Γιατί το ελληνικό ποδοσφαιρο λάμπει στο εξωτερικό και βουλιάζει εδώ μέσα; - Ένα τολμηρό άρθρο του Νίκου Τζιανίδη
Λοιπόν, μόλις η αβεβαιότητα κάνει δυο βήματα πίσω στην ψυχή μας, η ελπίδα κάνει δυο βήματα μπροστά και έτσι ο Ελληνας δεν χάνει ποτέ την ισορροπία του· είτε στον τόπο του, φθίνοντας τραγικά, είτε έξω από αυτόν μεγαλουργώντας.
Λοιπόν, μόλις η αβεβαιότητα κάνει δυο βήματα πίσω στην ψυχή μας, η ελπίδα κάνει δυο βήματα μπροστά και έτσι ο Ελληνας δεν χάνει ποτέ την ισορροπία του· είτε στον τόπο του, φθίνοντας τραγικά, είτε έξω από αυτόν μεγαλουργώντας.
Θες το ελληνικό κατεστημένο, θες τα πρόχειρα θεμέλια που ρίχνουμε αιώνες τώρα στον ελλαδικό χώρο για να σηκώσουμε παράγκες, θες η καμένη νοοτροπία μας του ωχ αδερφέ άσ' το γι' αύριο, σπάνια ο Ελληνας μεγαλουργεί εντός συνόρων. Σαν πάρει «των ομματιών του» όμως και φορτώσει μια βαλίτσα ασπρόρουχα και δύο φαντασία, θαυματουργεί... Το ελληνικό ποδοσφαιρικό πρωτάθλημα δεν διεκδικεί δάφνες ποιότητας θεάματος, το αντίθετο μάλιστα. Οι Κυριακές των τρύπιων παπουτσιών ανία προκαλούν και υπνηλία. Τούτο δεν σημαίνει ότι οι έλληνες ποδοσφαιριστές είναι το ίδιο κακοί όσο η διοργάνωση στην οποία αναλίσκονται. Και αυτό το παρατηρείς όταν κάποιοι από αυτούς (και είναι αρκετοί τον τελευταίο καιρό) ξενιτευτούν για άλλα γήπεδα. Ετσι για να πάρουμε μια γεύση: ο Σαμαράς διαπρέπει στη Σέλτικ, ο Χριστοδουλόπουλος στην Μπολόνια, ο Γκέκας σε δύσκολη αποστολή διάσωσης στην Ακίσασπορ, ο Παπασταθόπουλος στη Βέρντερ, ο Τοροσίδης και ο Ταχτσίδης στη Ρόμα, ο Καραγκούνης στη Φούλαμ, ο Νίνης στην Πάρμα, ο Κονέ στην Μπολόνια, ο Κυριάκος Παπαδόπουλος στη Σάλκε, ο Μαλεζάς, ο Λαγός, ο Τζόρβας, ο Καράμπελας, ο Βύντρα... Και γεννάται το ερώτημα: Γιατί όχι και στην Ελλάδα; Γιατί στην Ελλάδα οι συνθήκες επιτρέπουν τον εύκολο τρόπο υπερπήδησης εμποδίων, αν όχι της προσπέρασης αυτών; Γιατί στην Ελλάδα το ανύπαρκτο αποκτά υπόσταση και γιγαντώνεται από τον μεγεθυντικό φακό των εγκάθετων; Γιατί στην Ελλάδα το παιχνίδι το παίζουν συνήθως στα γραφεία και όχι στα γήπεδα; Γιατί στην Ελλάδα η παταγώδης αποτυχία δικαιολογείται, σχεδόν πάντα, με τίτλους όπως: «έπεσαν σαν ήρωες», «με το κεφάλι ψηλά», «τους κοιτάξαμε στα μάτια»... αντί να τους κοιτάμε στα πόδια; Γιατί στην Ελλάδα πάντα φταίνε οι διαιτητές; Γιατί στην Ελλάδα πάντα κερδίζει ο πρόεδρος; Γιατί (και) στην Ελλάδα πάντα χάνει ο προπονητής; Γιατί στην Ελλάδα οι υποτακτικοί, οι λακέδες της εξουσίας, οι αργυρώνητοι, οι εξωνημένοι, οι χειροκροτητές και οι τραμπούκοι, οι ευόλισθοι των παραγόντων δεν άφησαν ποτέ τις βολικές θέσεις τους πλάι στους κρατούντες; Και, τέλος, γιατί στην Ελλάδα μπάλα θέλουν να παίζουν οι παράγοντες, αυτοί που δεν ανέχονται τον ποδοσφαιριστή, τον προπονητή, τα αστέρια, να λάμπουν περισσότερο από αυτούς; Οι παράγοντες είναι ο λοιμός, που από καταβολής ελληνικού ποδοσφαίρου κατατρώγει τα σπλάγχνα του. Αντιβιοτικό δεν έχει βρεθεί και ούτε πρόκειται όπως φαίνεται. Η παραγοντική πανδημία έχει καταστήσει αδιάφορα όλα τα εθνικά πρωταθλήματα στον τόπο μας. Η καχυποψία και οι υπόνοιες κυριαρχούν. Οι έλληνες ποδοσφαιριστές που αναζητούν την τύχη τους σε ξένα γήπεδα δουλεύουν για να κερδίσουν μια θέση στην 11άδα και στην καρδιά των οπαδών, δεν επιβάλλονται διά ροπάλου... Οι παίκτες μας (αν όχι όλοι, οι περισσότεροι) διακρίνονται σε ομάδες της αλλοδαπής γιατί ξεφεύγουν από τα γρανάζια ενός «ταλεντοβόρου» συστήματος και ακολουθούν τις υγιείς διαδρομές της ανέλιξής τους. Εχουμε άριστης ποιότητας πρώτη ύλη, αλλά οι διαχειριστές της είναι ανίκανοι και επικίνδυνοι. Το ελληνικό ποδόσφαιρο ζει τα τελευταία χρόνια σε μια τρομακτική ηρεμία όπως αυτή που ακολουθεί τον κεραυνό. Και κεραυνός ήταν η απρόσμενη διάκριση της Εθνικής στην Πορτογαλία. Τον έχει τον κεραυνό μέσα του ο Ελληνας, αλλά σπάνια τα ράθυμα σύννεφά του βρίσκουν τον ηλεκτρικό σπινθήρα στην ατμόσφαιρα για να τον εξαπολύσουν...
Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο
Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr