένο φεστιβάλ . Φυσικά και το φεστιβάλ εμπίπτει μέσα σε όλο αυτό το κλίμα κάποιων περικοπών αλλά θα πρέπει να συνεχίσει έτσι, τουλάχιστον για την επόμενη τριετία.

Σας λείπει η τηλεόραση;

Νομίζω σε κανέναν δε λείπει η τηλεόραση, ούτε στους θεατές, αυτό βλέπω. Τα τουρκικά σίριαλ, αν εξαιρέσεις τη γλώσσα, και σαν παραγωγή και σαν αίσθηση, είναι καλύτερα από πολλά ελληνικά. Θα παρεξηγηθώ με αυτό που λέω, αλλά δε με φοβίζουν τα τουρκικά. Με φοβίζει πολλές φορές η δική μας χυδαιότητα. Αλλά επειδή σπάνια κοιτάμε προς τον εαυτό μας, γιατί μας ενοχλεί, αρχίζουμε και φωνάζουμε προς τα έξω…

Ταυτότητα παράστασης: Παίζουν οι: Γιάννης Μπέζος, Γιάννης Στόλλας, Δημήτρης Κανέλλος, Ελένη Κούστα, Παναγιώτης Κατσώλης, Ηρώ Μπέζου, Κωνσταντίνα Νταντάμη, Ντένια Στασινοπούλου, Κώστας Τραφαλής.

Μετάφραση: Μάριος Πλωρίτης. Σκηνοθεσία: Γιάννης Μπέζος. Σκηνικά-Κοστούμια: Κέννυ ΜακΛέλλαν. Μουσική: Σταύρος Γασπαράτος. Φωτισμοί: Γιάννης Δρακουλαράκος. Βοηθός Σκηνογράφος-Ενδυματολόγος: Κατερίνα Τσακότα. Βοηθός Σκηνοθέτη: Δάφνη Σταυροπούλου.

Τιμές εισιτηρίων: 18€ και 12€ φοιτητικό. Παραστάσεις: Τετάρτη., Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο 21:15. Κυριακή 20:00. Νέο Ελληνικό Θέατρο Γιώργου Αρμένη, Σπ. Τρικούπη 34 και Κουντουριώτου, Εξάρχεια, Αθήνα. Τηλέφωνο: 210 8253489.

ΜΑΝΙΑ ΣΤΑΪΚΟΥ

 

Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr