Top Woman η Λίντα Μπράγκα - Μια ''λαίδη'' που διαχειρίζεται hedge funds 9 δισ. δολαρίων!
Eίναι η γυναίκα που διαχειρίζεται τα περισσότερα κεφάλαια από κάθε άλλη στον κλάδο των επενδυτικών κεφαλαίων αντιστάθμισης κινδύνου και αυτά ανέρχονται σε 9 δισ. δολάρια.
Η Λίντα Μπράγκα, ή λαίδη Μπράγκα για ορισμένους συνεργάτες της, έχει μακρά εμπειρία στα hedge funds και φέτος τον Ιανουάριο ίδρυσε τη δική της εταιρεία στον κλάδο, με την επωνυμία Systematica Investments. Τα κεφάλαια της Systematica αυτονομήθηκαν από τα BlueCrest Capital, τα οποία και διατηρούν μερίδιο στον νέο οργανισμό.
Η Λίντα Μπράγκα επί δεκατέσσερα χρόνια εργαζόταν στα BlueCrest Capital, που ίδρυσε ο επενδυτής Μάικλ Πλατ. Από την 1η Ιανουαρίου φέτος συγκρότησε τη δική της εταιρεία, εντάσσοντας σε αυτήν τα δύο βασικά επενδυτικά κεφάλαια που διαχειριζόταν στην BlueCrest. Μέσα σε ένα μήνα από την ίδρυση της Systematica, τα μεγαλύτερα κεφάλαιά της, τα BlueTrend, εμφάνισαν αποδόσεις της τάξεως του 9,5% και αυτή ήταν μία από τις υψηλότερες για όλα τα hedge funds τον Ιανουάριο του 2015. Πέραν των BlueTrend με περιουσιακά στοιχεία 8,4 δισ. δολαρίων σε μετοχές, ομόλογα, νομίσματα και εμπορεύματα, η Λίντα Μπράγκα διαχειρίζεται και τα BlueMatrix με περιουσιακά στοιχεία 600 εκατ. δολαρίων, με συναλλαγές σε μετοχές.
Η 48χρονη διαχειρίστρια γεννήθηκε και σπούδασε μηχανικός στο Ρίο ντε Τζανέιρο και συνέχισε τις σπουδές της στο Λονδίνο. Ελαβε το διδακτορικό της από το Imperial College of London κι εκεί δίδαξε για ένα διάστημα. Στη συνέχεια εισήλθε απευθείας στον κλάδο των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, εργαζόμενη επτά χρόνια στην JP Morgan Chase ως ποσοτική αναλύτρια παραγώγων. Στη συνέχεια οι δρόμοι της συναντήθηκαν με εκείνους του Μάικλ Πλατ, ο οποίος εργαζόταν στην ίδια τράπεζα και δραστηριοποιείτο στις συναλλαγές σε μετοχές, παράγωγα, ομόλογα κ.λπ. Το 2000 αποχώρησε για να ιδρύσει τα BlueCrest και το 2001 η κ. Μπράγκα τον ακολούθησε. Ξεκίνησε με 300 εκατ. δολάρια και εφάρμοσε το ηλεκτρονικό συστημικό μοντέλο διαχείρισης, το οποίο και αποδείχθηκε ιδιαίτερα επικερδές. Εξ ου και της εμπιστεύθηκε ο Μάικλ Πλατ τα δικά της κεφάλαια BlueΤrend το 2004. Το 2008 αυτά είχαν αποδόσεις της τάξεως του 43%, μια χρονιά η οποία ήταν και η χειρότερη στον κλάδο των hedge funds συνολικά. Σημειωτέον πως από το 2004, οπότε και συγκροτήθηκαν, τα BlueΤrend έχουν ετήσια απόδοση 11,8% εν συγκρίσει με το 8% του δείκτη Standard & Poor’s 500. Ποιο είναι, όμως, το συστατικό στοιχείο εκείνο το οποίο κάνει τόσο επιτυχημένα τα επενδυτικά κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου που διαχειρίζεται η Λίντα Μπράγκα;
Κερδοφόρο μοντέλο
Η κ. Μπράγκα επινόησε ένα ηλεκτρονικό συστημικό μοντέλο συναλλαγών, το οποίο μπορεί να χειριστεί και να εκμεταλλευθεί τεράστιο όγκο πληροφοριών από πάμπολλες αγορές. Υιοθετεί μια μακροοικονομική προσέγγιση, η οποία έχει σχεδιαστεί από τη Λίντα Μπράγκα έτσι ώστε να εκμεταλλεύεται τα δεδομένα συγκεκριμένων αγορών και να δράττεται των ευκαιριών σε συγκεκριμένους κλάδους. Από τη δική του πλευρά, ένας άνθρωπος - διαχειριστής κεφαλαίων αδυνατεί να αντεπεξέρχεται σε έναν τεράστιο όγκο δεδομένων. Ωστόσο, μπορεί να μεταφράσει τις διαθέσεις και την ψυχολογική κατάσταση της αγοράς, ενώ το ηλεκτρονικό συστημικό μοντέλο, δηλαδή ο ηλεκτρονικός υπολογιστής, δεν μπορεί. Tα επενδυτικά της κεφάλαια BlueΤrend, τα οποία λειτουργούν ακολουθώντας το δικό της ηλεκτρονικό συστημικό μοντέλο, είχαν αποδόσεις 12,7% το 2014. Συνολικά τα hedge funds είχαν πέρυσι αποδόσεις 2% κατά μέσον όρο παγκοσμίως.
