Ίνγκμαρ Μπέργκμαν: ο απόμακρος και μοναχικός σκηνοθέτης έκανε 5 γάμους και 9 παιδιά-Άφησε τη δική του «σφραγίδα» στον κινηματογράφο με τις ατμοσφαιρικές ταινίες του-7 χρόνια από τoν θάνατο του
Ο Ινγκμαρ Μπέργκμαν γεννήθηκε στις 14 Ιουλίου του 1918 στην Ουψάλα, έχοντας πατέρα έναν αυστηρό ιερέα. Η πρώτη του εμπειρία με το θέαμα ήταν ένα κουκλοθέατρο που είχε στήσει μαζί με την αδελφή του, ενώ αργότερα άρχισε να βοηθάει έναν τεχνικό προβολής σε έναν κινηματογράφο και αυτή ήταν η πρώτη του επαφή με το σινεμά.
Σπούδασε υποκριτική και σκηνοθεσία στο Πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης και πολύ γρήγορα εξελίχθηκε στο θέατρο, αφού έγινε διευθυντής του δημοτικού θεάτρου του Χέλσινμποργκ το 1944. Την ίδια χρονιά κατάφερε να δει το πρώτο του σενάριο να γίνεται ταινία.
Εργάστηκε στα σημαντικότερα θέατρα της Σουηδίας ανεβάζοντας έργα των Στρίντμπεργκ, Σαίξπηρ, Λουίτζι Πιραντέλο, Αλμπέρ Καμύ, Ουίλιαμς, Ζαν Ανούιγ, Μπέρτολντ Μπρεχτ, Άντον Τσέχοφ, αλλά και δικά του.
Το ντεμπούτο του
To 1944 έκανε το σκηνοθετικό του ντεμπούτο με την ταινία «Crisis», αλλά η δουλειά του άρχισε να θεωρείται σημαντική από το 1951, όταν γύρισε τους «Ερωτες εφήβων» και ιδιαίτερα το 1953 με το «Καλοκαίρι με τη Μόνικα». To 1957 ήταν μια από τις πιο δημιουργικές χρονιές του, αφού γύρισε δύο από τις πιο σημαντικές του ταινίες, τις «Αγριες φράουλες» και την «Εβδομη σφραγίδα».
Ειδικά η δεύτερη, είναι όχι απλώς μια από τις κορυφαίες της φιλμογραφίας του, αλλά και από τις σπουδαιότερες στην ιστορία του κινηματογράφου. Η σκηνή της παρτίδας σκακιού του ιππότη, που υποδύεται ο Μαξ φον Σίντοφ, με τον θάνατο, έχει εμπνεύσει, αντιγραφεί και παρωδηθεί κατά κόρον.
H ταινία σηματοδοτεί την έναρξη της ώριμης περιόδου του Mπέργκμαν και του προβληματισμού του για την αμηχανία του ανθρώπου μπροστά σε ερωτήματα που ακόμη και σήμερα δεν έχουν απαντηθεί: υπάρχει Θεός και πού βρίσκεται; Πώς αντιμετωπίζουμε τον θάνατο και πού πάμε αφού τον συναντήσουμε; O ίδιος ο Μπέργκμαν εκείνη την περίοδο ήταν βέβαιος για τις θεολογικές του αμφιβολίες, ενώ όπως δήλωσε αργότερα, ήταν ένα χρονικό διάστημα που φοβόταν πάρα πολύ τον θάνατο.
Ανάμεσα στις 40 και πλέον ταινίες του ξεχωρίζουν, η «Πηγή των παρθένων», η «Σιωπή», η «Περσόνα», η «Ωρα του λύκου», το «Κραυγές και ψίθυροι», το «Πρόσωπο με πρόσωπο», οι «Σκηνές από έναν γάμο», η «Φθινοπωρινή σονάτα», όπου συνεργάστηκε για μοναδική φορά με τη συμπατριώτισσά του Ινγκριντ Μπέργκμαν, το «Φάνυ και Αλέξανδρος», που προέκυψε από μια μίνι σειρά που γύρισε για τη σουηδική τηλεόραση. Η τελευταία του σκηνοθεσία ήταν το τηλεοπτικό «Saraband» το 2003.
Πως βλέπει ο νεαρός Μπέργκμαν την σχέση του καλλιτέχνη με το κοινό του
Το «Φάνυ και Αλέξανδρος» ήταν η ταινία που σήμανε την αποχώρησή του από τον κινηματογράφο. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του, πολύ σπάνια άφηνε το σπίτι του στον Φάρο, που είχε γίνει το αγαπημένο του μέρος, αφού γύρισε εκεί αρκετές από τις ταινίες του.
Τον χαρακτήριζαν ερημίτη και ήταν εξαιρετικά μετρημένες οι φορές που εμφανίστηκε δημόσια. Το 2004 έδωσε μια συνέντευξη στη σουηδική κρατική τηλεόραση, όπου είπε ότι οι αγαπημένες του ταινίες ήταν το «Χειμωνιάτικο φως, οι κοινωνούντες» του 1962, η «Περσόνα» του 1966 και το «Κραυγές και ψίθυροι» του 1972.
Είχε πει όμως επίσης ότι δεν μπορεί να παρακολουθήσει τις δικές του ταινίες, επειδή τις έβρισκε πολύ καταθλιπτικές. Δεν ήταν η πρώτη φορά που αμφισβητούσε το καθολικής αποδοχής έργο του. Κάποτε σε ένα περιοδικό είχε δημοσιευτεί ένα κείμενο που κατακρεουργούσε τις μπεργκμανικές ταινίες. Λίγο αργότερα αποκαλύφθηκε ότι ο άγνωστος κριτικός που το υπέγραφε, ήταν ο ίδιος ο Μπέργκμαν με ψευδώνυμο...
Μετά το γύρισμα της τελευταίας του ταινίας, συνέχισε να ασχολείται με τη σκηνοθεσία στο θέατρο και με τη συγγραφή σεναρίων, κάποια από τα οποία γυρίστηκαν ταινίες, όπως Οι καλύτερες προθέσεις (1991) του Μπιλ Άουγκουστ και Το παιδί της Κυριακής (1992) του γιου του Ντάνιελ Μπέργκμαν.
Το 1987 εξέδωσε την αυτοβιογραφία του με τον τίτλο Η μαγική κάμερα και το 1990 μια συλλογή από σκέψεις του με τον τίτλο Εικόνες.
Για το συνολικό του έργο έχει τιμηθεί με πολλές διακρίσεις, όπως το Μεγάλο Χρυσό Παράσημο της Σουηδικής Ακαδημίας Γραμμάτων και Τεχνών (1977), το Βραβείο της Βρετανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου και Τηλεόρασης (1987), το Ειδικό Βραβείο Φελίξ (1988) και το Βραβείο Ζόνινγκ του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης (1989).
Σπάνια συνέντευξη αφιέρωμα του BBC στον Μπέργκμαν - μεγάλος πια όταν ζούσε στο νησί Φάρο
Επίσης, από το 1978 έχει θεσμοθετηθεί κινηματογραφικό βραβείο με το όνομά του από το Σουηδικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου.
Ο Μπέργκμαν πέθανε σε ηλικία 89 ετών, στο νησί Φάρο στη Σουηδία, όπου ζούσε εδώ και πολλά χρόνια. Είχε παντρευτεί πέντε φορές και απέκτησε (επισήμως) εννέα παιδιά, ενώ οι οικογενειακές του σχέσεις είχαν την ίδια ψυχρή εγκεφαλικότητα που διέκρινε και τις ταινίες του. Παρ' όλα αυτά, κατάφερνε να συγκεντρώνει τους πάντες γύρω του, εξαιτίας της γοητευτικής του προσωπικότητας.
Μόνιμοι συνεργάτες
Προτιμούσε να συνεργάζεται με μια μόνιμη ομάδα ανθρώπων που είχε πολύ κοντά του. Η συνεργασία του με τον διευθυντή φωτογραφίας Σβεν Νίκβιστ είναι από τις πιο μακρόχρονες στην ιστορία του σινεμά. Αγαπημένοι του ηθοποιοί ήταν ο Μαξ φον Σίντοφ και η Μπίμπι Αντερσον (από 13 ταινίες), η Λιβ Ούλμαν και η Ινγκριντ Τούλιν (από δέκα ταινίες), ο Ερλαντ Γιόζεφσον, που έπαιξε σε 14 ταινίες του και ήταν από τους πιο στενούς του φίλους.
Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο
Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr