Φέτος, το θέατρο Σφενδόνη συμπλήρωσε είκοσι χρόνια λειτουργίας. Σε ένα επετειακό πρόγραμμα η Άννα Κοκκίνου ανοίγει ελληνικά την αυλαία στο μέλλον και παρουσιάζει ένα τρίπτυχο με τα έργα "Μορφές από το έργο του Βιζυηνού", 'Λα Πουπέ' του Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη, 'Εγώ ο Θουκυδίδης του Ολόρου, Αλιμούσιος', ενώ παράλληλα προετοιμάζει την παράσταση «Αναζητώντας το πρόσωπο του νέου ελληνισμού», βασισμένη στα «Δοκίμια» του Δημήτρη Χατζή. Συναντηθήκαμε ανάμεσα σε παραστάσεις και τις πρόβες για την παράσταση του Θουκυδίδη, η οποία θα κάνει πρεμιέρα στα τέλη Ιανουαρίου. Αν μου ζητούσε κάποιος να συνδέσω την ελληνική ποίηση και το θέατρο, μέσα από πολλές μνήμες, ξεπροβάλλει ισχυρά μια εικόνα: Η Αννα Κοκκίνου, να κρατά το βιβλίο, με χέρια που τρέμουν σαν να θροΐζουν, στην πρώτη σκηνή του Βιζυηνού. Αυτό θυμάμαι, σαν χθες, κι ας έχουν περάσει είκοσι χρόνια. Για το κοινό είστε συνδεδεμένη απολύτως με τα ελληνικά έργα. Μόνο του έγινε αυτό, δεν έγινε από καμία σκέψη. Φέτος το κατάλαβα. Μου το λένε και άλλοι. Όταν θέλετε να ανεβάσετε κάτι, πηγαίνετε πρώτα στα ελληνικά έργα; Όχι, όλα ξεκινούν από κάτι που είχε γίνει πριν. Ο Χατζής από τον Θουκυδίδη, ο Θουκυδίδης από κάτι ανάλογο. Ο Βιζυηνός ξεκίνησε από το ότι ήθελα να είμαι στη σκηνή επάνω, όπως ήμουνα στη ζωή. Παρόλο που δεν αισθανόμουν έτοιμη. Άνοιγα τότε το θέατρο, ήμουν σε απόλυτη ένδεια και έπρεπε να ανεβάσω κάτι, ίσα- ίσα για να ξεκινήσω, να αισθανθώ ότι υπάρχει. Διάβαζα μονολόγους, ήθελαν σκηνικά, πράγματα, φλυαρία φοβερή. Ετσι ξεκίνησα με τον Βιζυηνό. Κατόπιν κατάλαβα ότι αυτό ήταν μια ανάγκη να έρθω σε επαφή με τα πρώτα υλικά του θεάτρου. Τα πρώτα- πρώτα υλικά: εγώ όπως είμαι, με το κείμενο και το κοινό απέναντι. Δε μπορούσε να είναι μετάφραση, έπρεπε να είναι η ίδια η γλώσσα. Έτσι έγινε. Πηγή: www.lifo.gr