Πέραν από τις υψηλές αποδόσεις των BlueTrend, η Λίντα Μπράγκα θέτει και το θέμα της ανθρώπινης νοημοσύνης σε αντιπαραβολή με την τεχνητή νοημοσύνη. «Στο μέλλον oι παραδοσιακές μέθοδοι στη στρατηγική επενδύσεων θα δυσκολεύονται να συμβαδίσουν με τα λεγόμενα “συστημικά ηλεκτρονικά μοντέλα” και οι διαχειριστές κεφαλαίων θα απειλούνται από τη φθηνότερη και αποδοτικότερη τεχνολογία». Επεξηγώντας την προσέγγισή της, η Λίντα Μπράγκα τόνισε ότι «μέχρι στιγμής συνυπάρχουν άνθρωποι και μηχανές, αλλά προβλέπω ότι στο μέλλον στο πεδίο της διαχείρισης επενδυτικών κεφαλαίων θα δεσπόζουν τα συστημικά μοντέλα». Αξίζει να σημειωθεί, εν κατακλείδι, όπως αναφέρουν σε σχετικό άρθρο τους οι Financial Times, ότι συνήθως οι άνθρωποι - διαχειριστές κεφαλαίων αψηφούν τους κινδύνους όταν λαμβάνουν αποφάσεις για τις επενδύσεις τους. Αντιθέτως, οι υπολογιστές - διαχειριστές κεφαλαίων δείχνουν περισσότερο επιφυλακτικοί.
Η Mαχίν Ράχμαν
H διαχειρίστρια κεφαλαίων Mαχίν Ράχμαν κάνει κάτι σχεδόν αδιανόητο για πάρα πολλές γυναίκες στην πατρίδα της: δραστηριοποιείται σε έναν ανδροκρατούμενο κλάδο (και αυτό συμβαίνει ακόμα και στην «προηγμένη» Δύση), είναι η πιο επιτυχημένη σε αυτόν και κερδίζει αρκετά χρήματα. Τα επενδυτικά της κεφάλαια Alfalah GHP Investment Management αναμένεται να εξασφαλίσουν τους πελάτες τους απόδοση έως και 40% φέτος. «Η μεγαλύτερη πρόκληση, που αντιμετωπίζω ύστερα από πολλά χρόνια δραστηριότητας στην αγορά, είναι να εδραιώσω το κύρος μου. Με ρωτούν ακόμα πολλοί, γιατί προτίμησα τις επενδύσεις και όχι το να σχεδιάζω ρούχα. Στον κλάδο μου και ειδικά στο Πακιστάν μετράνε τα γκρίζα μαλλιά και το να είσαι άνδρας», εξομολογείται.
Το θάρρος, όμως, και η μαχητικότητα δεν την εγκαταλείπουν. Τα τελευταία επτά χρόνια, οι πελάτες της είχαν αποδόσεις 443% από τα κεφάλαια της IGI Stock Fund, δηλαδή 117 ποσοστιαίες μονάδες περισσότερες από τον δείκτη του χρηματιστηρίου στο Καράτσι και τα υψηλότερα κέρδη μεταξύ 34 αντίστοιχων επενδυτικών κεφαλαίων, που παρακολουθεί το Bloomberg.
Oι έγκαιρες επιλογές της στην ενέργεια και σε εταιρείες που επηρεάζονταν άμεσα από τις μεταβολές στα επιτόκια, αποδείχθηκαν επικερδείς. Το 2009 στο αποκορύφωμα της παγκόσμιας κρίσης παρέμεινε πιστή στις μετοχές, όταν άλλοι απομακρύνονταν. Το δε 2011, όταν το πετρέλαιο ανέκαμπτε, μετακινήθηκε από την παραγωγή ενέργειας στη μεταποίηση του ίδιου κλάδου. Είναι άξιο λόγου ότι η Μαχίν Ράχμαν σπούδασε διοίκηση επιχειρήσεων στη Λαχώρη και πήρε το μεταπτυχιακό της από το πανεπιστήμιο Γουόρικ στη Βρετανία. Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία της στη Merrill Lynch στη Σιγκαπούρη και, παρά τις αντιξοότητες, επέστρεψε στο Πακιστάν για να συστήσει την εταιρεία της. Στη χώρα αυτή μόλις το 25% των γυναικών εργάζεται έναντι του μέσου όρου, 52%, στη νοτιοανατολική Ασία. Οι αμοιβές τους είναι κατά 37% χαμηλότερες από εκείνες των ανδρών έναντι του 4% στη Μαλαισία και του 10% στο Βιετνάμ.
Πηγή: Καθημερινή
Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο
Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr